Στις 18/8/2025 καθημερινή εφημερίδα δημοσίευσε την ακόλουθη δήλωση του Γ.Γ. του ΑΚΕΛ Στέφανου Στεφάνου. «Συνεχίζουμε τον αγώνα για απελευθέρωση και επανένωση». Αμέσως μετά που παραθέτει τη δήλωση του Στέφανου Στεφάνου, η εφημερίδα τον κάλεσε να διαλέξει, γράφοντας επι λέξη: «Στέφανε επιτέλους διάλεξε. ‘Η τη μια ή την άλλη». Δηλαδή κατά την συγκεκριμένη προσέγγιση την οποία δεν είναι μόνο η εφημερίδα που την ασπάζεται, αλλά και άλλοι, η «απελευθέρωση» αντιστρατεύεται την «επανένωση» και το αντίθετο. Ας εξετάσουμε αυτήν την άποψη, αφού σημειώσω ότι η συντριπτική πλειοψηφία του πολιτικού κόσμου και του κυπριακού λαού, συμμερίζεται την άποψη την οποία εξέφρασε ο Γ.Γ. του ΑΚΕΛ.
Κατά την κρίση μου οι δύο λέξεις εκφράζουν κατά απόλυτα λιτό τρόπο το τι είναι το κυπριακό. Το κυπριακό, μετά το 1974 και την τουρκική εισβολή, είναι ένα διεθνές, περιφερειακό και τοπικό πρόβλημα που το συνθέτουν δύο πτυχές. Η διεθνής και εσωτερική. Η διεθνής συνίσταται στην εισβολή και συνεχιζόμενη κατοχή και τα επακόλουθα της. Στρατεύματα, ασφάλεια, έποικοι και τις Εγγυήσεις του 1960 οι οποίες κατά γενική παραδοχή πρέπει να καταργηθούν, περιλαμβανομένου φυσικά του δικαιώματος μονομερούς επέμβασης. Όταν μιλώ για γενική παραδοχή δεν εννοώ μόνο το σύνολο των ε/κ και μερίδα τ/κ, αλλά και ολόκληρη τη διεθνή κοινότητα. Η οποία επίσης εμπράκτως συμφωνεί και αποδέχεται την ύπαρξη των δύο πτυχών στο κυπριακό, εξ΄ου και οι πολυμερείς συναντήσεις διεξάγονται σε δύο τραπέζια και με διαφορετική σύνθεση.
Είναι σε όλους γνωστό ότι η εσωτερική πτυχή συνίσταται στη ρύθμιση των σχέσεων των δύο κοινοτήτων και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τη διακυβέρνηση, το εδαφικό, το περιουσιακό κλπ. Κατά την άποψη μου η λέξη «απελευθέρωση» εμπερικλείει τη Διεθνή πτυχή του προβλήματος και η λέξη «επανένωση» την εσωτερική. Άρα καμία δεν εμπεριέχεται αντίφαση στην πρόταση «απελευθέρωση και επανένωση». Θα ήταν πάρα πολύ ενδιαφέρον να εξηγήσουν, όσοι βλέπουν αντίφαση σε τι συνίσταται αυτή. Να εξηγήσουν γιατί για παράδειγμα η αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων κατοχής, αντιστρατεύεται ή παρεμποδίζει την επίλυση του περιουσιακού. ΄Η γιατί θεωρούν ότι η κατάργηση του μονομερούς δικαιώματος επέμβασης εμποδίζει την εμπέδωση του αισθήματος ασφάλειας που με τη σειρά του προάγει το κλίμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Η αμοιβαία εμπιστοσύνη με τη σειρά της όσον αυξάνεται τόσον διευκολύνει την επίλυση άλλων ζητημάτων.
Θεωρώ ότι δεν υπάρχει ελληνοκύπριος ο οποίος αποδέχεται την μόνιμη παραμονή τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο, ούτε κάποιος που να μην στηρίζει την άμεση κατάργηση των εγγυήσεων. Συνάγω από αυτά ότι και ουδείς ε/κ υιοθετεί την άποψη ότι μπορεί να γίνουν παραχωρήσεις σε αυτά τα δύο ζητήματα. Αν λοιπόν έτσι έχουν τα πράγματα, δεν διανοούμαι ότι η υποτιθέμενη αντίφαση μπορεί να εδράζεται στο μυαλό οποιουδήποτε, στην ετοιμότητα υποχώρησης σε αυτά τα ζητήματα με αντάλλαγμα π.χ. στο τομέα της διακυβέρνησης. Ούτε μπορώ να σκεφτώ ότι ο οποιοσδήποτε μπορεί να σκέφτεται π.χ. ας χαλαρώσουμε λίγο τις θέσεις μας σε αυτά τα θέματα για να επανέλθει η Τουρκία στο τραπέζι των συνομιλιών με ελπίδα την επανένωση.
