Η Ευρωπαϊκή Ένωση φαίνεται να αλλάζει πορεία στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας. Έστω και καθυστερημένα, αναγνωρίζει ότι δεν μπορεί να συνεχίσει να εξαρτάται ενεργειακά από τη Ρωσία και αμυντικά από τις Ηνωμένες Πολιτείες, αν θέλει να διαδραματίζει παγκόσμιο ρόλο. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η μεταβαλλόμενη διεθνής πραγματικότητα λειτούργησαν ως καταλύτης.
Σε αυτό το πλαίσιο, δύο νέες ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες ξεχωρίζουν: το Readiness 2030 και το SAFE.
Το Readiness 2030 είναι το ευρύτερο στρατηγικό πλαίσιο με στόχο την ενίσχυση της αμυντικής ετοιμότητας της ΕΕ μέχρι το 2030. Προβλέπει κινητοποίηση έως και €800 δισ. μέσω εθνικής δημοσιονομικής ευελιξίας, επαναπροσανατολισμού κονδυλίων και προσέλκυσης ιδιωτικών επενδύσεων. Αν και ο στόχος αυτός είναι φιλόδοξος, οφείλουμε να είμαστε ρεαλιστές: η υλοποίηση ενός τέτοιου ποσού μέσα σε πέντε χρόνια είναι εξαιρετικά δύσκολη, σχεδόν ανέφικτη χωρίς συντονισμένες και τολμηρές πολιτικές αποφάσεις.
Το SAFE (Security Action for Europe) είναι το βασικό εργαλείο άμεσης υλοποίησης της παραπάνω στρατηγικής. Με προϋπολογισμό €150 δισ., παρέχει χρηματοδότηση για κοινές αμυντικές προμήθειες, δίνοντας έμφαση στην ευρωπαϊκή παραγωγή και στις συνέργειες μεταξύ κρατών-μελών. Εδώ όμως αναδεικνύεται και μια σοβαρή πρόκληση: η συμμετοχή τρίτων χωρών, όπως η Τουρκία.
Η Τουρκία έχει επιδιώξει να ενταχθεί στο πλαίσιο του SAFE παρά τις ενστάσεις Ελλάδας και Κύπρου. Αυτό δημιουργεί ένα σοβαρό ζήτημα αρχής. Δεν είναι δυνατό μια κατοχική δύναμη, η οποία κατέχει ευρωπαϊκό έδαφος και παραβιάζει συστηματικά το διεθνές δίκαιο, να θεωρείται αξιόπιστος συνέταιρος στην κοινή παραγωγή ευρωπαϊκών εξοπλισμών. Πρόκειται για θεμελιώδες ζήτημα αρχιτεκτονικής ασφάλειας και αμυντικής ταυτότητας της Ευρώπης.
Η μάχη για τη μη συμμετοχή της Τουρκίας δεν είναι στιγμιαία. Είναι ένας μακρύς πολιτικός και θεσμικός αγώνας, που πρέπει να δοθεί συλλογικά. Η Κύπρος και η Ελλάδα έχουν ρόλο-κλειδί να διαδραματίσουν και πρέπει να ασκήσουν συντονισμένη πίεση σε όλα τα ευρωπαϊκά επίπεδα. Στον Δημοκρατικό Συναγερμό, πήραμε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, όπως το ομόφωνο ψήφισμα του ΕΛΚ για το θέμα. Η κυβέρνηση πρέπει να κάνει περισσότερα.
Παράλληλα, η Κύπρος οφείλει να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες. Επί της δικής μου θητείας στο Υπουργείο Άμυνας, αυξήσαμε σημαντικά τις επενδύσεις στην άμυνα και υλοποιήσαμε το μεγαλύτερο εξοπλιστικό πρόγραμμα την τελευταία 20ετιά. Σήμερα, με αυξημένο ΑΕΠ, μπορούμε και πρέπει να κατευθύνουμε περισσότερους πόρους προς την αποτροπή, την καινοτομία και τη στρατηγική μας αυτονομία. Η Ελλάδα ήδη αξιοποίησε τη δυνατότητα εξαίρεσης των αμυντικών δαπανών από τους δημοσιονομικούς στόχους και επέβαλε 25% εγχώρια συμμετοχή στις αμυντικές προμήθειες. Η Κύπρος μπορεί να ακολουθήσει.
Η νέα αρχιτεκτονική άμυνας της Ευρώπης είναι σε διαμόρφωση. Η Κύπρος πρέπει να είναι μέσα, με φωνή, σχέδιο και αποφασιστικότητα. Όχι ως παρατηρητής, αλλά ως ενεργός συμμέτοχος και διεκδικητής.
*Πρώην Υπουργός Άμυνας της Κυπριακής Δημοκρατίας.