Όσες αδυναμίες κι αν έχει το πολιτικό σύστημα των Ηνωμένων Πολιτειών και παρά το γεγονός ότι ο ρατσισμός και η βία ταλανίζουν με διάφορες μορφές την κοινωνική και πολιτική ζωή για δεκαετίες, ήταν σχεδόν αδιανόητο να υποστηριχθεί ότι η αμερικανική δημοκρατία μπορεί να κρέμεται από μια κλωστή. Η επίθεση στο Καπιτώλιο από οπαδούς του απερχόμενου προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, πριν ένα χρόνο, ανέτρεψε αυτή την εμπεδωμένη αντίληψη. Μετά τα όσα τραγικά συνέβησαν, ένα μεγάλο ποσοστό Αμερικανών θεωρεί πλέον ότι η κατάρρευση της δημοκρατίας μπορεί να συμβεί και στη χώρα τους.
Ήταν λίγο μετά τις 2 το μεσημέρι στις 6 Ιανουαρίου 2021, όταν στην Ουάσιγκτον εξελίχθηκαν σκηνές χάους και εικόνες χωρίς προηγούμενο, με τον όχλο να εισβάλλει στο Καπιτώλιο. Είχε προηγηθεί συγκέντρωση με ομιλητή τον πρόεδρο Τραμπ. Τις προηγούμενες μέρες, έγραφε συνεχώς στο Twitter για την επικείμενη διαμαρτυρία, καλώντας τους οπαδούς του: «Να είστε εκεί, να είστε θυμωμένοι».
Για τον περισσότερο κόσμο ήταν αδιανόητο να αντιληφθεί το μέγεθος της απειλής έως ότου δει τα πρωτοφανή επεισόδια, που προβλήθηκαν σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση, προκαλώντας σοκ στην αμερικανική και διεθνή κοινή γνώμη. Εκείνη την ώρα συνεδρίαζε το Κογκρέσο, παρουσία του Ρεπουμπλικανού αντιπροέδρου Μάικ Πενς, για την επικύρωση του εκλογικού αποτελέσματος και της νίκης του Δημοκρατικού Τζο Μπάιντεν. Ο στόχος των εισβολέων ήταν να ακυρωθούν τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών του 2020 και να συνεχιστεί η προεδρία Τραμπ για δεύτερη θητεία. Η απόπειρα πραξικοπήματος μπορεί να απέτυχε, αλλά έχει αφήσει ανεξίτηλα τα σημάδια της. Όπως υποστηρίζουν πολλοί ιστορικοί, που μελέτησαν περιπτώσεις δεκάδων πραξικοπημάτων σε όλο τον κόσμο, ένα αποτυχημένο πραξικόπημα μπορεί να είναι και πρόβα για ένα επιτυχημένο.
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
- Αμερικανικό αεροπλανοφόρο στη Μεσόγειο εν μέσω εντάσεων με Ρωσία
- Απειλές στη τηλεφωνική επικοινωνία Μπάιντεν – Πούτιν
- ΗΠΑ: Μακελειό στο Ντένβερ – Ένοπλος σκότωσε τέσσερα άτομα
Σε έρευνα του περιοδικού «Atlantic» διατυπώθηκε η άποψη ότι «το επόμενο πραξικόπημα του Τραμπ έχει ήδη ξεκινήσει» και ότι «το Ρεπουμπλικανικό κόμμα του Τραμπ είναι σε θέση να ανατρέψει το αποτέλεσμα των επόμενων εκλογών». Όπως σημειώθηκε, για ένα χρόνο τώρα, με τη σιωπηρή και ρητή υποστήριξη των ηγετών του κόμματός τους, οι Ρεπουμπλικανοί έχουν δημιουργήσει έναν μηχανισμό «εκλογικής κλοπής». Εκλεγμένοι αξιωματούχοι στην Αριζόνα, το Τέξας, την Τζόρτζια, την Πενσυλβάνια, το Ουισκόνσιν, το Μίσιγκαν και σε άλλες πολιτείες έχουν μελετήσει τη σταυροφορία του Τραμπ για την ανατροπή του αποτελέσματος των εκλογών του 2020. Έχουν σημειώσει τα σημεία της αποτυχίας και έχουν λάβει συγκεκριμένα μέτρα για να αποφύγουν την αποτυχία την επόμενη φορά. Ορισμένοι από αυτούς έχουν ξαναγράψει καταστατικά για να έχουν τον κομματικό έλεγχο των αποφάσεων σχετικά με το ποια ψηφοδέλτια θα μετρηθούν και ποια θα απορριφθούν, ποια αποτελέσματα θα πιστοποιηθούν και ποια θα απορριφθούν. Διώχνουν ή αφαιρούν την εξουσία από τους εκλογικούς αξιωματούχους που αρνήθηκαν να υιοθετήσουν τους ισχυρισμούς Τραμπ, με στόχο να τους αντικαταστήσουν με εκφραστές του «μεγάλου ψέματος».
Σε άρθρο του «America», που θεωρείται παραδοσιακό έντυπο του «χριστιανικού κόσμου» της Αμερικής, επισημάνθηκε χαρακτηριστικά: «Η πρώτη επέτειος της επίθεσης στο Καπιτώλιο θα φέρει αναμφίβολα πολλά σχόλια και αναλύσεις για εκείνη τη συγκλονιστική στιγμή, όταν εμείς και όλη η ανθρωπότητα είδαμε ότι και οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι μια εύθραυστη δημοκρατία, τόσο ευάλωτη στη δημαγωγία και την εκμετάλλευση του λαϊκίστικου αισθήματος, όπως οπουδήποτε αλλού στον κόσμο. Είναι σημαντικό, ωστόσο, να παρατηρήσουμε πώς έχουν αλλάξει οι αντιδράσεις μας σε αυτό το πολιτικό ναδίρ τους τελευταίους 12 μήνες. Η 7η Ιανουαρίου 2021 (η επόμενη μέρα) ήταν μια ημέρα σοκ και αντιμετώπισης σκληρών αληθειών για ένα γεγονός που, αν είχε συμβεί στο εξωτερικό, θα περιγραφόταν από τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης ως αποτυχημένο πραξικόπημα. Ακόμη και ενώ ορισμένοι συνέχισαν να αρνούνται με κυνισμό την επικύρωση των αποτελεσμάτων δίκαιων και διαφανών εκλογών, υπήρξε δικομματική συναίνεση στην καταγγελία της παράνομης και βίαιης επίθεσης σε έναν χώρο που προηγουμένως θεωρείτο ιερός».
Αξίζει να επισημανθεί όμως ότι τα ηγετικά στελέχη του Ρεπουμπλικανικού κόμματος και οι περισσότεροι συντηρητικοί αναλυτές ενώ αρχικά είχαν επικρίνει έντονα τον Ντόναλντ Τραμπ για τα όσα διέπραξαν οι οπαδοί του, καταλογίζοντάς του τεράστιες ευθύνες για τα επεισόδια της 6ης Ιανουαρίου, στη συνέχεια έκαναν στροφή 180 μοιρών. Επιχείρησαν είτε να τα υποβαθμίσουν είτε να προβάλουν ακόμα και τον ισχυρισμό ότι υποκινήθηκαν από «αριστερούς εξτρεμιστές» και μέλη του αντιφασιστικού και αντιρατσιστικού κινήματος «Antifa».
Η εννεαμελής ειδική εξεταστική επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων, η οποία διενεργεί έρευνα για την αιματηρή επίθεση στο Καπιτώλιο, συνεχίζει το έργο της και έως τώρα έχει ανακρίνει δεκάδες μάρτυρες, ανάμεσά τους και αρκετούς συνεργάτες του πρώην προέδρου. Έχουν κατηγορηθεί 727 άτομα που συμμετείχαν στη φονική επίθεση. Οι μόνοι Ρεπουμπλικανοί βουλευτές της επιτροπής είναι η Λιζ Τσέινι (αντιπρόεδρος) και ο Άνταμ Κίνζιγκερ, ο οποίος ανακοίνωσε ότι δεν θα είναι υποψήφιος για επανεκλογή. Όσοι Ρεπουμπλικανοί επικρίνουν τον Ντόναλντ Τραμπ «απειλούνται από τους οπαδούς του» σημειώθηκε ενδεικτικά σε άρθρο της εφημερίδας «Νιου Γιορκ Τάιμς». Ο Κίνζιγκερ συνέκρινε τις θεωρίες συνωμοσίας με «έναν καρκίνο που κατατρώει το Ρεπουμπλικανικό κόμμα» και «η τροφοδοσία αυτού του καρκίνου είναι ένα μεγάλο ψέμα ότι οι εκλογές κλάπηκαν», ενώ διερωτήθηκε: «Ποια είναι η σήψη στο σύστημα που οδήγησε στα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου, τι έγινε από τότε και πώς μπορούμε να σταματήσουμε κάτι τέτοιο ώστε να μη συμβεί ξανά;»
Ο Τραμπ θα μιλήσει ανήμερα της επετείου
Ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε ότι θα δώσει συνέντευξη Τύπου στη Φλόριντα, στις 6 Ιανουαρίου 2022, ανήμερα της πρώτης επετείου από την εισβολή υποστηρικτών του στο Καπιτώλιο, που στοίχισε τη ζωή σε πέντε ανθρώπους. Αναμένεται να επαναλάβει τους ισχυρισμούς του ότι οι εκλογές του 2020 ήταν «στημένες» και ότι η βίαιη επίθεση ήταν μια «εντελώς άοπλη διαμαρτυρία», κατηγορώντας την επιτροπή της Βουλής που διερευνά τα αιματηρά γεγονότα ως «υπερβολικά προκατειλημμένη», όπως δήλωσε πρόσφατα. Την ίδια μέρα, θα προβεί σε δήλωση ο πρόεδρος Μπάιντεν.
Πάντως, τα όσα υποστηρίζει ο πρώην πρόεδρος περί «εκλογικής νοθείας» έχουν εδραιωθεί σταθερά στη συντριπτική πλειοψηφία των Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων. Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση του NPR/PBS, το 75% των Ρεπουμπλικανών συμφωνεί με τον Τραμπ ότι υπήρξαν «πραγματικές περιπτώσεις απάτης που άλλαξαν τα αποτελέσματα».