Τον περασμένο Απρίλη όταν έγιναν οι πρώτες αναρτήσεις σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης για την κατάσταση που επικρατούσε στο αεροδρόμιο του Άμστερνταμ της Ολλανδίας οι περισσότεροι εκτίμησαν πως είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό, απ’ αυτά που συμβαίνουν κατά περιόδους σε μεγάλα αεροδρόμια του εξωτερικού. Σήμερα σε Γερμανία, Βρετανία, Γαλλία και Ισπανία επικρατεί το απόλυτο χάος. Και ήδη στην αρχή της καλοκαιρινής περιόδου οι τέσσερις αυτές χώρες μετρούν σχεδόν 8 χιλιάδες ακυρώσεις πτήσεων. 

Το χάος στο αεροδρόμιο του Άμστερνταμ στο μέσο της άνοιξης, όταν η ζωή άρχισε να επιστρέφει στην κανονικότητα, ήταν μια προειδοποίηση για το τι θα επακολουθούσε. Αλλά ήταν την ίδια ώρα και ένα δείγμα των όσων είχαν γίνει στη διάρκεια της πανδημίας, που εντέχνως αρκετοί πήγαν να το εκμεταλλευθούν. Και όπως μας φαίνεται μέσα από την πραγματικότητα των μεγάλων αεροδρομίων της Ευρώπης, μόνο χάος  μπορεί να προκύψει. 

Όταν η μια χώρα μετά την άλλη επέβαλλαν καθολικό κλείσιμο και απαγόρευση κινήσεων ανάμεσα στα κράτη, η σκέψη όλων ήταν στο πώς θα αναχαιτίσουν την πανδημία. Για τις κυβερνήσεις ήταν το μέτρο με το οποίο θα μπορούσαν να διασώσουν τα συστήματα υγείας τους. Το κόστος ενός λοκ-ντάουν ήταν πολύ λιγότερο από του να έχει μια χώρα να αντιμετωπίσει την πλήρη κυριάρχηση της πανδημίας. 

Τα περιοριστικά μέτρα οδήγησαν στον τερματισμό των αεροπορικών διακινήσεων ανάμεσα σε χώρες. Οι πτήσεις ήταν μόνο για επαναπατρισμό και έκτακτα περιστατικά. Ως φυσικό συνεπακόλουθο αυτής της κατάστασης όλες σχεδόν οι αεροπορικές εταιρείες (αλλά και οι διευθύνσεις των αεροδρομίων) ανά το παγκόσμιο προχώρησαν σε μείωση των θέσεων εργασίας αλλά και των μισθών. Από την ώρα που δεν πραγματοποιούνταν πτήσεις δεν χρειάζονταν παρά μόνο ένα μίνιμουμ αριθμό προσωπικού. Και με τις μειώσεις μισθών να λειτουργεί, πάντοτε, ως ένα εκβιαστικό δίλημμα για όσους δεν θα έχαναν τις θέσεις εργασίας τους. Είχαν να επιλέξουν μεταξύ ανεργίας και μειωμένου μισθού. Αν και η αποδοχή του δεύτερου δεν διασφάλιζε την παραμονή στην εργασία. 

Με τον κόσμο να βρίσκεται στα όριά του και κάτω από την πίεση να μπει μια τελεία στους περιορισμούς οι κυβερνήσεις προχώρησαν η μια μετά την άλλη σε τερματισμών των μέτρων, χωρίς η πανδημία να έχει ουσιαστικά εξαφανιστεί. Αντίθετα τα νούμερα είναι στα επίπεδα που προηγουμένως επιβαλλόταν απόλυτος περιορισμός. 

Το άνοιγμα των πυλών των αεροδρομίων έμοιαζε σαν να άνοιξαν οι πύλες του χάους. Χώρες οι οποίες φημίζονται για την ικανότητά τους να διαχειρίζονται δύσκολες καταστάσεις (βλέπε Γερμανία) αδυνατούν να αντιμετωπίσουν το χάος που επικρατεί σήμερα στο αεροδρόμιο της Φρανκφούρτης. Οι Βρετανοί μπορεί να θεωρείται ως ένα κράτος που έχει οργάνωση, πλην όμως το Χίθροου θυμίζει αεροδρόμιο τριτοκοσμικής χώρας. 

Εύλογο λοιπόν το ερώτημα, γιατί δεν μπορούν να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση πραγμάτων. Η απάντηση βρίσκεται στη συμπεριφορά των ίδιων των εταιρειών και στο πώς θέλησαν να εκμεταλλευθούν τους εργαζόμενους στην μετά κορωνοϊού εποχή. Θέλησαν να εκμεταλλευθούν τις περικοπές που ήταν αναγκαίες για την περίοδο της πανδημίας και των περιοριστικών μέτρων και με τη ραγδαία αύξηση που θα έφερνε η φετινή σεζόν να εξασφαλίσουν κέρδη. Μίνιμουμ έξοδα, μάξιμουμ έξοδα. 

Και το αποτέλεσμα αυτών των ενεργειών είναι εκεί μπροστά μας το βλέπουμε στην Φρανκφούρτη, στο Λονδίνο, το Άμστερνταμ, το Παρίσι, τη Μαδρίτη και αλλού. Κάποιοι είδαν πως η επιστροφή στην κανονικότητα προσφέρει μια χρυσή ευκαιρία. Επιλέγοντας ωστόσο κινήσεις που οδήγησαν την Ευρώπη στο απόλυτο χάος. Το καλοκαίρι της ξεκούρασης, έγινε καλοκαίρι δυσαρέσκειας και ταλαιπωρίας.