Μοναδικά έργα των εμβληματικών καλλιτεχνών της Κύπρου, του Χριστόφορου Σάββα και του πολύ στενού του φίλου και συνεργάτη Γκλυν Χιουζ, παρουσιάζονται σε μια ιστορική έκθεση στην γκαλερί Αποκάλυψη.

Ο τίτλος «Μετά-συνέργεια» είναι δανεισμένος από τις πράξεις των ιδίων των καλλιτεχνών, που αποκαλούσαν «συνέργειες» τις καινοτόμες πράξεις και συνεργασίες τους στην τέχνη.

Για πρώτη φορά παρουσιάζεται σε μια έκθεση τόσο μεγάλος αριθμός έργων των δυο εμβληματικών καλλιτεχνών της Κύπρου, του πρωτοπόρου καλλιτέχνη Χριστόφορου Σάββα και του πολύ στενού του φίλου και συνεργάτη Γκλυν Χιουζ. Η έκθεση στην γκαλερί Αποκάλυψη με τίτλο «Μετά-συνέργεια» οργανώνεται ως φόρος τιμής προς τους ιδρυτές της πρώτης ιδιωτικής γκαλερί «Απόφασις» στην Κύπρο το 1960 η οποία, μέσω των δράσεων και των εκδηλώσεων που οργανώνονταν με ξένους και Κύπριους δημιουργούς, αποτέλεσε το δυναμικό κύτταρο που εμπλούτισε το άγονο τότε καλλιτεχνικό περιβάλλον.

Η διοργάνωση αυτή που γίνεται από την «Αποκάλυψη» με τη συμβολή του Ιδρύματος Γκλυν Χιουζ, σηματοδοτεί ακόμη ένα γεγονός: Φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννηση του Χριστόφορου Σάββα. Ο τίτλος «Μετά-συνέργεια» δανείζεται από τις πράξεις των ιδίων των καλλιτεχνών, Σάββα και Χιουζ, που αποκαλούσαν τις συνεργασίες, τις καινοτόμες πράξεις τους στην τέχνη «συνέργειες».

Χριστόφορος Σάββα

Οι Γκλυν Χιουζ και Χριστόφορος Σάββα ήρθαν στην Κύπρο στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και γνωρίστηκαν το 1959. Εκείνη την περίοδο δεν υπήρχε κάποια επαγγελματική γκαλερί στη Λευκωσία, έτσι οι δυο καλλιτέχνες εξέθεσαν έργα τους στο Λήδρα Πάλας. Ο Γκλυν παρουσίασε τη δουλειά του μεταξύ 11 και 16 Δεκεμβρίου και ο Σάββα από τις 26 μέχρι τις 30 Δεκεμβρίου. Ο Σάββα, αντισυμβατική και πληθωρική προσωπικότητα, είχε ελκύσει τον δημιουργό και άνθρωπο Γκλυν Χιουζ. Ο Χιουζ επηρεασμένος από την λονδρέζικη σκηνή του ’50, όταν έρχεται στην Κύπρο το 1960 εντυπωσιάζεται από το φως του νησιού και βρίσκει γόνιμο έδαφος για δημιουργία.

Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΓΚΑΛΕΡΙ «ΑΠΟΦΑΣΙΣ»

«Η ίδρυση της γκαλερί “Απόφασις” ήταν ένα ιδιαίτερο γεγονός, όχι μόνο γιατί υπήρξε ο πρώτος διευθυνόμενος από καλλιτέχνες χώρος (artist-run space) στην Κύπρο, αλλά και γιατί είχε μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα, γεγονός εξαιρετικά ριζοσπαστικό και πρωτοπόρο, ακόμη και για τα τότε διεθνή δεδομένα», λέει ο Γιάννης Τουμαζής, πρώην υφυπουργός Πολιτισμού, ο οποίος επιμελήθηκε το βιβλίο «Γκλυν Χιουζ 1931–2014».

Χριστόφορος Σάββα

«Αναγνωρίζοντας την παντελή έλλειψη εξειδικευμένων χώρων για την τέχνη στην Κύπρο, αλλά και θέλοντας να αντλήσουν από τις δικές τους, έντονα δημιουργικές εμπειρίες στο εξωτερικό, οι Σάββα και Χιουζ αποφάσισαν να δημιουργήσουν τον πρώτο οργανωμένο χώρο τέχνης στο νησί και, ταυτόχρονα, να υψώσουν το αισθητικό επίπεδο του κοινού και να τονώσουν το ενδιαφέρον του για την τέχνη. Η στενή σχέση μεταξύ των δύο καλλιτεχνών, οι κοινές πεποιθήσεις και τα οράματά τους, θα τους ωθήσουν να συγκατοικήσουν στην οδό Σοφοκλέους 6 στη Λευκωσία, στον χώρο όπου θα ιδρύσουν αργότερα την γκαλερί “Απόφασις 1”. Όπως θα δούμε στη συνέχεια, τα επόμενα δύο χρόνια συνέργειας, και ειδικότερα το 1962, θα αποτελέσουν μια από τις πιο δημιουργικές περιόδους στην πορεία και των δύο καλλιτεχνών».

