Έχουμε ζήσει, είναι η αλήθεια, πράματα και θάματα σ’ αυτό τον τόπο, έχουν δει τα μάτια μας ουκ ολίγα και άλλα τόσα άκουσαν τ’ αυτιά μας. Κουλά και παράδοξα, μα και εγκληματικά. «Κι όμως, ζήσαμε. Κι’ αντέξαμε σκλαβιές και κούρσα, τα φέραμε δεξιά με την αναβροχιά και την ακρίδα…», όπως θα έλεγε κι ο ποιητής. Γι’ αυτό και, από καιρού εις καιρόν, όταν η επικαιρότητα… το απαιτεί, λέμε: δεν γίνεται, περάσαμε αυτό κι εκείνο, δεν θα αντέξουμε τούτο; Τα υπενθυμίζω, αραιά και πού, σε όσους ανησυχούν για το «πού πάμε;». Ενίοτε, προκειμένου να διασκεδάσω ανησυχίες και να καθησυχάσω, επιστρατεύω , ως ύστατο αποκούμπι ελπίδας, τη γνωστή παροιμία: «Κακό σκυλί ψόφο δεν έχει». Είναι μια κάποια παρηγοριά αυτό, δεν συμφωνείτε; Εκτός κι αν ασπάζεστε το παραμύθι περί νήσου αγίων. Μα, μεγάλοι άνθρωποι, κάνει να κοροϊδευόμαστε αναμεταξύ μας; Συνεπώς, λοιπόν, δεν τίθεται θέμα επιβίωσης. Για την ώρα, τουλάχιστον. Για τον μέλλον, δεν γνωρίζω, δεν μπορώ να διαβεβαιώσω για το ίδιο – «δεν ημπορώ υπευθύνως να το δηλώσω, δεν αποκλείω όμως και αυτού του είδους την κατάληξιν», όπως έλεγε κάποτε ο Εις και Μόνος (οπόταν…, καταλαβαινόμαστε, καλά χαΐρια θα δούμε), μα για την ώρα.. στώμεν καλώς.
Απ’ την άλλη, πάλι, τέτοιο μπάχαλο, γίνεται να μην το σχολιάσουμε; Για την εικόνα της Κυβέρνησης – αυτή που πέτυχε (!) να κτίσει στη μόλις 75 ημερών θητεία της- ο λόγος. Που, όσο να ’ναι, δεν τη λες και… καλοκουρδισμένη ορχήστρα – είδατε πόσο κομψά το έθεσα. Παρόλο που ο Νίκος Χριστοδουλίδης, άλλα μας είπε και για άλλα μας προϊδέασε. Πως από την πρώτη του Μάρτη, όταν θα αναλάμβανε καθήκοντα, θα είχαμε, αν όχι τη Βασιλική Ορχήστρα Concertgebouw, έστω την Ορχήστρα Θεάτρου Μαριίνσκι. Πως, εκτός από τα πιο λαμπρά μυαλά εντός της Κύπρου, θα κουβαλούσε και τα πιο λαμπρά κυπριακά μυαλά από την αλλοδαπή. Πως είχε όραμα και στόχους και σχέδιο και πλάνο… Αντ’ αυτού, ούτε γι’ «αλλάματα» δεν είμαστε σίγουροι ότι κάνει η ορχήστρα που μας κουβάλησε – παρά τις φιλότιμες προσπάθειες που έκρυβε η προσθήκη καλλιτέχνη στη σύνθεση του υπουργικού. Αντί της Βασιλικής Ορχήστρας Concertgebouw, έχουμε… τον Κουμή! Ανοίγω παρένθεση: «Η κοπέλα ήταν σύσταση ενός πολύ δικού μου ανθρώπου», ανέφερε ο υφυπουργός, λες και δεν ξέρουμε για τα ραβασάκια που δίνονται κι από ποιους δίνονται, τα οποία ορίζουν ποιος και που θα βολευτεί. Κλείνει η παρένθεση.
