Ενώ οι ποσότητες νερού είναι περιορισμένες εδώ και χρόνια, εκατομμύρια κυβικά μέτρα ανακυκλωμένου νερού, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για αρδευτικούς σκοπούς, με ανάλογη εξοικονόμηση καλύτερης ποιότητας νερού, απορρίπτεται στη θάλασσα ή διοχετεύεται στη γη για εμπλουτισμό των υδροφόρων στρωμάτων.

Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2023, από τα 28,2 εκατομμύρια κυβικά μέτρα (εκατ.κ.μ) ανακυκλωμένου νερού που παρήχθησαν, μόνο τα 13,6 εκατ.κ.μ (48,22% του συνόλου) διατέθηκαν για αρδευτικούς σκοπούς.

Η κατάσταση είναι ακόμη πιο τραγική αν ληφθεί υπόψιν, πως ενώ η δυναμικότητα παραγωγής ανακυκλωμένου νερού φτάνει στα 53,9 εκατ. κ.μ. ετησίως, το 2023 παρήχθησαν 28,2 εκατ. κ.μ. που ισούται με ποσοστό 52,3%.

Οι σχετικοί αριθμοί περιλαμβάνονται σε έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, με ελεγχόμενο το Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων και σε αυτήν αναφέρεται επίσης, πως το 2020, η συνολική ποσότητα ανακυκλωμένου νερού από τις επαρχίες Λεμεσού και Λάρνακας που κατέληξε στη θάλασσα ανήλθε σε 4,7 εκατομμύρια κυβικά μέτρα. Οι ποσότητες αυτές μεταφράζονται στο 35,2% της συνολικής παραγόμενης ποσότητα από τις δύο επαρχίες. Με άλλα λόγια, περίπου ένα στα τρία κυβικά μέτρα ανακυκλωμένου νερού που παρήχθη, με κόστος περίπου €1 ανά κυβικό μέτρο, απορρίφθηκε στη θάλασσα. Στην προκειμένη περίπτωση, μιλάμε σπατάλη μεταξύ €4 εκατ. – €4,7 εκατ.). Βεβαίως, η ποσότητα που απορρίφθηκε το 2023 περιορίστηκε στο 10%, ωστόσο, όπως αναφέρεται στην έκθεση, «εξακολουθεί να είναι σημαντικό».

Στο μεταξύ, οι Κύπριοι πολίτες ή και επαγγελματίες, όπως οι γεωργοί, βρίσκουν μπροστά τους την αλόγιστη υπεράντληση 39 εκατ. κυβικών μέτρων νερού που έγινε από φράγματα το 2020.

Αξίζει να σημειωθεί, πως άντληση της τεράστιας αυτής ποσότητας που ισοδυναμεί με την χωρητικότητα των φραγμάτων Καλαβασού (17,1 εκατ.), των Λευκάρων (13,8 εκατ.), της Αρμίνου (4,3 εκατ.) των Πολεμιδιών (3,4 εκατ.) και του Καλοπαναγιώτη( 3,63 εκατ.) κυβικά μέτρα νερού έγινε ενώ βρισκόταν σε εφαρμογή από τον Οκτώβριο του 2016 το Αναθεωρημένο Σχέδιο Διαχείρισης Ξηρασίας (ΣΔΞ).

Σημειώνεται, ότι το σύστημα του Νοτίου Αγωγού αποτελείται από επτά μεγάλα φράγματα τα οποία υδρεύουν τις αστικές περιοχές της Λευκωσίας, Λεμεσού, Λάρνακας και επαρχίας Αµµοχώστου, όπου διαμένει το 76% του πληθυσμού της ελεύθερης Κύπρου, και αρδεύει έκταση 14.000 εκταρίων. Αποτέλεσμα της υπεράντλησης και της μείωσης των αποθεμάτων ήταν να τρέχει η παρούσα κυβέρνηση να εξεύρει μονάδες αφαλάτωσης υπό συνθήκες έκτακτης ανάγκης.