Γκλυν Χιουζ

Όπως επισημαίνει ο κ. Τουμαζής, ενώ η δημιουργία ενός τέτοιου χώρου από δύο ανθρώπους εντελώς διαφορετικής καταγωγής και ιδιοσυγκρασίας είναι από μόνη της μια πολύ ασυνήθιστη πράξη, αυτό που πραγματικά ήταν τολμηρό και πρωτοπόρο στη συνεργασία τους είναι το γεγονός ότι αυτοί οι δύο άνδρες (ένας εκ των οποίων ήταν ομοφυλόφιλος) μοιράζονταν από κοινού τον ίδιο χώρο διαβίωσης και δημιουργίας. «Στη συντηρητική Κύπρο του 1960, αυτό πρέπει να είχε θεωρηθεί εξαιρετικά ριζοσπαστικό. Ακόμη, μέσα από τις ρηξικέλευθες παρουσιάσεις της, η “Απόφασις” έθεσε τις βάσεις για μια δημιουργική συνέργεια μεταξύ διαφόρων μορφών τέχνης όπως το θέατρο, ο κινηματογράφος, η ποίηση, το θέατρο σκιών, η παραδοσιακή μουσική κ.ά., επίσης πρωτόγνωρο γεγονός για εκείνη την εποχή στο νησί». 

Γκλυν Χιουζ

ΚΟΙΝΕΣ ΕΞΟΡΜΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΥΠΑΙΘΡΟ

Πέρα από τις προσωπικές τους εκθέσεις στην γκαλερί τους (ο Χιουζ στις 16–19 Ιουνίου 1961 και ο Σάββα στις 18 Νοεμβρίου 1961 και τον Ιούνιο του 1962), οι δύο καλλιτέχνες πραγματοποιούσαν την εποχή εκείνη και ημερήσιες εξορμήσεις στην κυπριακή ύπαιθρο. Ο Χιουζ διηγείται γι’ αυτή την περίοδο: «Ο Μάιος του 1962 ήταν η πιο δημιουργική περίοδος της καριέρας μου. Πιστεύω ότι ήταν το ίδιο και για τον Σάββα. Πέρασα από το στούντιό του και τον ρώτησα αν ήθελε να πάει μαζί μου στην ύπαιθρο. […] O Σάββα πρότεινε ότι θα μπορούσαμε ίσως να διερευνήσουμε τη χρήση νέων υλικών και αυτό ήταν ακριβώς που είχα και εγώ στο μυαλό μου. Ο Άγιος Θεόδωρος ήταν παντού γεμάτος σακούλες και αυτό ήταν το ιδανικό υλικό για την ενδοσκοπική διάθεσή μας. Τις χρησιμοποίησα με έναν πολύ διαφορετικό τρόπο από ό,τι ο Σάββα. Κατά κάποιον τρόπο, εγώ συμπλήρωνα το έργο μου με αυτό το υλικό, ενώ ο Σάββα το χρησιμοποιούσε σαν να ήταν μπογιά. Εγώ ήμουν ήπιος στη χρήση του, ενώ ο Σάββα ήταν σχεδόν βίαιος μέχρι τέλους, όπως ήμουν εγώ, με το χρώμα ανακατεμένο με άμμο. Εκείνη την ημέρα επιστρέψαμε στη Λευκωσία χωρίς να μιλάμε ο ένας στον άλλο. Κλειστήκαμε στον εαυτό μας για να ακούσουμε μέσα μας. Όταν τον άφησα στο στούντιό του, μου είπε “αύριο την ίδια ώρα”, και αυτό ήταν η αρχή ενός υπέροχου μήνα».

