Η χοροπαιδαγωγός, χορογράφος και ερευνήτρια χορού θεωρεί ότι ο χορός αφήνει στον άνθρωπο μια αίσθηση κινητοποίησης και ενεργοποίησης.

Με αφορμή την παράσταση χορού «Λήθη», η Μαρία Καμπέρη, εξηγεί το πώς η λήθη ενίοτε μας επιτρέπει να προχωράμε μπροστά, αφήνοντας χώρο σε νέες εμπειρίες και γιατί οι νέοι σήμερα είναι πιο έτοιμοι να συνδεθούν, μέσα από την έκφραση και τη δημιουργία.

Η νέα σας παράσταση «Λήθη» μοιάζει να προσεγγίζει τη μνήμη και την απώλεια με έναν σχεδόν φιλοσοφικό τρόπο. Πώς γεννήθηκε η ιδέα; Η λήθη εμπεριέχει μια κατάσταση μέσα από την οποία υπάρχει κάτι προς ανακάλυψη κι αυτό μου προκάλεσε την περιέργεια να μελετήσω αυτό το πεδίο. Το έργο, όμως, αποκτά πραγματικό νόημα μέσα από τη συνεργασία με την ομάδα και όλους τους συντελεστές.

Τι πήρατε μέσα από αυτή τη διαδικασία; Ποιο ήταν το προσωπικό σας κίνητρο; Να δημιουργήσω έναν χώρο εξερεύνησης και διαλόγου, αρχικά με τους συντελεστές του έργου και στη συνέχεια με το κοινό, χρησιμοποιώντας ως βασικό εργαλείο την κίνηση και τη σύζευξη των τεχνών. Για μένα, κάθε δημιουργική διαδικασία έχει αξία, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα. Μέσα από αυτή δοκιμάζονται τα όρια, η ανεκτικότητα και η ικανότητα εμβάθυνσης στη θεματική του έργου. Και, φυσικά, μέσα σε όλο αυτό γεννιούνται και σχέσεις, από τα πιο ουσιαστικά κέρδη αυτής της πορείας.

Ο «ποταμός της λήθης» στην παράσταση γίνεται ένα ζωντανό σώμα που «βουλιάζει» μέσα στη σιωπή. Πρόκειται για μια αλληγορία της ανθρώπινης μνήμης ή για μια κριτική πάνω στη λήθη της κοινωνίας μας; Και τα δύο. Η λήθη δεν είναι ένα πράγμα μόνο, μπορεί να έχει και ανασχεδιαστική δύναμη. Δεν είναι απλώς απώλεια ούτε ενοχή, δίνει χώρο για αναδημιουργία, εφόσον ελευθερώνεται ο τόπος από αυτό που έχει ξεχαστεί. Ό,τι ξεχνάμε μπορεί να μας επιτρέπει νέες επιλογές. Υπό αυτή την έννοια, η λήθη, είναι μια θετική δύναμη μέσα από το «ξεχνώ» ή το «ξεχνιέμαι» γεννιούνται νέες εικόνες, νέες δυνατότητες ύπαρξης.

Στην παράσταση βλέπουμε επί σκηνής μία σύζευξη χορού, τεχνολογίας και μουσικής. Πώς διαχειρίζεστε αυτή τη συνύπαρξη του ανθρώπινου και του ψηφιακού σώματος; Μα ακριβώς μέσα απ’ αυτή τη σύζευξη γεννιέται η συγκίνηση και ανοίγεται ένα νέο πεδίο ορατότητας για την κίνηση και τον χορό. Η τεχνολογία δεν λειτουργεί ως ψυχρό ή αποστασιοποιημένο στοιχείο, αλλά ως συνομιλητής του ανθρώπινου σώματος. Η διαλογική αυτή διαδικασία επιτρέπει τη γέννηση νέων ιδεών και μορφών έκφρασης. Στην καλλιτεχνική μας έρευνα εστιάζουμε στη συνομιλία των τεχνών και πιο συγκεκριμένα στη σχέση μουσικής και κίνησης, δίνοντας ισάξιο βάρος όχι μόνο στο αποτέλεσμα, αλλά και στη διαδικασία της δημιουργίας.

