Είναι πράγματι κρίμα να ρέει καθημερινά άφθονο το αίμα στην άσφαλτο, να χάνονται τόσο άδικα ανθρώπινες ζωές και οι θλιβεροί απολογισμοί από τα οδικά δυστυχήματα να φιγουράρουν σταθερά στην ημερήσια διάταξη. Εύλογα προκύπτει το ερώτημα γιατί να μην μπορεί να μπει επιτέλους ένα φρένο στον εφιάλτη του Μολώχ της ασφάλτου, την ίδια, μάλιστα, ώρα που οι λογής πανδημίες μάς βάζουν σε μια τάξη και πειθαρχία…

Δεν περνά μέρα που να μην θρηνεί μια οικογένεια δικό της άνθρωπο. Είτε χάνεται τόσο άδικα είτε καταλήγει να είναι διασωληνωμένος σε μια Εντατική Μονάδα και να χαροπαλεύει… Οι εκστρατείες που αναλαμβάνονται και από την Αστυνομία αλλά και από άλλους φορείς δεν φαίνεται να μας οδηγούν στο προσδοκώμενο που είναι η συγκράτηση έστω του φαινομένου. Όχι, βέβαια, γιατί υστερούν είτε ποιοτικά είτε ποσοτικά. Προφανώς, όμως, γιατί έχουν να κάνουν με σαφώς αδιόρθωτες νοοτροπίες που με τίποτε δεν φαίνεται να ξεριζώνονται. Αλίμονο αν έλειπαν κι αυτές οι συντονισμένες υπό τις περιστάσεις προσπάθειες. Ίσως να θρηνούσαμε ακόμα περισσότερα θύματα.

Δεν γνωρίζουμε ακόμα αν οι νέες ποινές με τα τσουχτερά πρόστιμα που οσονούπω μπαίνουν σ’ εφαρμογή, από την ερχόμενη Πέμπτη, θα δράσουν καταλυτικά γι’ ανάσχεση του φαινομένου. Το ότι «ο φόβος φέρνει κόλαση» μπορεί να έχει τη θέση του και να επενεργήσει ανάλογα. Είναι χαρακτηριστικό στην περίπτωση αυτό που έχει διαφανεί από κάποιες έρευνες, ότι δηλαδή ενώ τους Κύπριους οδηγούς διακατέχει εν πολλοίς ένα άναρχο στοιχείο στη συμπεριφορά τους όταν βρίσκονται στους δρόμους πίσω από το τιμόνι στην πατρίδα τους, την ίδια στιγμή εμφανίζονται να είναι υποδειγματικά πειθαρχημένοι όταν οδηγούν σ’ άλλες χώρες. Έχουμε όμως την εντύπωση, όσο κι αν όλα αυτά αποκτούν τη σημασία και την αξία τους, ότι και πάλι δεν θα παύσει να αναδεικνύεται η παντοκρατορία μιας ανίκητης νοοτροπίας, η οποία θα είναι εκεί και θα βασιλεύει… Με τη διαφορά ότι σ’ αυτή την περίπτωση χάνονται τόσο άδικα ανθρώπινες ζωές, με πιο τραγική πτυχή το σβήσιμο νέων ανθρώπων και το εν ψυχρώ ψαλίδισμα των ονείρων τους με τόσο άχαρο και άκομψο τρόπο. Θα ήταν ίσως ακόμα πιο αξιόπιστο το εγχείρημα αν, ταυτόχρονα με τις εξοντωτικές όντως ποινές, γινόταν και μια ολομέτωπη επιστράτευση φορέων και υπηρεσιών για εξάλειψη όλων των παγίδων–θανάτου (δεν είναι και λίγες) που ξεδιπλώνονται ανυποψίαστα σ’ όλο το εύρος του οδικού δικτύου, επαναξιολόγησης της σήμανσης κατά τρόπο που να συνάδει με την προσφορά μεγαλύτερης ασφάλειας, της διασφάλισης της απαιτούμενης συντήρησης και κυρίως να προσεχθεί, επιτέλους, το πονεμένο κομμάτι του επαρκούς φωτισμού. Δεν είναι λίγα τα τροχαία που συνέβησαν λόγω αυτών των παραγόντων με ουκ ολίγα θύματα, ακόμα και πεζούς. Να τονίζουμε κάθε φορά γενικά και αόριστα τον ανθρώπινο παράγοντα, μπορεί να μην λέει και πολλά πράγματα όταν αγνοούμε ότι πρόκειται για τοξικό συνδυασμό αιτίων και αγνοώντας άλλα στοιχειώδη. Αν το ύψος των τσουχτερών προστίμων που θα επιβάλλονται ξοδεύονται αποκλειστικά στο κεφάλαιο υποδομή, τότε ίσως θα είναι διαφορετικά τα πράγματα.

Όσα όμως κι αν γίνουν, προεξάρχει το θέμα της οδικής συνείδησης, με την ισχυρή πρόκληση να μετατραπεί αυτό από ένα απλό και ίσως στείρο σύνθημα σε πράξη και βίωμα ζωής. Απαιτεί όμως αυτό μια σε βάθος διείσδυση που αγγίζει μια άλλη μεγάλη πολυεπίπεδη νησίδα που ονομάζεται παιδεία. Η παιδεία στην περίπτωση δεν αφορά μόνο το σχολείο, αλλά και την οικογένεια και την κοινωνία ευρύτερα. Μόνο με αυτή την τολμηρή διείσδυση θα είναι δυνατό να ξεριζωθούν νοοτροπίες που σ’ αυτό τον τόπο καταντούν η κατ’ εξοχή μάστιγα…