Η παράταση φοίτησης μέχρι τα 22 έτη για τα παιδιά στα ειδικά σχολεία, η οποία, ως μία άλλη κίνηση εντυπωσιασμού, ανακοινώθηκε πρόσφατα από τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη, δεν είναι λύση. Είναι η προέκταση του θλιβερού αδιεξόδου στο οποίο έχουμε υποβάλει τα παιδιά αυτά. Είναι η υποκρισία που φοράει το πρόσωπο της φιλανθρωπίας και ξεκινά από το ίδιο το προεδρικό.

Κάθε φορά που διαβάζουμε ένα συγκινητικό αφιέρωμα σε ένα παιδί με αναπηρία, που «βρήκε αγάπη» σε ένα «ειδικό» σχολείο, η κοινωνία σπεύδει να αποθεώσει την «προσφορά» και τη φροντίδα. Όμως, κανείς δεν ρωτά το πιο απλό: Γιατί δεν βρέθηκε αυτό το παιδί από την αρχή στο σχολείο της γειτονιάς του, δίπλα σε συνομήλικα παιδιά του, με τα εφόδια που δικαιούται; Γιατί χρειάστηκε να βρει «οικογένεια» μακριά από την κοινωνία; Ποιος του στέρησε αυτή την ευκαιρία; Γιατί συνεχίζουμε να το «κρύβουμε» από την κοινωνία μας και να απωθούμε έτσι τις δικές μας ευθύνες;

Η απάντηση είναι απλή και σκληρή: Κανένα παιδί δεν αποκλείστηκε λόγω της αναπηρίας του, αλλά λόγω των κρατικών πολιτικών και ενός εκπαιδευτικού συστήματος που, ενώ διακηρύσσει τη συμπερίληψη, προάγει διαχρονικά τα στερεότυπα και τον αποκλεισμό. Αυτό που έπρεπε να γίνεται και δεν γίνεται είναι όχι η δημιουργία νέων διαχωριστικών δομών, αλλά η προώθηση ουσιαστικών πολιτικών ένταξης και συμπερίληψης και ο πραγματικός σεβασμός στα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία.

Ο κύκλος της ιδρυματοποίησης ξεκινά από το νηπιαγωγείο. Όταν ένα παιδί με αναπηρία κρίνεται ως μη εκπαιδεύσιμο, όταν δεν είναι επιθυμητό στην τάξη, όταν δεν του παρέχεται συνοδός, παράλληλη στήριξη, υποστηρικτικές υπηρεσίες και εύλογες προσαρμογές. Όταν του στερούμε την καθημερινή συνύπαρξη με τα υπόλοιπα παιδιά. Όταν, χωρίς να έχουν άλλη επιλογή, οι γονείς στρέφονται στα ειδικά σχολεία ή –ακόμη χειρότερα– στις λύσεις φροντίδας τύπου «κέντρα ημέρας».

Η αγάπη των γονιών δεν αμφισβητείται. Ποιος γονιός επιλέγει να στερήσει από το παιδί του εκπαίδευση και την ένταξη στην κοινωνία; Όμως, δεν έχουν την επιλογή. Δεν έχουν ορθή πληροφόρηση, τα εργαλεία, την κρατική στήριξη. Δεν υπάρχουν προσβάσιμες και επαρκώς υποστηριζόμενες επιλογές ένταξης. Αυτό που τους προσφέρεται, παρουσιάζεται ως η «μοναδική ασφαλής λύση».