Τα στραβοπατήματα, λοιπόν, του Χριστοδουλίδη που έγραφε δυο χρόνια σ’ ένα μαύρο σημειωματάριο ονόματα, για να καταλήξει σ’ αυτούς που, με δυστοκία μεγάλη, κατέληξε μια μέρα πριν αναλάβει επίσημα τα καθήκοντά του, ήρθαν με το καλημέρα. Μην τα επαναλαμβάνουμε – κάπως διασκεδαστικά μεν, για σχολιασμό στα σόσιαλ, κουραστικά δε. Εξαιτίας αυτών, όμως, κλονίστηκε (σμπαραλιάστηκε είναι η σωστή λέξη αλλά, είπαμε, «είναι νωρίς ακόμα») η πολυδιαφημισμένη κρίση του, η πολυδιαφημισμένη ανεξαρτησία του, η πολυδιαφημισμένη αποφασιστικότητά του, η πολυδιαφημισμένη αποτελεσματικότητά του… Πολυδιαφημισμένα και υποσχόμενα όλα. Για την ώρα, όμως…, είπαμε, «είναι νωρίς ακόμα». Μια φορά, η «ανατροπή», το «νέο», η «διαφορετική κουλτούρα», η «κόντρα με το κατεστημένο», δεν φαίνονται κάπου, αμυδρά έστω, στο βάθος του τούνελ. Μάλλον στ’ αχνάρια της παροιμίας «Το έκανε η μάνα σου, το έκανε κι‘ η θειά σου, κάνε το κόρη μου και συ να μη χαθεί η γενιά σου», φαίνεται να βαδίζουν.
Να σας πω, όμως, κάτι; Ούτε αναμέναμε ούτε απαιτούσαμε να είναι καλοκουρδισμένη η ορχήστρα του Χριστοδουλίδη – ποιος σοβαρός άνθρωπος θα το περίμενε άλλωστε, στο άκουσμα της σύνθεσης; Και χρόνο για προσαρμογή θα δίναμε και χρόνο για συντονισμό θα δίναμε και χρόνο να βρουν τα πατήματά τους θα δίναμε… Όχι, βέβαια, ότι περιμέναμε πως, ο άνθρωπος που διορίστηκε, για να κουμαντάρει τους υπουργούς, δεν έχει υποβάλει ακόμα Πόθεν Έσχες / πως θα εκνευρίζαμε ξένους, σημαντικούς για την οικονομία, συνομιλητές με την προσήλωσή μας στο κινητό /πως θα βλέπαμε πρώτου επιπέδου τσαπατσουλιές σε διορισμούς, μετά κι από μεσολάβησαν στο παρελθόν / πως άνθρωπος – κλειδί στο προεδρικό θα παρίστανε πως δεν είδε, δεν άκουσε (τις εντολές που έδωσε;)… Και, φυσικά, δεν πιστώνουμε τον Βίκτωρα -παίζει να είναι ο πιο έμπειρος στον Λόφο- με… αρχιμουσικές ικανότητες, τις οποίες θα ξεδίπλωνε από την κουίντα του παρασκηνίου.
Τότε, γιατί σχολιάζουμε τα διαδραματισμένα; Είναι απλό: Αν αυτό που παρακολουθούμε, μας έπειθε ότι οφειλόταν μόνο στην απειρία και στην αχαπαροσύνη, ίσως και να μην το κάναμε. Διαισθανόμαστε, ωστόσο, πως βασική αιτία είναι η αλαζονεία. Και ο ετσιθελισμός. Κάτι μας λέει πως ο πρόεδρος και οι παρακείμενοί του, θεωρούν πως διά της καππακωτής, των κοσμικών σέλφι και των αστραφτερών χαμόγελων, θα διέλθουν τον χρόνο διακυβέρνησης αβρόχοις ποσίν. Αισιόδοξους τους βρίσκω.