© Κυριάκος Λάρμος

Πόσο σημαντικοί είναι για τη βιωσιμότητα της τέχνης οι θεσμοί και οι κρατικές επιχορηγήσεις; Οι κρατικές επιχορηγήσεις αποτελούν σήμερα τον βασικό και συχνά τον μοναδικό, μηχανισμό στήριξης της σύγχρονης χορευτικής δημιουργίας στην Κύπρο. Είναι, επομένως, εξαιρετικά σημαντικό το κράτος να συνεχίσει να αναπτύσσει πρακτικούς τρόπους ενίσχυσης της καλλιτεχνικής κοινότητας, αναγνωρίζοντας ότι οι τέχνες αποτελούν έναν από τους πιο ισχυρούς πυλώνες στη δομή και την εξέλιξη της κοινωνίας.

Παράλληλα, είστε χοροπαιδαγωγός και ερευνήτρια. Πόσο χωρά σήμερα η τέχνη και η δημιουργία στο εκπαιδευτικό μας σύστημα; Θεωρώ ότι ο μόνος τρόπος για να αναπτυχθεί η τέχνη είναι μέσω της εκπαίδευσης. Όταν τα παιδιά έρχονται σε επαφή με την τέχνη είτε ως συμμετέχοντες, είτε ως θεατές, είτε ως δημιουργοί τα οφέλη είναι αμφίδρομα. Δυστυχώς, το εκπαιδευτικό μας σύστημα συχνά επιλέγει να παραβλέπει τη σημασία της δημιουργικότητας. Αν, όμως, θέλουμε πραγματικά να μιλήσουμε για ένα δημοκρατικό αναλυτικό πρόγραμμα, τότε χρειάζεται να αναγνωρίσουμε την αναγκαιότητα τής τέχνης και της δημιουργικότητας και της ενσώματής της στη μάθηση.

Τι σας εμπνέει περισσότερο στη διδασκαλία και στη συνεργασία με νέους ανθρώπους; Μ’ ενδιαφέρει να δημιουργώ μαζί με τους μαθητές μου τις προϋποθέσεις για να ανακαλύπτουμε νέα δεδομένα και να πειραματιζόμαστε μέσα από την παιδαγωγική του χορού. Οι νέοι άνθρωποι είναι φως, και ποιος δεν επιθυμεί το φως; Συχνά, ως κοινωνία, τους επιβαρύνουμε με συγκρίσεις και προσδοκίες, κάτι που προσπαθώ συνειδητά να αποφεύγω. Παρατηρώ στους νέους σήμερα μια απελευθέρωση, μια αμεσότητα, αλλά και μια εσωτερική σοφία που είναι πρόθυμοι να μοιραστούν, αρκεί να τους δώσουμε χώρο. Αυτή η γενιά έχει μια αληθινή επιθυμία για σύνδεση και αυθεντικότητα στην έκφρασή της και αυτό είναι βαθιά εμπνευστικό.

Πώς βλέπετε την εξέλιξη του χορού και των παραστατικών τεχνών στην Κύπρο τα τελευταία χρόνια; Στην Κύπρο υπάρχουν εξαιρετικοί καλλιτέχνες σε κάθε τομέα, παρά τις δυσκολίες. Και η εξέλιξη των παραστατικών τεχνών οφείλεται κυρίως στον επαγγελματισμό και την καλλιτεχνική ηθική των δημιουργών, καθώς οι εργασιακές συνθήκες στην Κύπρο δεν είναι ιδιαίτερα ευνοϊκές. Θεωρώ ότι η καλλιτεχνική κοινότητα της χώρας αποτελεί από μόνη της ένα μεγάλο κεφάλαιο.

© Δημήτρης Λούτσιος.

