Οι πρόσφατες αεροπορικές επιδρομές των Ηνωμένων Πολιτειών στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν στο Fordow, το Natanz και το Isfahan συνιστούν μια σοβαρή κλιμάκωση στην ιστορικά φορτισμένη σχέση μεταξύ Ουάσιγκτον και Τεχεράνης. Η επιχείρηση, η οποία εκτελέστηκε με υπερσύγχρονα βομβαρδιστικά B-2 stealth και πυρομαχικά ακριβείας, είχε ως στόχο να διαλύσει την υποδομή εμπλουτισμού ουρανίου του Ιράν, την οποία οι αμερικανικές/ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες αξιολόγησαν ως επικίνδυνα κοντά στην παραγωγή πυρηνικών όπλων. Ο Τραμπ αναφέρθηκε σε θριαμβευτική επιχείρηση, η οποία έστειλε ηχηρό μήνυμα στην Τεχεράνη. Υποστήριξε ότι οι πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν καταστράφηκαν. Ωστόσο, πίσω από την επικοινωνιακή ρητορική βρίσκεται ένα πέπλο αβεβαιοτήτων και κινδύνων που θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν τη Μέση Ανατολή, με οικουμενικές συνέπειες για το άμεσο και μεσοπρόθεσμο μέλλον.

Οι αρχικές εκτιμήσεις αναφέρονται σε σημαντικές ζημιές σε πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν, εκτιμώντας καθοριστικό πλήγμα στο πρόγραμμα εμπλουτισμού ουρανίου. Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με την ανθεκτικότητα των οχυρωμένων εγκαταστάσεων, εγείροντας ερωτήματα για τη μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα της επιχείρησης. Επίσης, σημειώνεται το ενδεχόμενο ύπαρξης μυστικών πυρηνικών εγκαταστάσεων, οι οποίες παραμένουν άθικτες. Το Σώμα των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης του Ιράν (IRGC) διακήρυξε ότι «ο πόλεμος αρχίζει τώρα». Μια δήλωση που προμηνύει αντίποινα και απειλεί να πυροδοτήσει μια ευρύτερη περιφερειακή κρίση. Οι διακρατικές σχέσεις εισήλθαν σε ένα επισφαλές σταυροδρόμι, όπου οι επιλογές τόσο της Τεχεράνης όσο και της Ουάσιγκτον θα μπορούσαν είτε να ανοίξουν το δρόμο για αποκλιμάκωση είτε να οδηγήσουν σε έναν μεγαλύτερο κύκλο βίας με παγκόσμιες επιπτώσεις.

Η θεωρία του προληπτικού κτυπήματος

Οι υποστηρικτές των επιθετικών ενεργειών των ΗΠΑ σημειώνουν ότι οι βομβαρδισμοί των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν ήταν μια απαραίτητη πράξη πρόληψης ενάντια σε μια υπαρξιακή απειλή. Τα πρόσφατα βήματα του Ιράν στον εμπλουτισμό ουρανίου – σε επίπεδα που θα επέτρεπαν στην παραγωγή πυρηνικών όπλων – σε συνδυασμό με ένα ευρύτερα αδιαφανές πυρηνικό και βαλλιστικό πρόγραμμα, είχαν αυξήσει τους φόβους για μια επικείμενη διαπίστωση ότι το Ιράν είναι η νέα πυρηνική δύναμη στην περιοχή. Η αεροπορική επιχείρηση των ΗΠΑ την 22η Ιουνίου 2025, διευκολύνθηκε από τις ισραηλινές επιχειρήσεις που προηγήθηκαν, με τις οποίες υποβαθμίστηκε η ιρανική αεράμυνα. Οι δυνάμεις των ΗΠΑ έδρασαν με άνεση και αποτελεσματικότητα. Οι υποστηρικτές του προληπτικού κτυπήματος των ΗΠΑ θεωρούν ότι η τερματίστηκε η πυρηνική φιλοδοξία του Ιράν, πριν μπορέσει να υλοποιήσει πλήρως τα σχέδια του, τα οποία θα απειλούσαν την περιφερειακή και παγκόσμια ασφάλεια. Με την αδρανοποίηση του πυρηνικού προγράμματος της Τεχεράνης, τα αμερικανικά χτυπήματα, θα μπορούσαν να αποτρέψουν κι άλλα επίδοξα κράτη, τα οποία οραματίζονταν πυρηνικά όπλα. Επιπλέον, η στρατιωτική επιχείρηση των ΗΠΑ ενισχύει την αξιοπιστία τους, ενόψει πολλών και περίπλοκων γεωπολιτικών προκλήσεων.