Χριστόφορος Σάββα

ΚΟΙΝΕΣ ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ

Τόσο ο Χιουζ όσο και ο Σάββα ενημερώνονταν διαρκώς για τις διεθνείς εξελίξεις στην τέχνη, αφού το ενδιαφέρον τους για τα τεκταινόμενα στη διεθνή σκηνή ήταν συνεχές. Η χρήση νέων υλικών, η ανατροπή των παραδοσιακών τεχνικών και μέσων, η εννοιολογική πλευρά της τέχνης, ήταν μερικά από τα θέματα που τους προβλημάτιζαν. Επιπλέον, τους ενδιέφερε ιδιαίτερα η προσωπικότητα και το έργο του Marcel Duchamp. Σε μια από τις εξορμήσεις τους, ο Σάββα βρήκε σε έναν αχυρώνα δύο παρόμοια αντικείμενα (ίσως να ήταν μέρη μιας παλιάς σέλας γαϊδουριού). Το ένα είχε το σχήμα πιστολιού του 17ου αιώνα. Ο Γκλυν θυμάται τα εξής σχετικά με αυτό: «Ο Σάββα το τοποθέτησε σε μια ξύλινη βάση, στηρίζοντάς το σε δύο καρφιά, και το ονόμασε Επανάσταση. Τον ρώτησα αν ήταν διατεθειμένος να το υπογράψει και το έκανε απρόθυμα. Το ότι το έκανε είχε ενδιαφέρον, γιατί έτσι προκάλεσε μια εσωτερική αναταραχή. Με την πράξη του αυτή δημιουργούσε ένα readymade. Όμως ο Σάββα δεν ήταν ικανοποιημένος μόνο με αυτό και έπρεπε να το συμπληρώσει με έναν πίνακα, τον οποίο ζωγράφισε το ίδιο βράδυ. Βλέποντας το αποτέλεσμα την άλλη μέρα στο στούντιό του, συνειδητοποίησα πως η συνέργειά μας ωθούσε τα πράγματα προς τη σωστή κατεύθυνση. Ο Σάββα δημιούργησε ένα πολύ προσωπικό και συναισθηματικό έργο, χρησιμοποιώντας το δεύτερο αντικείμενο για να συμπληρώσει το readymade. Το ονόμασε “Άγιος Θεόδωρος Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΜΟΥ”. O πίνακας ήταν σκοτεινός και δραματικός… σαν να πυροβολούσε κανείς κατευθείαν στα σωθικά, ωθώντας την αλήθεια με το λευκό χρώμα να πηγαίνει γύρω από έννα φαύλο κύκλο… πνευματικό και υπαρξιακό… και έγινε, πιστεύω, ως άμεσο αποτέλεσμα του γεγονότος ότι έβαλε τον εαυτό του στην ιστορικά σημαντική θέση τού να υπογράψει ένα readymade». 

Χριστόφορος Σάββα

Η πορεία τους, μέσα από την δυναμική που δημιουργήθηκε με τον νέο χώρο, χαρακτηρίζεται ιστορικά ως «νέα». Ο Σάββα παρουσιάζει τον Ιούνιο του 1962 μια εντελώς ανανεωμένη δουλειά, με αφαιρετικά και δυναμικά έργα που εξέφραζαν ψυχικές και συναισθηματικές εντάσεις.  

Ο Χιουζ, παρατηρητής της νέας εικόνας και παράλληλος δημιουργός, δουλεύει ασταμάτητα με καινούργια γήινα υλικά. Ταξιδεύουν συχνά με τον Σάββα και επιστρέφουν στη βάση προσπαθώντας να ολοκληρώσουν τη σκέψη τους, γνωρίζοντας ότι τέτοιες στενές και ιδιότυπες σχέσεις έχουν ημερομηνία ανανέωσης και χωρισμού.

ΑΛΛΑΖΟΝΤΑΣ ΔΡΟΜΟΥΣ

Στα μέσα του 1963 η σχέση Σάββα – Γκλυν επαναπροσδιορίζεται για λόγους που δεν έχουν καταγραφεί, και τα καινούργια δεδομένα βρίσκουν τους δύο δημιουργούς σε ξεχωριστούς χώρους. Ο Σάββα το 1963 πάει στο Ισραήλ και αρχίζει την ίδια εποχή να αλληλογραφεί με την Christine Waterhouse, την οποία παντρεύεται τον Νοέμβριο του 1964, ενώ τον Σεπτέμβριο του 1965 γεννιέται το πρώτο τους παιδί, η Κίκα.

Ο Χιουζ περιγράφει πως όταν άλλαξαν δρόμους με τον Σάββα, άλλαξαν και τα χρώματα.

Ο Γκλυν τοποθετούσε  πάνω στους πίνακές του διάφορα αντικείμενα, πουκάμισα και εφημερίδες που θα τον οδηγούσαν πολιτικάστη δουλειά του ’70. Αυτά βέβαια δεν θα συνέβαιναν αν δεν υπήρχε η συνέργεια με τον Σάββα, που καθόρισε την εικαστική του κάθαρση και έφερε στην κοινωνία της προπολεμικής Κύπρου του ’70 θεατρικές εγκατάστασεις και περφόρμανς.

Ο Χριστόφορος Σάββα δούλεψε ασταμάτητα μέχρι τις 13 Ιουλίου του 1968. Εκείνη τη χρονιά είχε εκπροσωπήσει την Κύπρο στην πρώτη επίσημη συμμετοχή της στην Μπιενάλε Βενετίας μαζί με άλλους πέντε καλλιτέχνης και έπειτα επέστρεψε στο Sheffield.