Πραγματική επανένωση του τόπου, του λαού, της οικονομίας, των θεσμών κλπ θα υλοποιηθεί μόνο με επίτευξη της «απελευθέρωσης» δηλαδή της κατάργησης των εγγυήσεων και του μονομερούς δικαιώματος επέμβασης, την πλήρη αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων, την επίλυση του προβλήματος ασφάλειας ε/κ και τ/κ και του κυπριακού κράτους και την επίλυση του θέματος των εποίκων. Χωρίς αυτά καμιά επανένωση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί. Άρα καμία αντίθεση μεταξύ των δύο όρων απελευθέρωση και επανένωση. Το να καλλιεργείται η ιδέα ότι υπάρχει αντίθεση μεταξύ αυτών των δύο όρων είναι άθελα μεν, αλλά υπαρκτό εμπόδιο στη συνείδηση της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού, ώστε να μπορέσουμε να φτάσουμε σε λύση του κυπριακού. Η λύση στα πλαίσια του ΟΗΕ και στη βάση των αποφάσεων του θα πρέπει να αποδώσει στο τέλος ένα κανονικό κράτος.
Θεωρώ ότι προσεγγίσεις όπως αυτή που σχολιάζω, προέρχονται από την λανθασμένη εντύπωση ότι κάνοντας, καλοπροαίρετα, κινήσεις για να συνταυτίσουμε τις εκάστοτε απαιτήσεις της Τουρκίας θα την οδηγήσουν σε λογική στάση. Η ιστορία απέδειξε το αντίθετο. Πέραν τούτου αν προχωρούμε με αυτήν την λογική απομακρυνόμαστε από τον επιθυμητό στόχο της λύσης εντός παραμέτρων ΟΗΕ. Η λύση είναι αναγκαία όσον ποτέ άλλοτε. Αυτό είναι δεδομένο. Αλλά όχι μια οποιαδήποτε ρύθμιση που η Τουρκία θα αποδέχεται. Γιατί μια χώρα που επιμένει σε λύση δύο κρατών θα αποδεχτεί μόνο εκείνη τη ρύθμιση που υλοποιεί τον στόχο της. Είτε άμεσα, είτε σε σύντομο χρονικό διάστημα, μετά από μια τέτοια ρύθμιση.
Κατά συνέπεια αυτή τη στιγμή προέχει να αποδεχτεί η Τουρκία να επανέλθει σε συνομιλίες εντός παραμέτρων ΟΗΕ. Η συζήτηση επι των διαφόρων κεφαλαίων που συνθέτουν το κυπριακό, όπως καταγράφονται και στο πλαίσιο Γκουτέρες έπεται. Τότε είναι που θα πρέπει να συζητηθούν οι κινήσεις, οι θέσεις, οι οποίες θα τεθούν στο τραπέζι των συνομιλιών.
Η ιστορία των συνομιλιών αποδεικνύει ότι ανεξάρτητα από λάθη και αστοχίες της ε/κ πλευράς ή και της τ/κ πλευράς, εννοώ εδώ τους ηγέτες της τ/κ πλευράς που επιθυμούσαν λύση, προσέκρουαν πάντοτε κατά κυριαρχικό λόγο, πάντα στο ίδιο σημείο. Στην άρνηση της Τουρκίας να τερματίσει τη φυσική της παρουσία στην Κύπρο. Στην άρνηση της να επιτρέψει να καταστεί το κυπριακό κράτος πραγματικά ανεξάρτητο. Αυτό πρέπει να συνειδητοποιηθεί από όλους, αν πρόκειται να υπάρξει η μέγιστη δυνατή ενότητα, έτσι ώστε με προσήλωση στο στόχο της λύσης στη βάση των αποφάσεων του ΟΗΕ, να δοθεί η μάχη υλοποίησης του στόχου για απελευθέρωση και επανένωση.