Οι κίνδυνοι μιας αλόγιστης ενέργειας

Οι επικριτές, ωστόσο, θεωρούν ότι η αεροπορική επίθεση ήταν ένα απερίσκεπτο εγχείρημα, με καταστροφική προοπτική. Αρχικά, στις ΗΠΑ γίνεται συζήτηση για την απουσία εξουσιοδότησης από το Κογκρέσο. Μέλη του Σώματος θεωρούν ότι η απόφαση Τραμπ στερείται νομιμότητας, διαβρώνει την εθνική συνοχή, και περιπλέκει τις σχέσεις με συμμαχικά κράτη. Το ενδεχόμενο ιρανικών αντιποίνων – με άμεση στρατιωτική δράση, ενεργοποίηση αντιπροσώπων (proxies) ή διενέργεια ασύμμετρων επιθέσεων – προκαλούν ανησυχίες για μια ευρύτερη σύγκρουση, η οποία θα αποσταθεροποιήσει την περιοχή. Αντί να σταματήσουν τις πυρηνικές φιλοδοξίες του Ιράν, οι αμερικανικές επιθέσεις θα μπορούσαν να παρακινήσουν την Τεχεράνη να επιδιώξει πιο συστηματικά την ανάπτυξη όπλων, εγκαταλείποντας κάθε πρόσχημα συμμόρφωσης με διεθνείς συμφωνίες και κανόνες. Ενδεχόμενη επέκταση της κρίσης και του πολέμου θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν τις παγκόσμιες αγορές πετρελαίου, ιδιαίτερα εάν το Ιράν κλείσει τα στενά του Ορμούζ, μέσω των οποίων διακινείται το 1/5 του παγκόσμιου πετρελαίου. Σε μια τέτοια περίπτωση αναμένεται να εκτοξευθούν οι τιμές της ενέργειας, και να προκληθεί οικονομική κρίση παγκοσμίως.

Επιπλέον, η επιχείρηση έχει επιδεινώσει τη συνοχή των ΗΠΑ με τους Ευρωπαίους συμμάχους, κάποιοι εκ των οποίων αντιμετωπίζουν τα χτυπήματα ως πλήγμα στις ήδη εύθραυστες διπλωματικές προσπάθειες για κατάπαυση του πυρός και μια νέα πυρηνική συμφωνία.

Κυρίως, η αμερικανική επίθεση κινδυνεύει να εδραιώσει ένα επικίνδυνο προηγούμενο, σύμφωνα με το οποίο, η στρατιωτική ισχύς – αντί η διπλωματία – , είναι αποτελεσματικότερη για την αντιμετώπιση των ανησυχιών για τη διάδοση πυρηνικών όπλων και περιορισμό των «παραβατικών» κράτων. Αυτή η αντίληψη, όμως, θα μπορούσε να ενθαρρύνει κράτη να αναζητήσουν πυρηνικό οπλοστάσιο ως αντιστάθμισμα έναντι των εξωτερικών απειλών και παρεμβάσεων, υπονομεύοντας με αυτό τον τρόπο το παγκόσμιο πλαίσιο για την αντιμετώπιση της μη διάδοσης όπλων μαζικής καταστροφής. Η εισβολή στο Ιράκ το 2003 έχει καταγράψει εδώ και δύο δεκαετίες τους κινδύνους των προληπτικών πολέμων, οι οποίοι βασίζονται σε λανθασμένες πληροφορίες. Η απόφαση της Βορείου Κορέας να κατασκευάσει πυρηνικά όπλα και βαλλιστικούς πυραύλους που να τα μεταφέρουν, ακόμη και με το κόστος της διεθνούς απομόνωσης, υπογραμμίζει την επικράτηση του ενστίκτου επιβίωσης σε κράτη που βρίσκονται υπό την απειλή μεγάλων δυνάμεων.

Το στρατηγικό δίλημμα του Ιράν

Το Ιράν πρέπει να λάβει αποφάσεις για τα επόμενα βήματα. Μια συγκρατημένη απάντηση – όπως συμβολικές πυραυλικές επιθέσεις σε περιοχές που δεν θα απειληθεί η ζωή αμάχων, κυβερνοεπιθέσεις σε υποδομές των ΗΠΑ ή άλλων κρατών, ή περιορισμένες επιθέσεις από proxies, όπως η Hezbollah – θα μπορούσε να επιτρέψει στην Τεχεράνη να προβάλει ισχύ και αποφασιστικότητα, αποφεύγοντας παράλληλα έναν ολοκληρωτικό πόλεμο που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει. Παρασκηνιακές διαβουλεύσεις, ενδεχομένως με τη μεσολάβηση του Κατάρ ή του Ομάν, θα μπορούσαν να μεταφέρουν την προθυμία της Τεχεράνης για αποκλιμάκωση. Αντιστρόφως, αντίποινα μεγάλης κλίμακας – μπαράζ πυραύλων σε αμερικανικές βάσεις, ισραηλινές πόλεις ή πετρελαϊκές εγκαταστάσεις κρατών του Κόλπου, ή παρατεταμένες επιθέσεις από proxies – είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα προκαλούσαν καταστροφικές αντεπιθέσεις από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, με την προοπτική ενός περιφερειακού πολέμου με απρόβλεπτες συνέπειες. Το κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ, αν και φαινομενικά δίνει στο Ιράν στρατηγικά πλεονεκτήματα, θα αποξενώσει βασικούς εταίρους της Τεχεράνης, όπως η Κίνα και η Ινδία, οι οποίοι βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στις ενεργειακές αγορές του Κόλπου, απομονώνοντας περαιτέρω το Ιράν.