Το κοινό στην Κύπρο είναι έτοιμο να «διαβάσει» έργα με τόσο έντονη ερευνητική και αισθητική διάσταση όπως η «Λήθη»; Ο χορός, όπως τον προσφέρω στους θεατές, έχει αφηρημένη μορφή. Δεν χρειάζεται, λοιπόν, το κοινό να είναι «διαβασμένο» ή ειδικά προετοιμασμένο. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι το πώς η παράσταση τους αγγίζει, πώς τη «διαβάζουν» και πώς τη συζητούν όταν αποχωρούν. Σε αντίθεση με άλλες μορφές τέχνης, όπου ο θεατής μπορεί να πάρει μαζί του ένα βιβλίο ή έναν πίνακα ή ένα δίσκο, η παράσταση χορού παραμένει μέσα τους, κινητοποιεί τον συναισθηματικό τους κόσμο και αφήνει ίχνη στη σκέψη τους. Είναι μια αόρατη τέχνη, όπου η μορφή της εξαφανίζεται μόλις ολοκληρωθεί η παράσταση, αφήνοντας μόνο την εμπειρία, το συναίσθημα και ίσως μια αναστάτωση.

Κατά καιρούς έχετε συνεργαστεί με μουσεία και εκπαιδευτικά ιδρύματα, συνδέοντας τον χορό με την πολιτιστική κληρονομιά. Η τέχνη, μπορεί να λειτουργήσει ως μέσο επανασύνδεσης με τη συλλογική μας μνήμη; Δεν επιθυμώ να φορτώσω την τέχνη με εργαλειακή ιδιότητα. Ο τρόπος που προσεγγίζω τα μουσεία και η δημιουργία των εκπαιδευτικών προγραμμάτων μας βασίζεται στην ιδέα της ενσωμάτωσης, της αποδόμησης και φυσικά της δημιουργικότητας. Η εστίαση δίνεται στο πώς οι συμμετέχοντες χρησιμοποιούν το σώμα τους για να πειραματιστούν, έχοντας ως αφόρμηση ένα ή περισσότερα εκθέματα από το μουσείο. Γι’ αυτό το λόγο, μαζί με τον μουσικό και συνθέτη Δημήτρη Γιασεμίδη, έχουμε συνιδρύσει το Engram Kokoro, μέσα από το οποίο εξερευνούμε και σχεδιάζουμε ενότητες και μαθήματα θεματικά, με επίκεντρο τη σχέση μουσικής και κίνησης.

Από το 2024 είστε Πρεσβευτής Πολιτισμού στο πρόγραμμα του Υφυπουργείου Πολιτισμού. Τι σημαίνει για εσάς αυτός ο ρόλος και πώς επιλέγετε να τον αξιοποιείτε; Πρόκειται για ένα σοβαρό πρόγραμμα, σχεδιασμένο με σκοπό την επαφή των παιδιών με καλλιτέχνες και το καλλιτεχνικό τους έργο, καθώς και με τις μεθοδολογίες τους τις ώρες του σχολείου. Ο ρόλος αυτός αξιοποιείται πρακτικά μέσα από τις συνεργασίες μας με σχολεία και την υλοποίηση δράσεων, και αυτό επιθυμώ να συνεχίσει. Στη δική μου περίπτωση, εστιάζω στη διάδοση του χορού ως δημιουργική κίνηση στο σχολικό πλαίσιο, καθώς ο χορός δεν περιλαμβάνεται στο αναλυτικό πρόγραμμα ούτε στο ωρολόγιο πρόγραμμα των παιδιών. Φανταστείτε ότι πολλά παιδιά δεν θα είχαν την ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με τον χορό, αν δεν τους προσφερόταν μέσα στο σχολείο.

Αν η «Λήθη» είναι μια παράσταση για τη μνήμη, τότε ποια είναι, για εσάς, η μεγαλύτερη «μνήμη» που αφήνει ο χορός σε έναν άνθρωπο; Η βιωματική εμπειρία του χορού είναι πολύ διαφορετική από την εμπειρία της θέασης. Σε κάθε περίπτωση, όμως, θα έλεγα ότι ο χορός αφήνει στον άνθρωπο είτε δημιουργό είτε θεατή, μια αίσθηση κινητοποίησης και ενεργοποίησης, μια «μνήμη» που παραμένει μέσα του και τον καλεί να σκεφτεί, να αισθανθεί και να δράσει.

  • INFO «Λήθη», Λευκωσία, Στέγη Χορού, 21, 22 & 23 Νοεμβρίου, 8μ.μ. Είσοδος ελεύθερη (απαραίτητη η κράτηση στο 99349669). Παραγωγή στο πλαίσιο του προγράμματος Τερψιχόρη 2025