Ο όρος συγκοπή (κοινώς γνωστός ως λιποθυμία) αναφέρεται στην ξαφνική και πλήρη απώλεια της συνείδησης ακολουθούμενη από ταχεία και πλήρη ανάνηψη. Η συγκοπή δεν πρέπει να συγχέεται με την καρδιακή ανακοπή. Ένα άτομο με καρδιακή ανακοπή επίσης χάνει ξαφνικά τις αισθήσεις του αλλά χωρίς άμεση ιατρική φροντίδα θα καταλήξει. Εν αντιθέσει το άτομο με συγκοπή ανανήπτει γρήγορα και σχεδόν πάντα χωρίς καμία θεραπευτική παρέμβαση. Στους περισσότερες περιπτώσεις η εμφάνιση συγκοπής δεν σχετίζεται με κάποια υποκείμενη πάθηση και έχει καλοήθη πρόγνωση. Παρόλα αυτά κατά τη διάρκεια ενός συγκοπτικού επεισοδίου μπορεί να προκύψουν τραυματισμοί, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να υποκρύπτει σοβαρή υποκείμενη νόσο. Για αυτούς τους λόγους κάθε άτομο που έχει βιώσει συγκοπτικό επεισόδιο θα πρέπει να αναζητήσει ιατρική βοήθεια.
Ποια είναι τα συνηθέστερα αίτια που μπορεί να οδηγήσουν σε συγκοπή;
Αγγειοπαρασυμπαθητική ή Νευροκαρδιογενής Συγκοπή: Παρά το περίπλοκο όνομα πρόκειται για την κοινή λιποθυμία. Συχνά προκαλείται από έντονη συγκινησιακή φόρτιση σε ερεθίσματα όπως φόβος, πόνος και η θέα του αίματος. Άλλοτε προκαλείται λόγω αφύσικης ανταπόκρισης του νευρικού συστήματος κατά την ούρηση , την αφόδευση ή κατά τον έντονο βήχα. Της λιποθυμίας συνήθως προηγούνται συμπτώματα όπως ζάλη, ναυτία, θόλωση της όρασης και εφίδρωση.
Διαταραχές του καρδιακού ρυθμού (αρρυθμίες): Τόσο η μείωση των καρδιακών παλμών (Βραδυκαρδία – Βραδυαρρυθμία) όσο και η μεγάλη αύξηση (Ταχυκαρδία – Ταχυαρρυθμία) μπορούν να προκαλέσουν συγκοπή. Η επίδραση αυτή είναι ακόμα εντονότερη σε άτομα με προϋπάρχοντα καρδιακά προβλήματα (όπως σε καρδιακή ανεπάρκεια).
Απόφραξη της εξόδου του αίματος από την καρδιά: Αφορά κυρίως την υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια και τη στένωση της αορτικής βαλβίδας. Κοινή συνισταμένη των δυο αυτών καταστάσεων είναι η παρεμπόδιση του αίματος κατά την έξοδο από την καρδιακή κοιλότητα προς την αορτή (και από εκεί στα υπόλοιπα όργανα και φυσικά στον εγκέφαλο).
Ορθοστατική Υπόταση: Πρόκειται για ελάττωση της αρτηριακής πίεσης κατά την αλλαγή της θέσης ενός ατόμου από την κατακεκλιμένη στην όρθια ή την καθιστή θέση. Διάφορες καταστάσεις μπορούν να προκαλέσουν ορθοστατική υπόταση όπως η απώλεια αίματος και η αφυδάτωση, φάρμακα (αντιυπερτασικά, αντικαταθλιπτικά, κ.α.), νοσήματα που προσβάλλουν το νευρικό σύστημα (όπως η νόσος Parkinson, η νευροπάθεια που παρατηρείται στο σακχαρώδη διαβήτη) και η υπερβολική κατανάλωση οινοπνεύματος.
