Η ενόχληση της Αθήνας ήταν ουσιαστική. Η Λευκωσία εμφανίστηκε να επιχειρεί να καπελώσει μια περιφερειακή πρωτοβουλία της Ελλάδας. Γιατί; Διότι ο Νίκος Χριστοδουλίδης μιλά πια ως διαχειριστής μιας κουρασμένης χώρας, που ταλανίζεται από διαφθορά, πολιτική ανεπάρκεια και θεσμική κατάπτωση.
Σε μια ακόμη κίνηση επικοινωνιακής υπερβολής, ο Πρόεδρος Νίκος Χριστοδουλίδης παρουσίασε από το βήμα του 21ου Economist Cyprus Summit το όραμά του για τη δημιουργία ενός «περιφερειακού οργανισμού ασφάλειας και συνεργασίας» στη Μέση Ανατολή— «ενός είδους ΝΑΤΟ ή ΟΑΣΕ της περιοχής» όπως ο ίδιος είπε. Στην πραγματικότητα, ήταν άλλη μια δήλωση με διεθνή λεξιλόγιο και εσωτερική στόχευση: να ανακυκλώσει την εικόνα ενός ηγέτη που κινείται σε μεγάλα γεωπολιτικά ύψη, ενώ κάτω, στο εσωτερικό, η χώρα του βυθίζεται στην αστάθεια, στα σκάνδαλα και στις στάχτες των δασών της.
Ενός ηγέτη που ταυτόχρονα «κοιμίζει» τις όποιες προοπτικές για λύση του Κυπριακού έχουν δημιουργηθεί με την ανάληψη της ηγεσίας της τουρκοκυπριακής κοινότητας από τον Τουφάν Έρχουρμαν. Αντί να δίνει την εικόνα πως όντως το νησί μπήκε σε μια νέα εποχή η οποία μπορεί να αναθερμάνει τις ελπίδες λύσης και επανένωσης, έστω μισό αιώνα μετά την Τραγωδία του πραξικοπήματος και της εισβολής του 1974, επιχειρεί να προβληθεί σαν η πολιτική διάνοια που γεννήθηκε μέσα από τους αφρούς της θάλασσας της Πέτρας του Ρωμιού.
Μακάρι να βγω ψεύτης και οράματα όπως το «περιφερειακό ΝΑΤΟ» να ευδοκιμήσουν οσονούπω. Ωστόσο, η σύλληψη μιας τέτοιας πρωτοβουλίας θα μπορούσε να θεωρηθεί τολμηρή- αν δεν έμοιαζε τόσο πρόχειρη και επικοινωνιακά διαχειρισμένη. Πώς ακριβώς μπορεί η Κύπρος να «ωριμάσει τις απαραίτητες πολιτικές συνθήκες» για έναν οργανισμό ασφάλειας σε μια περιοχή όπου ακόμη δεν κατάφερε να λύσει το δικό της εσωτερικό πρόβλημα ασφάλειας, το Κυπριακό; Πώς μπορεί να αυτοπροβάλλεται ως «διπλωματική γέφυρα» όταν οι σχέσεις της με την Αθήνα δοκιμάζονται, οι σχέσεις της με το Ισραήλ ψυχραίνονται και η ίδια αδυνατεί να σταθεί ως αξιόπιστος συνομιλητής στα ευρωπαϊκά όργανα;
Η αντίδραση από την Αθήνα υπήρξε εύγλωττη. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που ήδη είχε ανακοινώσει την ανάληψη ελληνικής πρωτοβουλίας για ένα φόρουμ κρατών της Ανατολικής Μεσογείου, πληροφορήθηκε από τα δημοσιεύματα της Λευκωσίας ότι ο Κύπριος Πρόεδρος «εργάζεται» για κάτι παρόμοιο- χωρίς προηγούμενη συνεννόηση. Η ενόχληση δεν ήταν τυπική, ήταν ουσιαστική: η Λευκωσία εμφανίστηκε να επιχειρεί να καπελώσει μια περιφερειακή πρωτοβουλία της Αθήνας, ανοίγοντας νέο μέτωπο παρεξηγήσεων ανάμεσα σε δύο πρωτεύουσες που θεωρητικά συντονίζονται στρατηγικά.