Ο Χιουζ δούλεψε και ταξίδεψε ασταμάτητα μέχρι το 2014, όταν πέθανε στο Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού μετά από ανακοπή καρδιάς. Οι δύο καλλιτέχνες, τόσο μαζί όσο και ξεχωριστά, άφησαν μια τεράστια κληρονομιά από νέες εικόνες. Μέσα από τις συνεχείς εικαστικές αναζητήσεις τους, υπήρξαν πρωτοπόροι στην ανατροπή των μέχρι τότε δεδομένων της καλλιτεχνικής σκηνής της Κύπρου.

ΣΥΝΕΙΔΗΤΗ ΕΞΟΔΟΣ ΤΟΥ ΧΙΟΥΖ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗ

O Γκλυν Χιουζ γεννήθηκε στην Ουαλία το 1931 και πέθανε στη Κύπρο το 2014. Μεγάλωσε με τα σοσιαλιστικά ιδανικά της δυτικής Ευρώπης του 1930-40. Παρακολούθησε μαθήματα τέχνης στο Canterbury College of Art και ασχολήθηκε με το ερασιτεχνικό θέατρο κατά τη διάρκεια της θητείας του στη Βρετανική Βασιλική Αεροπορία. Την περίοδο 1951-1953 έγινε αποδεκτός στο Bretton Hall Collage of Education στο Yorkshire και παρακολούθησε μαθήματα διδασκαλίας εικαστικών και παραστατικών τεχνών στα δημοτικά σχολεία. Εξάσκησε τις γνώσεις του στη Μεγάλη Βρετανία για λίγο καιρό και το 1956 αποδέχθηκε μια θέση ως δάσκαλος τέχνης στο Jounior School στη Λευκωσία. 

Ήταν προοδευτικός, φιλελεύθερος και έτοιμος ψυχικά ν’ αφήσει τη σκοτεινή και βροχερή Βρετανία. Η συνειδητή έξοδος του προς την Ανατολή δεν είχε σχέση μόνο με τον σεξουαλικό προσανατολισμό του αλλά και με μια εσωτερική έλξη προς φωτεινά μέρη. 

Στο αργό ταξίδι με το πλοίο προς την Κύπρο τού φανερώθηκε το μεγαλείο του φωτός που έλουζε τα νερά της πρωινής γαλάζιας θάλασσας της Μεσογείου. Ήρθε στην Κύπρο όπου εργάστηκε και τη ζωγράφισε μέχρι το τέλος της ζωής του.

Ο Χριστόφορος Σάββα γεννήθηκε στην Κύπρο το 1924 και πέθανε στην Αγγλία το 1968.

Ήταν παιδί αγροτικής οικογένειας, με έντονο εσωτερικό κόσμο. Σύχναζε στα καφενεία του Μαραθόβουνου και προτιμούσε εκείνο των αριστερών αποκλίσεων, επειδή εκεί οι ιδέες και τα οράματα για τον κόσμο γενικότερα του φαίνονταν πιο δίκαια. 

Είχε καταταγεί ως εθελοντής στον βρετανικό στρατό κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, μετά από πρόσκληση του ΑΚΕΛ, και πολέμησε ενάντια στον φασισμό και τον ναζισμό. Μετά το τέλος του πολέμου μετακόμισε προσωρινά στο Λονδίνο όπου έζησε μεταξύ 1947 και 1954. Φοίτησε στο St Martin’s School of Arts, στo Central School of Arts και στο Ηeαtherly’s School of Fine Arts. 

Στα ενδιάμεσα ο Σάββα δούλευε ως σερβιτόρος, κυρίως σε κυπριακά εστιατόρια. Μετά την προσωρινή επιστροφή του από το Λονδίνο στο χωριό του στην Κύπρο, όπου τον φιλοξένησαν φίλοι καλλιτέχνες, ξαναφεύγει με προορισμό τη Γαλλία και μαθητεύει στο ατελιέ του διάσημου κυβιστή Αndre Lhote. Αυτή η θετική εμπειρία στο Παρίσι και τα ευρύτερα ταξίδια του στην περιοχή, καθορίζουν πλέον τη μετέπειτα πορεία του ζωγράφου ως προς τη γραφή. 

Η επιστροφή στην Κύπρο το 1957 μέχρι 1958 ήταν ιδιαίτερα παραγωγική αλλά και μελαγχολική. Το 1958 ξαναγύρισε στη Γαλλία, στο εργαστήρι τοu Lhote. Τον Ιούνιο του 1959 αποφάσισε να εγκατασταθεί στην Κύπρο οριστικά.