Ειδικά για το συγκεκριμένο θέμα, στην έκθεση καταγράφονται τα ακόλουθα: Όσον αφορά στο σύστημα Νότιου Αγωγού, διαπιστώσαμε ότι, κατά την περίοδο 2017 – 2023, τόσο η ποσότητα που εγκρίθηκε για απόληψη (άντληση) από φράγματα από το Υπουργικό Συμβούλιο, όσον και η ποσότητα που τελικά καταναλώθηκε, υπερέβαινε την ποσότητα που καθορίζεται με βάση τους πιο πάνω δείκτες αποθεμάτων που καθορίζονται με βάση την ξηρασία.

«Συγκεκριμένα, το 2020 η πρόταση για προβλεπόμενη απόληψη υπερέβαινε κατά 22,5 εκατ. κυβικά μέτρα την προβλεπόμενη ποσότητα, ενώ το ίδιο έτος και η κατανάλωση ξεπέρασε κατά 16,5 εκατ. κ.μ. την προβλεπόμενη απόληψη με βάση τους σχετικούς δείκτες».

Με άλλα λόγια, το 2020 αντλήθηκαν 39 εκατ. κ.μ. νερού περισσότερα από όσα ενδείκνυτο με βάση το σχέδιο το οποίο είχε εκπονήσει το ίδιο το ΤΑΥ, λαμβάνοντας υπόψιν τα δεδομένα, περιλαμβανομένου και του γεγονότος, ότι συχνά-πυκνά η Κύπρος πλήττεται από ανομβρία.

Στην έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας αναφέρεται, πως «παρόλο ότι το 2020 θεωρείτο βροχερό, θεωρούμε ότι, τόσο η πρόταση για απόληψη νερού που υποβλήθηκε, όσον και η έγκριση από το Υπουργικό Συμβούλιο θα έπρεπε να ήταν εντός του πλαισίου των καθορισμένων δεικτών, ένεκα του ότι τα επόμενα έτη που θα ακολουθούσαν ενδεχομένως να χαρακτηρίζονταν από ανομβρία».

Όπως προκύπτει από την έκθεση, η κατανάλωση για το 2021 ήταν κατά 7,6 εκατ. κ.μ αυξημένη, ενώ το 2022 ήταν 3,3 εκατ. κ.μ. και το 2023 κατά 2,8 εκατ. κ.μ.

Στην έκθεση καταγράφεται επίσης, πως «κατά αντίστοιχο τρόπο, αλλά σε μικρότερο βαθμό, παρουσιάστηκε υπέρβαση, τόσο στην ποσότητα που προτάθηκε και εγκρίθηκε για απόληψη από φράγματα της Πάφου από το Υπουργικό Συμβούλιο».

Αναφέρεται επίσης, πως «τα έτη 2017 και 2018, η πρόταση (για την Πάφο) υπερέβη κατά 2,3 εκατ. κ.μ. και 2,7 εκατ. κ.μ., αντίστοιχα, την προβλεπόμενη ποσότητα απόληψης, ενώ τα ίδια έτη και η κατανάλωση ξεπέρασε κατά 1,8 εκατ. κ.μ. και 3,9 εκατ. κ.μ., αντίστοιχα, την προβλεπόμενη απόληψη με βάση τους σχετικούς δείκτες».

Με άλλα λόγια, μόνο τη συγκεκριμένη περίοδο στην Πάφο υπεραντλήθηκαν 10,7 εκατ. κ.μ., ποσότητα την οποία η μονάδα αφαλάτωσης (που καταστράφηκε) μπορούσε να παράξει σε δύο χρόνια. Και βεβαίως, αν υπήρχαν οι ποσότητες αυτές, η Πάφος δεν να αντιμετώπιζε πρόβλημα μέχρι να επαναλειτουργήσει νέα μονάδα αφαλάτωσης.

Στην έκθεση αναγνωρίζεται ότι διαχρονικά προωθήθηκαν έργα υποδομής αλλά διαπιστώνεται πως δεν ακολουθήθηκε πάντα λελογισμένη πολιτική.