Το πολιτικό ερώτημα είναι σαφές: τι εξυπηρετεί μια τέτοια ρητορική υπερπαραγωγή; Η απάντηση βρίσκεται στην εσωτερική φθορά της κυβέρνησης. Ο Νίκος Χριστοδουλίδης δεν μιλά πια ως ηγέτης μιας μεταρρυθμιστικής Κυπριακής Δημοκρατίας. Μιλά ως διαχειριστής μιας κουρασμένης χώρας, που ταλανίζεται από διαφθορά, ανεπάρκεια και θεσμική αναισθησία. Το «ΝΑΤΟ της Μέσης Ανατολής» μοιάζει περισσότερο με ψευδαίσθηση εξωτερικής αίγλης, πίσω από την οποία κρύβεται η εσωτερική παρακμή.
Η Κύπρος τα τελευταία χρόνια πληρώνει ακριβά την αλαζονεία και την ασυδοσία δύο Προεδριών- Αναστασιάδη και Χριστοδουλίδη. Από τα «χρυσά διαβατήρια» έως το φιάσκο του Τερματικού στο Βασιλικό, το κράτος έχει μετατραπεί σε θεσμό νομιμοποίησης της διαφθοράς. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ζητά επιστροφή 67 εκατομμυρίων ευρώ από τα 101 που χρηματοδότησε στο έργο του Βασιλικού, αναγνωρίζοντας ουσιαστικά ότι η Κύπρος παραπλάνησε τους ίδιους τους ευρωπαίους εταίρους της.
Το έργο, που παρουσιάστηκε ως «ενεργειακό άλμα του τόπου», κατέληξε σε μνημείο κακοδιαχείρισης και παρατυπιών. Προκηρύξεις χωρίς έλεγχο, συμβάσεις εκτός πραγματικότητας, πολιτική συγκάλυψη. Ενώ η Ελεγκτική Υπηρεσία και η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έψαχναν απαντήσεις, το Προεδρικό επέλεξε τη σιωπή.
Ο Χριστοδουλίδης δεν συγκρούστηκε με το κατεστημένο· το συντήρησε. Όπως και στα «χρυσά διαβατήρια»- ένα σύστημα που ξεπούλησε την ευρωπαϊκή ταυτότητα της Κύπρου σε φυγάδες και ολιγάρχες- δεν υπήρξε κάθαρση, ούτε δήμευση παράνομων κερδών, ούτε καταδίκες των πρωταγωνιστών. Στη Γαλλία, ο Νικολά Σαρκοζί καταδικάζεται για παράνομη χρηματοδότηση. Στην Κύπρο, κανείς. Η Νομική Υπηρεσία, με επικεφαλής διορισμένους του Αναστασιάδη, λειτουργεί ως ασπίδα της ατιμωρησίας.
Και κάπως έτσι, η χώρα εμφανίζεται διεθνώς ως «πειρατικός θύλακας» εντός της ΕΕ: φανταχτερές εξαγγελίες, θεαματικά εγκαίνια και, στο τέλος, φιάσκο. Το Βασιλικό δεν είναι μεμονωμένο. Είναι η κορυφή ενός παγόβουνου που ξεκινά από τα διαβατήρια, περνά από τον «Προμηθέα» και τα καύσιμα, φτάνει έως την καθημερινότητα του πολίτη: ακριβό ρεύμα, πανάκριβα ενοίκια, αβάσταχτο κόστος ζωής, κόκκινα δάνεια που βαραίνουν ακόμα τους ώμους των νοικοκυριών.
Το καλοκαίρι του 2025 έφερε μια ακόμη τραγωδία: τις πυρκαγιές που κατέκαψαν το ένα τρίτο της ορεινής Λεμεσού και άφησαν πίσω δύο νεκρούς. Την ώρα που οι φλόγες τύλιγαν χωριά και περιουσίες, οι κρατικές υπηρεσίες έδιναν ρεσιτάλ ασυνεννοησίας. Ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης διακήρυττε ότι «δεν είναι η ώρα για ευθύνες» και πως «έγιναν όσα μπορούσαν να γίνουν». Ο Πρόεδρος, πιο διπλωματικά, υποσχόταν «πλήρη αποκατάσταση ζημιών» και «πρωτοφανή κατάσταση πραγμάτων». Κανείς δεν μίλησε για προληπτικά μέτρα, για ευθύνες, για την ανεπάρκεια του κράτους.