Εκεί, αρχίζει να διαμορφώνεται η αντίληψη ότι η θέση του παιδιού με αναπηρία είναι «κάπου αλλού». Όχι μέσα στην κοινωνία. Όχι στο σχολείο της γειτονιάς. Όχι στο ίδιο παγκάκι με τους άλλους μαθητές, αλλά στο «ξεχωριστό», στο «ειδικό», στο «προστατευμένο». Και όταν αυτό συνεχίζεται για χρόνια, το παιδί μεγαλώνει χωρίς τα εφόδια, χωρίς τις εμπειρίες και χωρίς τις ευκαιρίες που θα του επέτρεπαν να σταθεί ισότιμα στην κοινωνία. Χωρίς γέφυρες επικοινωνίας, χωρίς γνωριμίες, χωρίς εργασία, χωρίς σχέδιο για το μέλλον. Και καταλήγει να νιώθει ότι δεν ανήκει πουθενά και πως η μόνη κοινότητα που το αποδέχεται είναι αυτή που το έκλεισε «μέσα» από την πρώτη στιγμή. Έτσι, στα 21 του, είναι πλέον πολύ αργά να του ζητήσεις να «ενταχθεί». Γιατί δεν διδάχθηκε ποτέ το πώς.

Εδώ και δυόμιση χρόνια, ακούμε συνεχώς για τη «μετάβαση από την ειδική στην ενιαία εκπαίδευση». Το ανακοίνωσε, σε πανηγυρική μάλιστα εκδήλωση, ο ίδιος ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης και το υποσχέθηκε η Υπουργός Παιδείας, αφού είχε περιληφθεί στο πρόγραμμα διακυβέρνησης. Εντούτοις, τίποτε δεν έχει αλλάξει.

Αυτό που στην πράξη είδαμε ήταν πρόχειρες και αποσπασματικές κινήσεις που κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση από ό,τι επιτάσσει η αρχή της ποιοτικής συμπεριληπτικής εκπαίδευσης.

Ενδεικτικά:

⦁ Αυξήθηκαν οι ειδικές μονάδες.
⦁ Προγραμματίζονται νέα ειδικά σχολεία.
⦁ Δεν κατατέθηκε κανένα νομοσχέδιο για την ενίσχυση της συμπερίληψης.
⦁ Οι γενικές τάξεις και το ευρύτερο σχολικό περιβάλλον παραμένουν ακατάλληλες για να υποδεχτούν και να εντάξουν ισότιμα τα παιδιά με αναπηρία.

Είναι προφανώς πιο βολικό να μην κάνεις τίποτε. Είναι πιο εύκολο να απομονώνεις, να διαχειρίζεσαι και να κατευθύνεις τα παιδιά με αναπηρία σε ελεγχόμενες δομές, παρά να αναμετρηθείς με την αλήθεια: Ότι το εκπαιδευτικό σύστημα δεν είναι φτιαγμένο για όλους. Κι όσο το συντηρούμε έτσι, τα παιδιά μας θα παραμένουν «ξένοι» στην ίδια τους την κοινωνία.

Αυτό που απαιτούμε άμεσα είναι:

• Νομοθέτηση της υποχρεωτικής ενιαίας εκπαίδευσης
• Κατάργηση της κατευθυνόμενης μεταφοράς σε ειδικά σχολεία
• Δημιουργία υποστηρικτικών μηχανισμών μέσα στα γενικά σχολεία
• Αποκατάσταση των δικαιωμάτων των παιδιών με αναπηρία στην πράξη

Τι σημαίνει ενιαία/συμπεριληπτική εκπαίδευση;

Σχολεία για όλα τα παιδιά, χωρίς αποκλεισμούς – ΜΙΑ νομοθεσία για όλα τα παιδιά.
Εκπαιδευτικοί εκπαιδευμένοι στην πολυμορφία και στη διαφοροποιημένη διδασκαλία.
Ενίσχυση των σχολείων με επαρκείς αριθμούς καταρτισμένων συνοδών, εργοθεραπευτών και άλλων αναγκαίων επαγγελματιών.
Ευέλικτα αναλυτικά προγράμματα και προσβάσιμο υλικό και αξιολόγηση.
Μετάβαση από το σχολείο στην εργασία — όχι στην απομόνωση.

Η συμπερίληψη δεν εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του κράτους. Αποτελεί δικαίωμα όλων των παιδιών και υποχρέωση του κράτους να την εφαρμόσει. Αυτή την Κύπρο θέλουμε.

*Εκ μέρους του Κινήματος Άλμα