Ανέδειξαν πολύ την «Κληριδική Σχολή Σκέψης» ή «ρεαλιστική σχολή» τα στελέχη του ΔΗΣΥ πριν από τις εκλογές και κυρίως με όσα ακολούθησαν στο κόμμα μετά τις εκλογές. Ανέδειξαν αυτές τις εκφράσεις (μόνο ως εκφράσεις;) και οι δυο υποψήφιοι για την προεδρία, Αννίτα Δημητρίου και Δημήτρης Δημητρίου, εξαγγέλλοντας τις πολιτικές θέσεις τους, όπως και άλλα κομματικά στελέχη. Πιστεύουν προφανώς ότι προσεγγίζουν αποτελεσματικότερα τους κομματικούς οπαδούς όταν αναφέρονται στον Γλαύκο Κληρίδη.

Αδιαμφισβήτητος ο σεβασμός τους στον ιδρυτή του κόμματος και στην πολιτική του. Αναρωτιέμαι, όμως, αν αυτοί οι νέοι πολιτικοί, που ανέπτυξαν την πολιτική τους σκέψη και ωριμότητα υπό τους Νίκου Αναστασιάδη και Αβέρωφ Νεοφύτου, είναι σε θέση να μιλούν για τη ρεαλιστική σχολή Κληρίδη ή θα ήταν ασφαλέστερο να παραπέμπουν πια στη ρεαλιστική σχολή Αναστασιάδη – Αβέρωφ. Σε αυτή την σχολή φοίτησαν άλλωστε. Και δεν μιλώ μόνο για τους Δημητρίου, που διεκδικούν την κομματική προεδρία, αλλά και για πολλούς άλλους νέους στην ηγεσία του ΔΗΣΥ και στην πολιτική, οι οποίοι δεν χάνουν ευκαιρία να αναφέρονται στην κληριδική ρεαλιστική σχολή ως να είναι αυτοί οι μόνοι ρεαλιστές του τόπου και όλοι οι άλλοι πολιτεύονται στη σφαίρα της φαντασίας. Είναι, όμως, ρεαλιστές όπως ήταν ο Κληρίδης ή ξεπέρασαν τα όρια κι έφτασαν στον σουρεαλισμό; Δηλαδή, σε μια κατάσταση πάνω από την πραγματικότητα. Εκτός πραγματικότητας, για την ακρίβεια.

Η αλήθεια είναι ότι ουδείς γνωρίζει τι θα αποδεχόταν ως ρεαλιστικό ο Γλαύκος Κληρίδης από όλα όσα αποδέχονται σήμερα όσοι τον επικαλούνται. Αποδέχονται, για παράδειγμα, την εκ περιτροπής προεδρία, και την φορτώνουν στη ρεαλιστική σχολή Κληρίδη. Αλλά, είναι γνωστό με ποιο τρόπο παγιδεύτηκε ο Κληρίδης επί τούτου από τον λόρδο Χάνι και τον Άλβαρο Ντε Σότο, το είχε αποκαλύψει ο Αλέκος Μαρκίδης και το έγραψε η στήλη πολλές φορές. Ιστορικές λεπτομέρειες, βέβαια, αυτά. Αλλά, δείχνουν την εξέλιξη των πραγμάτων που μας έφερε εδώ που είμαστε σήμερα.

Το σημαντικότερο είναι ότι ο Κληρίδης, κατείχε την απόλυτη γνώση της ιστορίας από τα γεννοφάσκια της Δημοκρατίας και την λεπτομερή ενημέρωση του προσκηνίου και του παρασκηνίου για όλες τις διαπραγματεύσεις πριν και μετά την εισβολή και όταν μιλούσε γι΄ αυτά τα ζητήματα, ο λόγος του είχε το βάρος αυτής της σοφίας. Ακόμα κι όταν διαφωνούσες με την πολιτική του, ήταν αδύνατο να μην εκτιμάς αυτή τη σοφία, να μην εμπιστεύεσαι ότι ξέρει τι κάνει και τι λέει και με ποιο τρόπο χειρίζεται τις όποιες εξελίξεις. Σήμερα; Σε ποια σοφία να στηριχθούμε; Σε ποιο λόγο με βαρύτητα, σε ποια πολιτική, σε ποιο ρεαλισμό;

Όταν, για παράδειγμα, ο Γλαύκος Κληρίδης μιλούσε για πρώτη φορά για την ομοσπονδία και δεχόταν επιθέσεις, δεν μπορούσε να ξέρει τις σημερινές συνθήκες. Όσο διορατικός και να ήταν. Είχε πει τον Νοέμβριο του 1974 (ιστορική ομιλία στην γκαλερί «Αργώ») ότι «η μόνη λύσις που δύναται σήμερον να προκύψει είναι λύσις βασισμένη επί της αρχής του ομοσπόνδου κράτους». Ήταν τολμηρό να το πει τότε, ίσως πράγματι και ρεαλιστικό. Αλλά μισό αιώνα μετά, ρεαλιστικό είναι να απαντηθεί το ερώτημα (από τους επιγόνους), γιατί αυτή η «ρεαλιστική σκέψη», που μετά υιοθετήθηκε από τους περισσότερους, δεν βρήκε ανταπόκριση για να πραγματωθεί. Και τι σχέση έχουν όσα βρίσκονται σήμερα ενώπιον μας και όσα υποστηρίζουν τα νέα συναγερμικά στελέχη με τις συνθήκες που έκαναν τον Κληρίδη το 1974 να μιλήσει για λύση «βασισμένη επί της αρχής του ομοσπόνδου κράτους»; Ποια είναι η αρχή και οι συνθήκες, που είχε τότε υπόψη του ο Κληρίδης και τι συζητούν τώρα οι σημερινοί πολιτικοί μας;

Αν «η Κληριδική Σχολή Σκέψης δεν αποτελεί μια βολική συνθηματολογία για να τη χρησιμοποιούμε αβασάνιστα εμείς οι νεότεροι πολιτικοί», όπως σωστά είπε η Αννίτα Δημητρίου, η νέα ηγεσία του ΔΗΣΥ μετά τις κομματικές εκλογές οφείλει να προχωρήσει σε βαθιά αυτοκριτική για την πολιτική της στο Κυπριακό. Για την πολιτική της κομματικής ελίτ η οποία είναι προφανές με αλλεπάλληλες ενδείξεις (ιδίως με εκλογικά αποτελέσματα με αρχή το 2004), ότι βρίσκεται σε διάσταση με τις επιθυμίες της πλατιάς λαϊκής βάσης του κόμματος.