Η εικόνα είναι οικεία: από τις στάχτες των πυρκαγιών μέχρι τις στάχτες της θεσμικής αξιοπιστίας, η Κύπρος μαθαίνει να ζει μέσα στα αποκαΐδια. Και κάθε φορά, οι υποσχέσεις επαναλαμβάνονται. Όπως μετά τα διαβατήρια, μετά το Βασιλικό, μετά το «πάγωμα» των έργων στο λιμάνι της Λάρνακας, μετά τη στασιμότητα του δρόμου Πάφου- Πόλης Χρυσοχούς, μετά την κρίση με την Αθήνα για τον Great Sea Interconnector. Ένα μοτίβο διακυβέρνησης χωρίς πυξίδα, χωρίς λογοδοσία, χωρίς όραμα.
Εδώ σαφώς προκύπτει ότι η κρίση δεν είναι συγκυριακή, είναι συστημική και παράγει και παραπούλια, με μια μηχανή που εκκολάπτει νεοσσούς κατ’ εικόνα και ομοίωση και αυτονόητα κενούς περιεχομένου… καθότι κληρονόμησαν τα οφίκια από τις οικογένειες τους!
Δεν πρόκειται απλώς για αστοχίες ή κακοτυχίες. Είναι το σύμπτωμα ενός κράτους που λειτουργεί με την ηθική της ατιμωρησίας. Από την υπόθεση του Θανάση Νικολάου- που εδώ και είκοσι χρόνια σέρνεται ανάμεσα σε συγκάλυψη και εξευτελισμό της δικαιοσύνης- μέχρι τα μεγάλα σκάνδαλα της οικονομίας, η Κύπρος αρνείται να κοιταχτεί στον καθρέφτη της.
Η διαφθορά δεν είναι πλέον παρέκκλιση· είναι κανονικότητα. Και η κανονικότητα αυτή έχει καταστρέψει κάθε αίσθημα εμπιστοσύνης. Ο πολίτης που πληρώνει φόρους, που παλεύει να πληρώσει λογαριασμούς, που υφίσταται το χαράτσι των ρύπων επειδή η χώρα συνεχίζει να παράγει ηλεκτρισμό με μαζούτ, βλέπει πως το κράτος του δεν ανταποδίδει τίποτα.
Ο τίμιος φορολογούμενος είναι ο μεγάλος χαμένος κάθε σκανδάλου. Αν υπάρχει μια έννοια που πρέπει να ξανακερδηθεί, αυτή είναι η Δικαιοσύνη. Όχι στα λόγια, αλλά στην πράξη. Όσο οι μεγάλες υποθέσεις θα μπαίνουν στο αρχείο και οι μικροϋποθέσεις θα διώκονται για να υπάρχει «ισορροπία», η κοινωνία θα παραμένει εγκλωβισμένη στην κυνική της απογοήτευση.
Η λύση δεν είναι σύνθετη, είναι απλώς πολιτικά δύσκολη:
- Θεσμοθέτηση δήμευσης περιουσιών για όσους εμπλέκονται σε σκάνδαλα.
- Αλλαγή στη Νομική Υπηρεσία, που λειτουργεί ως φρούριο συγκάλυψης.
- Απονομή δικαιοσύνης χωρίς εξαιρέσεις– ακόμα κι αν φτάσει ως τα ανώτατα αξιώματα.
Μόνο τότε θα πάψει η Κύπρος να είναι το «πειρατικό πλοίο» της Ευρώπης και θα μπορέσει να σταθεί ως σοβαρό κράτος δικαίου. Χωρίς αυτή την κάθαρση, κανένα περιφερειακό ΝΑΤΟ, κανένα φόρουμ, καμία διεθνής πρωτοβουλία δεν θα έχει νόημα. Διότι η ασφάλεια μιας χώρας δεν ξεκινά από τις διακηρύξεις στα συνέδρια. Ξεκινά από την εμπιστοσύνη των πολιτών της στο ίδιο το κράτος. Και όσο αυτή η εμπιστοσύνη θα παραμένει θαμμένη κάτω από στάχτες, κανένα διπλωματικό όραμα δεν θα μπορέσει να την αναστήσει.
Ελεύθερα, 9.11.2025