Παγκόσμιοι κίνδυνοι και ιστορικά διδάγματα

Το διακύβευμα της επέκτασης της κρίσης στο Ιράν εκτείνεται πολύ πέρα από τη Μέση Ανατολή. Ενδεχόμενη ιρανική επίθεση στις πετρελαϊκές υποδομές κρατών του Κόλπου θα μπορούσε να προκαλέσει παγκόσμια ενεργειακή κρίση, με σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις. Η πιο ανησυχητική προοπτική όμως είναι να επικρατήσει η άποψη ότι τα πυρηνικά όπλα προσφέρουν την απόλυτη ασφάλεια έναντι των μεγάλων δυνάμεων που επιδιώκουν επεμβάσεις και αλλαγή καθεστώτων. Αυτή η προοπτική θα μπορούσε να επιταχύνει τις διαδικασίες διάδοσης πυρηνικών προγραμμάτων σε χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, η Τουρκία και η Αίγυπτος, ανατρέποντας δεκαετίες προσπαθειών μη διάδοσης.

Η ιστορία προσφέρει την ευκαιρία διδαχής από τα λάθη του παρελθόντος. Θα αποτρέψουν τα αμερικανικά χτυπήματα το Ιράν από την επιδίωξη πυρηνικών όπλων ή αντίθετα θα θρέψουν την αποφασιστικότητα της Τεχεράνης να τα αποκτήσει ως το απόλυτο στρατηγικό αποτρεπτικό μέσο;

Οι επόμενες ημέρες και εβδομάδες

Οι επόμενες ημέρες θα είναι καθοριστικές για την εξέλιξη αυτής της κρίσης. Θα περιοριστεί ή θα ξεσπάσει μια ευρύτερη σύγκρουση στην περιοχή; Η απάντηση του Ιράν –  είτε με κινήσεις αυτοσυγκράτησης είτε με κλιμάκωση – θα είναι καθοριστική. Πολλά εξαρτώνται και από την προθυμία των ΗΠΑ και του Ισραήλ να συνδυάσουν την επίδειξη ισχύος και υπεροχής με διπλωματικές πρωτοβουλίες και αυτοπεριορισμό. Η διεθνής κοινότητα πρέπει να αποτρέψει με όλα τα μέσα και δυνατότητες που διαθέτει την ολίσθηση στην άβυσσο της γεωπολιτικής παραφροσύνης. Ωστόσο, ακόμη και αν αποφευχθεί η άμεση κλιμάκωση, οι επιθέσεις έχουν αλλάξει συθέμελα το τοπίο ασφάλειας της Μέσης Ανατολής, αυξάνοντας τις εντάσεις σε μια ήδη ασταθή περιοχή.

Η αποτίμηση της επιτυχίας ή της αποτυχίας της αμερικανοισραηλινής επιχείρησης δεν έγκειται στα ερείπια των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν, αλλά στον μακροπρόθεσμο αντίκτυπό της στους στρατηγικούς υπολογισμούς της Τεχεράνης και άλλων κρατών. Θα αναγκάσουν τα χτυπήματα το Ιράν να εγκαταλείψει τις πυρηνικές φιλοδοξίες του ή θα το οδηγήσουν σε πιο απελπισμένες και προκλητικές ενέργειες; Προς το παρόν, ο κόσμος παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα, καθώς η Μέση Ανατολή περιηγείται σε μια από τις πιο επικίνδυνες καμπές της πρόσφατης ιστορίας της. Οι συνέπειες αυτού του παιχνιδιού υψηλού ρίσκου – είτε πρόκειται για θρίαμβο του προληπτικού πολέμου είτε για το προοίμιο ενός ευρύτερου πολέμου –  θα αντηχούν στις συνειδήσεις των μελλοντικών γενεών.

Αναπληρωτής Καθηγητής Διακυβέρνησης και Πολιτικής, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας