Η σιωπή του Νίκου Χριστοδουλίδη σε ζητήματα για τα οποία οι επικριτές του τον παρουσιάζουν ως κατηγορούμενο δείχνει αδυναμία. Μπορεί να μην είναι έτσι, αλλά τουλάχιστον, σε επίπεδο εντυπώσεων έτσι δείχνει. Αδυναμία να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Και ακριβώς επειδή συνεχίζει να ακολουθεί αυτή την τακτική, οι πολιτικοί αντίπαλοί του, έχουν την ευκαιρία, και δεν θα ήταν λογικό να τη χάνουν, να του λένε ότι κρύβεται.

Ο ίδιος το παρουσιάζει αυτό ως πολιτική επιλογή προβάλλοντας το επιχείρημα ότι «η πόλωση, ο φανατισμός, οι συκοφαντίες, προκαλούν πληγές και αποστήματα που δυστυχώς θέλουν χρόνο να επουλωθούν», και «ο ίδιος δεν θα ακολουθήσει αυτό το δρόμο και θα συνεχίσει να πολιτεύεται με τις θέσεις και προτάσεις του, με πολιτικά επιχειρήματα». Αυτό έλεγε την Πέμπτη σε συγκέντρωση στη Λεμεσό, ως απάντηση σε όσα δημοσιεύονταν από την Κυριακή και απασχολούσαν την κοινή γνώμη. Όμως, αυτό που έχει σημασία είναι ότι απασχολούσαν την κοινή γνώμη. Καλώς ή κακώς. Και αφού είναι ζητήματα που απασχολούν την κοινή γνώμη, ένας υποψήφιος που ζητά την έγκριση της κοινής γνώμης οφείλει να την ενημερώνει κιόλας, να μην την αγνοεί. Με συγκεκριμένες απαντήσεις όπου χρειάζονται, διότι τα περί πληγών και αποστημάτων όλοι τα λένε, και από την ιστορία ξέρουμε ότι όλα επουλώνονται και όλα ξεχνιούνται ως μη γενόμενα μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης Κυριακής.

Προηγουμένως, δεν απάντησε ποτέ σε άλλα δημοσιεύματα, περί επιδομάτων ή περί σπατάλης του Ταμείου Διαφώτισης, και καλά έκανε που δεν απάντησε. Είναι αχρείαστο να απαντάς όταν ολοφάνερα διογκώνονται ζητήματα χωρίς ουσία μόνο και μόνο για να σε πλήξουν προσωπικά. Αυτή τη φορά, όμως, έστω και σε επίπεδο κουτσομπολιού εγείρονται ζητήματα που χρειάζονται απαντήσεις.

Παρότι, η δημοσίευση ιδιωτικών συνομιλιών είναι ανήθικη (όχι από την εφημερίδα, αλλά από τον ιδιώτη, που έδωσε στην εφημερίδα τα ιδιωτικά μηνύματα που αντάλλασσε μαζί του ως φίλος), παρότι το περιεχόμενο των μηνυμάτων είναι «κουβέντες του καφενέ» χωρίς σημασία, η εικόνα που δημιουργείται είναι κάκιστη για άνθρωπο που ζητά να μας κυβερνήσει.

Ένα μήνυμα ακόμα και για δικό μας δημοσιογράφο, τον Φρίξο Δαλίτη, που κάνει πολιτικό ρεπορτάζ, έχει τον χαρακτήρα απαράδεκτου κουτσομπολιού. Έγραφε: «Ο Φρίξος μου λένε διάφοροι ότι πλέον είναι…». Στα αποσιωπητικά μπορεί να προσθέσει ο καθένας ό,τι θέλει. Τι είναι πλέον ο Φρίξος; Του Αβέρωφ; Του Μαυρογιάννη ή του Χριστόδουλου Πρωτοπαπά; Είναι εχθρός; Είναι πιερωμένος, όπως λένε για όλους μας οι σοφοί του FB; Είναι ανεπίτρεπτο, όμως, να μιλά έτσι για έναν δημοσιογράφο ένας πολιτικός που θέλει να γίνει Πρόεδρος, ακόμα κι αν θεωρεί ότι δεν είναι «δικός του». Θα έπρεπε να ξέρει και να δέχεται ότι δεν είναι όλοι «δικοί του» και να εκτιμά σωστά τη δουλειά όλων.

Δεν χρειάζεται να πω κάτι για την αδιαμφισβήτητη ακεραιότητα του Φρίξου, θα ήταν ως να είναι υπό συζήτηση το υπονοούμενο των αποσιωπητικών του sms. Αυτό που κρίνεται, όμως, είναι το επίπεδο και η κρίση του υποψήφιου Προέδρου. Όχι μόνο για το sms για τον Φρίξο, αλλά και για τη συνεργασία του με αυτόν που τελικά τον έκαψε, διανέμοντας τις συνομιλίες τους, για την κατασκευή ψεύτικων προφίλ στο FB, και για το ότι δίνει την εντύπωση ότι δεν έχει απαντήσεις και καταφεύγει σε γενικόλογες τοποθετήσεις για το ότι βιώνει «μια οργανωμένη προσπάθεια, από κάποιους, συκοφάντησης και αποδόμησης μου, με στόχο να πληγεί η προσωπικότητα και ο χαρακτήρας μου, χωρίς όρια».

Αλίμονο, δηλαδή, αν μπήκε στην προεκλογική πιστεύοντας ότι δεν θα βίωνε προσπάθεια αποδόμησής του όταν οι δημοσκοπήσεις τον ανεβάζουν στα ύψη. Θα σήμαινε ότι ζει στον κόσμο του. Το ερώτημα είναι πώς θα διαχειριστεί ως Πρόεδρος μια κρίσιμη κατάσταση σε πολύ σοβαρότερα ζητήματα αν αποφεύγει τώρα ως υποψήφιος να διαχειριστεί «μια οργανωμένη προσπάθεια από κάποιους».

Επομένως, και «προς σεβασμό προς την κυπριακή κοινωνία, προς τον κυπριακό λαό», όπως έλεγε ο ίδιος, δεν γίνεται για τους επόμενους πέντε μήνες να αγνοεί όσους ζητούν απαντήσεις, ακόμα κι αν τα ερωτήματα αφορούν την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα του, που οι άλλοι θέλουν να πλήξουν. Άλλωστε, αυτό μπορεί να θεωρηθεί και αλαζονεία.