Πάγιο ερώτημα, πολλών φίλων από την Κύπρο. Πάντα απαντώ. Αλλά και πάντα προσπαθώ να τους πω «ρε παιδιά, υπάρχει τόση ενημέρωση πια, σε πάρα πολλά sites».

«Εντάξει», μου λένε. «Τα διαβάζουμε. Αλλά εσύ θα ξέρεις κάτι παραπάνω».

Στην αρχή θύμωνα, τώρα το διασκεδάζω. Η καχυποψία τους (που μπορεί, εν μέρει να είναι και δικαιολογημένη), είναι ότι «μπορεί να μην μας τα λένε όλα» και, επομένως, ενδέχεται να τα γνωρίζω εγώ.

Εν πάση περιπτώσει, έχουμε μια ωραία σχέση. Γνωριζόμαστε χρόνια. Και, μάλιστα, πρέπει να πω ότι, αντίστροφα, κάνω και εγώ το ίδιο σε φίλες και φίλους μου.

«Τι γίνεται ρε παιδιά στο νησί; Λέτε να τα βρούμε με τον καινούργιο τον Έρχιουρμαν;».

Κάποιοι μου δίνουν τη γνώμη τους. Κάποιοι με αποστομώνουν λέγοντας «εσύ να μας πεις».

– Μα εγώ είμαι στην Αθήνα.

– Ναι, αλλά κάτι θα ξέρεις!

Μου αρέσει αυτή η σχέση, γιατί είναι ανιδιοτελής και αθώα. Ξέρω πολύ καλά τι σκέφτονται, τι φοβούνται, τι ελπίζουν. Εξαιρώ τους φανατικούς. Τους «κολλημένους», όπως λέμε στην Ελλάδα. Όπου έχουν φυτρώσει πολλά μπουμπούκια, παντός καιρού.

Το πιο σημαντικό είναι να μιλάμε ο ένας στον άλλον. Όχι να επιβάλλουμε εκείνο που θεωρούμε «σωστό». Δεν υπάρχει αυτό. Ούτε και το «λάθος».

Πώς μπορεί να αιωρούνται τέτοιες, δήθεν βεβαιότητες, σε μία πατρίδα που έχει διαμελιστεί στα δυο;

Αυτά τα λίγα.

Και σας αφήνω με μια ιστορία που με αναστάτωσε:

Η Φιόνα Ραγκ, 47 ετών, είναι η νεότερη κόρη του Τζον Σμιθ, δικηγόρου και προέδρου χριστιανικού φιλανθρωπικού ιδρύματος, μίλησε στο BBC για τα φρικτά εγκλήματα που έμαθε ότι διέπραξε ο πατέρας της στο μικρό διάστημα μεταξύ τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και τους πρώτους μήνες της δεκαετίας του ’80.

Συγκεκριμένα, η γυναίκα έμαθε ότι ο πατέρας της υπέβαλε περίπου 130 αγόρια και νεαρούς άνδρες σε ακραία σωματική και σεξουαλική κακοποίηση, με το πρόσχημα ότι τάχα ήθελε να τους μάθει πόσο σημαντική είναι «η πνευματική πειθαρχία». Σε αυτόν!

Αποκαλύπτεται τώρα ότι ο δικηγόρος-βιαστής, προφανώς για να έχει κάποιο …άλλοθι, είχε συνδεθεί εκείνον τον καιρό με την Εκκλησία της Αγγλίας.

Εν πάση περιπτώσει, ο βιαστής συνελήφθη και προφυλακίστηκε. Όμως απεβίωσε πριν καν οδηγηθεί στη Δικαιοσύνη.

Στα χρόνια που ακολούθησαν, η κα Ραγκ, που πλέον ζει στο Μπρίστολ, έχει δυσκολευτεί πολύ να αποδεχτεί τη σκληρή αλήθεια και πολύ συχνά είχε να παλέψει με συναισθήματα «ντροπής λόγω συσχέτισης».

«Μπορώ λογικά να καταλάβω ότι δεν φταίω σε καμία περίπτωση, αλλά νιώθω ένοχη που ο πατέρας μου μπόρεσε να το κάνει αυτό το πράγμα σε κάποιον άνθρωπο. Και το χειρότερο, δεν μετάνιωσε ποτέ για όσα έκανε».

Το επίσημο πόρισμα για τα εγκλήματα αυτά, δημοσιεύτηκε το 2024. Διαπίστωσε ότι ο χειρισμός των κατηγοριών εναντίον του Σμιθ από την Εκκλησία, ισοδυναμούσε με συγκάλυψη. Μάλιστα, ένας κληρικός παραδέχτηκε δικαιολογούμενος ότι: «Νόμιζα ότι θα έκανα τεράστια ζημιά στο έργο του Θεού αν δημοσιοποιούσα αυτά που ήξερα»!