Είμαστε τόσο καλοί στους πανηγυρισμούς. Όπως και στους θρήνους. Ένεκα επετείου. Δεν χάνουμε ευκαιρία. Τις έχουμε ανάγκη τις ιστορικές αναφορές. Σαν να μας δίνουν δύναμη. Ποτέ διδάγματα. Ποτέ αυτοκριτική. Ποτέ απολογισμός. Παίρνουμε δύναμη από εορταστικές επετείους χωρίς δεύτερη σκέψη. Μας τρέφουν τα παχιά μας λόγια.
Να, τώρα, άλλη μια ιστορική μέρα να γιορτάζουμε. Να πανηγυρίζουμε. 20η επέτειος από την πρώτη διάνοιξη των οδοφραγμάτων την Κυριακή. Και είδαμε ανακοινώσεις εξαίρετου καλλωπισμού. Και από κόμματα και από άλλους. Και αρθρογραφίες. Και διαδικτυακές βλακείες, που το κορύφωναν με αναφορές για την επανάσταση που άνοιξε τα οδοφράγματα. Την επανάσταση! Ξεχάσαμε κιόλας ότι είναι η πολιτική του Ραούφ Ντενκτάς που τα άνοιξε κι όχι κάποια λαϊκή επανάσταση.
«Ήταν η ιστορική στιγμή κατά την οποία ηττήθηκε σε μεγάλο βαθμό η εθνικιστική ρητορική περί του αδύνατου της συμβίωσης των δύο κοινοτήτων», έλεγε πρώτη και καλύτερη η επετειακή ανακοίνωση του ΑΚΕΛ την Κυριακή. «Ήταν η στιγμή που περίτρανα αποδείχτηκε ότι οι σχέσεις των απλών ανθρώπων μπορούν να είναι καταλύτης για μια ομοσπονδιακή λύση στο Κυπριακό».
Αλλά, θάπρεπε πρώτα να εξετάζουμε τι πραγματικά αποδείχτηκε και τι όχι, προτού ανακοινώνουμε τα ιδεογραφήματά μας. Οι σχέσεις των απλών ανθρώπων, πάντως, δεν μοιάζουν με καταλύτη για μια ομοσπονδιακή λύση. Είκοσι χρόνια μετά βρισκόμαστε πιο κοντά σε αυτό που ο Σερντάρ Ντενκτάς δηλώνει ότι είπε τότε στον Ραούφ Ντενκτάς όταν δίσταζε να προχωρήσει στην απόφαση για το άνοιγμα: «Επικοινώνησα με τον πρόεδρο και του είπα: Αν δεν ανοίξουν τα οδοφράγματα, δεν μπορούμε να κάνουμε κανέναν να πιστέψει ότι είμαστε κράτος».
Τα άνοιξαν κι έκαναν ακόμα και τους Ελληνοκύπριους να πιστέψουν ότι είναι κράτος. Αλλά, εμείς πανηγυρίζουμε αντί να σκεφτόμαστε. Κάνουμε πως δεν καταλαβαίνουμε. Μιλούμε για την ιστορική μέρα χωρίς λεπτό να μελετήσουμε ποιο είναι τα αληθινό της αποτέλεσμα. Όχι στο επίπεδο των ανθρώπων. Των προσφύγων. Που με πόνο ψυχής έχουν την ανάγκη και τη δύναμη να πηγαίνουν στα σπίτια τους, στις εκκλησίες τους, στα μνήματα των προγόνων τους, να αγγίζουν ξανά τις ρίζες τους και να παίρνουν δύναμη να αντέχουν την ασήκωτη προσφυγιά και την αδικία.
Στο επίπεδο της πολιτικής, όμως; Στο επίπεδο της κατοχής; Στο επίπεδο της Ντενκτασικής φιλοσοφίας, που έλεγε πως λύση στο Κυπριακό θα υπάρξει όταν οι Ελληνοκύπριοι αποδεχτούν τις πραγματικότητες; Τις αποδέχτηκαν. Με την πιο καταλυτική του απόφαση, το άνοιγμα των οδοφραγμάτων. Που δημιούργησε την πεποίθηση σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους ότι είναι δυο γειτονικοί λαοί, που μπορούν και πρέπει να ζουν πλάι – πλάι και να συνεργάζονται αρμονικά.
Αλήθεια, ηττήθηκε η εθνικιστική ρητορική περί του αδύνατου της συμβίωσης; Πώς ηττήθηκε; Όταν έχουμε απέναντί μας τον Ερσίν Τατάρ των δύο κρατών και την Τουρκία της συνέχισης του εποικισμού και της άρνησης οποιασδήποτε συζήτησης που μπορεί να ανοίξει το δρόμο της ομοσπονδιακής λύσης; Μήπως οι σχέσεις των απλών ανθρώπων έκαναν τους Τουρκοκύπριους να μην θέλουν τις τουρκικές εγγυήσεις και τα κατοχικά στρατεύματα; Είκοσι χρόνια μετά! Τα αποτελέσματα μπορούν εύκολα να διαγνωστούν. Αρκεί να θέλουμε πραγματικά να τα δούμε. Αλλά θέλουμε; Καλύτερα να βολευτούμε…
Όταν άνοιξε η Λήδρας, ο δημοσιογράφος Παύλος Παύλου έγραψε ένα ποίημα, που το περιέλαβε στο βιβλίο του «Συνομιλίες σε πρώτο πρόσωπο», το οποίο κυκλοφόρησε πρόσφατα. Μαχαιριές τα λόγια του (απόσπασμα): «Σ’ ακούω που γελάς πλατιά και δεν σε κατακρίνω. Σημαδιακό είναι το άνοιγμα, μπορεί κι ελπιδοφόρο. Μα, μη μου λες για μέρα ιστορική. Κι άσε τους πανηγυρικούς τους τόνους. Ξέρεις, οι λέξεις-προπάντων οι ελληνικές- έχουν δικό τους ειδικό βάρος. Συγκρατήσου. Και φύλαξε λίγα επίθετα. Θα τα χρειαστούμε για τη μεγάλη μέρα. Μη βολευτούμε με τα ενδιάμεσα».
Βολευτήκαμε μια χαρά, τελικά, στα ενδιάμεσα. Με τόνους πανηγυρικούς. Ως να είναι αυτή η μεγάλη μέρα!