Η Πολιτική, ως επιστήμη, μελετά και ρυθμίζει τη διαχείριση της εξουσίας, τη λήψη αποφάσεων και την οργάνωση της κοινωνίας με στόχο το κοινό καλό. Είναι η τέχνη της διακυβέρνησης που απαιτεί όραμα, υπευθυνότητα και στρατηγική σκέψη. Στην Κύπρο, παρόλο που είμαστε μία σχετικά πρόσφατη δημοκρατία, διακρίνεται μία χρόνια παθογένεια, ήτοι η κυριαρχία της “μικροπολιτικής” έναντι της Πολιτικής.  Το αποτέλεσμα είναι η φθορά της ίδιας της δημοκρατίας. Οι πολίτες απογοητεύονται, απομακρύνονται, κι αυτό το κενό το καλύπτει η απαξίωση ή ακόμα και η δημαγωγία.

Καθημερινά πλέον επιβεβαιώνεται ότι οι πλείστοι πολιτικοί ασχολούνται με το πώς θα «γράψουν πόντους» στην ειδησεογραφία και όχι με το πώς θα λυθούν μεγάλα ζητήματα που ταλανίζουν τους πολίτες. Στηρίζονται σε κοντόφθαλμες τακτικές, κενές υποσχέσεις και προσωπικά ή κομματικά συμφέροντα. Τα κόμματα, επίσης, συχνά καταφεύγουν στον λαϊκισμό και σε επικοινωνιακές κινήσεις αντί να προτάσσουν ουσιαστικές πολιτικές προτάσεις. Δυστυχώς, αυτές οι πρακτικές συχνά βρίσκουν έδαφος στην κοινωνία, η οποία επηρεάζεται περισσότερο από το συναίσθημα, τις προσωπικές γνωριμίες ή την εικόνα στα μέσα ενημέρωσης, παρά από την ουσία των προγραμμάτων και των θέσεων.

Εδώ αξίζει να σημειωθεί μια θεσμική αδυναμία που ενισχύει τη “μικροπολιτική”: το εκλογικό μας σύστημα. Ο σταυρός προτίμησης, αν και δίνει στον πολίτη τη δυνατότητα επιλογής, συχνά ευνοεί τη λογική της πελατειακής σχέσης. Οι υποψήφιοι αναγκάζονται να επενδύουν σε προσωπικά δίκτυα γνωριμιών και εξυπηρετήσεων, αντί να προβάλλουν ολοκληρωμένες πολιτικές θέσεις. Έτσι, η εκλογική διαδικασία καταλήγει να επιβραβεύει την προσωπική προβολή αντί της συλλογικής πολιτικής ευθύνης.

Η διαρκής εμμονή στη “μικροπολιτική” είναι πλέον επικίνδυνη. Καλλιεργεί την εντύπωση ότι «όλοι είναι ίδιοι». Τρέφει τον κυνισμό και τελικά οδηγεί στην αποχή ενώ ταυτόχρονα επιτρέπει την είσοδο, στην πολιτική σκηνή, προσώπων χωρίς ουσιαστική γνώση ή εμπειρία στην πολιτική που διεκδικούν ρόλο διαμορφωτή πολιτικής. Όταν η πολιτική μετατρέπεται σε πεδίο επιφανειακής εξυπνάδας ή σε σκηνικό τηλεοπτικής ατάκας, η δημοκρατία χάνει την ουσία της. Αν ο δημόσιος λόγος περιοριστεί αποκλειστικά σε σοβαροφανείς πρακτικές, τότε η ουσιαστική πολιτική συζήτηση υποβαθμίζεται, με άμεσες συνέπειες για τη συμμετοχή και την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς.

Παράλληλα, ο ρόλος των ΜΜΕ και ιδιαίτερα των ΜΚΔ είναι καθοριστικός. Σε μια εποχή υπερπληροφόρησης (και παραπληροφόρησης), το μήνυμα που επικρατεί δεν είναι πάντα το πιο τεκμηριωμένο, αλλά το πιο εντυπωσιακό ή συγκινησιακά φορτισμένο. Οι συνθήκες της εποχής των κοινωνικών δικτύων ευνοούν τον λαϊκισμό και τις απλουστεύσεις, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τον ουσιαστικό διάλογο. Αυτό δημιουργεί ένα περιβάλλον όπου η πολιτική κρίνεται περισσότερο από την εικόνα παρά από το περιεχόμενο.

Ωστόσο, η ευθύνη δεν βαραίνει μόνο τα κόμματα, παρόλο που αυτά φέρουν το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης. Οι πολίτες, με την ψήφο τους, έχουν τη δύναμη να ανατρέψουν το φαινόμενο. Η επιλογή υποψηφίων με αξιοκρατικά κριτήρια μπορεί να επαναφέρει την Πολιτική στο προσκήνιο, δίνοντας προτεραιότητα στην ουσία. Δεν αρκεί να ψηφίζουμε βιαστικά ή με βάση το συναίσθημα. Χρειάζεται προσεκτική μελέτη: ποιο είναι το όραμα του κάθε υποψηφίου; Διαθέτει την εμπειρία και την ακεραιότητα να υπηρετήσει το δημόσιο συμφέρον;

Την ίδια στιγμή, τα κόμματα οφείλουν να ανανεωθούν. Η συνεχής ανακύκλωση προσώπων που αναπαράγουν τις ίδιες “μικροπολιτικές” πρακτικές υπονομεύει την εμπιστοσύνη των πολιτών. Χρειάζονται νέα στελέχη με φρέσκες ιδέες, ικανά να συνεργάζονται αντί να πολώνουν, να σχεδιάζουν μακροπρόθεσμα αντί να περιορίζονται σε προεκλογικές σκοπιμότητες. Η κυπριακή κοινωνία αντιμετωπίζει προκλήσεις που δεν λύνονται με πρόχειρα συνθήματα. Αυτά απαιτούν στρατηγική, όραμα και συγκρούσεις με κατεστημένα.

Η κοινωνία μπορεί και πρέπει να γίνει καταλύτης αλλαγής. Μέσα από την ενεργό συμμετοχή, οι πολίτες μπορούν να πιέσουν για διαφάνεια, λογοδοσία και ουσιαστικό διάλογο. Οι δημοσκοπήσεις, οι ανοιχτές συζητήσεις και η εκπαίδευση των νέων ώστε να αποκτήσουν πολιτική συνείδηση είναι απαραίτητα εργαλεία. Μόνο έτσι θα δημιουργηθεί μια γενιά που δεν θα παρασύρεται από τη “μικροπολιτική”, αλλά θα απαιτεί ουσία και αποτελέσματα.

Εννέα μήνες πριν τις εκλογές, η Κύπρος βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Θα συνεχίσουμε να ανεχόμαστε τη “μικροπολιτική” ή θα επιλέξουμε την επιστροφή στην πραγματική Πολιτική; Η απάντηση βρίσκεται στα χέρια όλων μας. Η ψήφος δεν είναι μόνο δικαίωμα, είναι ευθύνη να χτίσουμε το μέλλον με σοβαρότητα, όραμα και ακεραιότητα.

Πολιτικός Επιστήμονας – Δικηγόρος