Σε ποιες εξετάσεις πρέπει να υποβληθεί ένα άτομο που βίωσε συγκοπτικό επεισόδιο; Το ιατρικό ιστορικό και η κλινική εξέταση έχουν καθοριστικό ρόλο στη διαγνωστική προσπέλαση ενός ατόμου με συγκοπτικό επεισόδιο. Για παράδειγμα η παρουσία πρόδρομων συμπτωμάτων όπως ναυτία και εφίδρωση καθιστούν πιο πιθανή ως αιτία την αγγειοπαρασυμπαθητική συγκοπή (κοινή λιποθυμία). Εν αντίθεση η ξαφνική απώλεια των αισθήσεων χωρίς πρόδρομα συμπτώματα ή η εμφάνιση της λιποθυμίας κατά τη διάρκεια σωματικής άσκησης στρέφουν τη διάγνωση προς καρδιολογικές καταστάσεις. Στις περισσότερες περιπτώσεις καθίσταται απαραίτητη η διενέργεια παρακλινικών δοκιμασιών. Το ηλεκτροκαρδιογράφημα και το υπερηχογράφημα καρδίας δίδουν πολύτιμες πληροφορίες για την παρουσία δομικής καρδιοπάθειας ή ηλεκτρικών διαταραχών της καρδίας. Στις περιπτώσεις όπου συγκοπή εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της άσκησης μπορεί να απαιτηθεί η διενέργεια δοκιμασίας κοπώσεως με σκοπό την αναπαραγωγή και ταυτοποίηση τυχών αρρυθμιών κατά την άσκηση. Σημαντικό εργαλείο για τη διαφορική διάγνωση αποτελεί η εφαρμογή 24ωρης (ή και περισσότερο ανάλογα με τις δυνατότητες της συσκευής) καταγραφής του καρδιακού ρυθμού (Holter ρυθμού). Άλλη παρακλινική εξέταση που μπορεί να διενεργηθεί είναι η δοκιμασία ανάκλισης (TiltTableTest). Κατά τη δοκιμασία αυτή ο ασθενής ξαπλώνει σε ειδική κλίνη και το σώμα του συγκρατείται με τη βοήθεια ιμάντων. Η κλίνη αλλάζει κλίση σε διάφορες γωνίες και ανάλογα με την αντίδραση της αρτηριακής πίεσης και του καρδιακού ρυθμού του ασθενούς (που παρακολουθούνται στενά καθόλη τη διάρκεια της δοκιμασίας) μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα για την αιτία που προκαλεί τα συγκοπτικά επεισόδια.
Ποιες είναι οι πιθανές θεραπευτικές παρεμβάσεις;
Η θεραπεία εξαρτάται από την υποκείμενη αιτία. Στις περιπτώσεις της αγγειοπαρασυμπαθητικής συγκοπής (κοινής λιποθυμίας) τα άτομα ενημερώνονται για κάποια γενικά μέτρα που βοηθούν στην πρόληψη των επεισοδίων όπως η καλή ενυδάτωση, η αποφυγή παρατεταμένης ορθοστασίας και άλλων καταστάσεων που μπορεί να πυροδοτήσουν τα επεισόδια (θέα αίματος, έντονος φόβος, ούρηση σε όρθια θέση). Επιπλέον εκπαιδεύονται σε ειδικές ισομετρικές ασκήσεις για αποφυγή επικείμενης απώλειας συνείδησης μετά από την εμφάνιση προειδοποιητικών συμπτωμάτων (όπως σταύρωμα των ποδιών και ισομετρική σύσπαση (σφίξιμο) των μυών στα πόδια. τράβηγμα των χεριών με δύναμη προς αντίθετες κατευθύνσεις ενώ τα δάκτυλα παραμένουν «δεμένα» μεταξύ τους κ.α.). Στις περιπτώσεις που διαπιστωθεί υποκείμενη καρδιολογική αιτία η θεραπεία στοχεύει προς αυτή και μπορεί να αφορά είτε φαρμακευτική αγωγή (π.χ. αντιαρρυθμικά) είτε τοποθέτηση βηματοδότη ή απινιδωτή ή ακόμα και χειρουργική επέμβαση (π.χ. σε σοβαρή στένωση της αορτικής βαλβίδας).