«Η ΚΔ λειτουργεί περισσότερο πυροσβεστικά αντί προληπτικά»

Προλογίζοντας την έκθεση, ο ίδιος ο Γενικός Ελεγκτής Ανδρέας Παπακωνσταντίνου παρατηρεί, πως «φαίνεται ότι διαχρονικά η ΚΔ λειτουργεί περισσότερο πυροσβεστικά αντί προληπτικά με κίνδυνο υψηλότερο οικονομικό κόστος και μεγαλύτερη περιβαλλοντική επιβάρυνση».

Στην έκθεση γίνεται αναφορά και στις αφαλατώσεις και ειδικότερα γι’ αυτήν στο Βασιλικό, για την οποία καταγράφονται και τα εξής: «Το ΤΑΥ προέβη στη σύναψη συμφωνίας για την αγορά νερού από την μονάδα πριν από την κατασκευή του απαραίτητου δικτύου μεταφοράς του πόσιμου νερού στα δίκτυα ύδρευσης. Ως αποτέλεσμα, το μεγαλύτερο μέρος του αφαλατωμένου νερού διοχετεύεται στο δίκτυο του Νότιου Αγωγού και είτε καταλήγει στο διυλιστήριο της Τερσεφάνου για επεξεργασία, είτε διατίθεται για άρδευση, είτε αποθηκεύεται στα φράγματα».

Εν ολίγοις, πληρώνουμε αυξημένο κόστος για παραγωγή πόσιμου νερού αλλά το ρίχνουμε στα φράγματα είτε το χρησιμοποιούμε για άρδευση.

Στην ίδια έκθεση, γίνονται και οι ακόλουθες αναφορές:

> Δεν υπάρχει ενιαία τιμολογιακή πολιτική στη διάθεση του νερού.

> Στην ύδρευση η ανάκτηση κόστους είναι πολύ χαμηλή ενώ κατά την περίοδο 2019-2023 καταγράφηκε αύξηση στη ζήτηση νερού σε ποσοστό 14,8% (+3,5%/έτος).

> Οι καλλιέργειες δεν προσαρμόζονται σε λιγότερο υδροβόρες ενώ καταγράφονται σημαντικές απώλειες νερού λόγω εξασθενημένου δικτύου.

> Οι μονάδες αφαλάτωσης λειτουργούν με συμβατικά καύσιμα με αυξημένο κόστος.

> Δεν είναι συνδεδεμένες όλες οι κοινότητες με σταθμούς επεξεργασίας λυμάτων, ενώ ούτε όλα τα νοικοκυριά είναι συνδεδεμένα με το αποχετευτικό σύστημα.

> Ο έλεγχος των αδειών υδροληψίας και γεωτρήσεων δεν είναι επαρκής ενώ ο ρυθμός υλοποίησης έργων υποδομής ύψους €1,2 δισ. είναι χαμηλός.

> Κατά την περίοδο 1971 – 2000 εκτιμάται ότι το 86% της βροχόπτωσης επέστρεφε στην ατμόσφαιρα μέσω εξατμισοδιαπνοής.

> Παρατηρήθηκε υφαλμύριση του νερού σε επτά από τα 22 συστήματα υπογείων υδάτων λόγω θαλάσσιας διείσδυσης.

> Προβλέπεται μείωση της απορροής ποταμών στην περιοχή Τροόδους (14% έως 30% όταν η βροχόπτωση μειωθεί σε ποσοστό 6% έως 15%).

> Αναμένεται μείωση της μέσης ετήσιας εισροής στα φράγματα κατά 23% (2021-2050 σε σύγκριση με 1971-2000), παρά τη μικρότερη εκτιμώμενη μείωση της βροχόπτωσης (5%).

> Προϊόντος του χρόνου θα αυξάνεται η ευπάθεια καλλιεργειών όπως η ντομάτα, τα αμπέλια και η ελιά λόγω του καλοκαιρινού τους κύκλου ανάπτυξης.

> Θα παρατηρηθεί σημαντική επίδραση των ελλειμμάτων βροχόπτωσης και σε χειμερινές καλλιέργειες όπως η πατάτα, το κριθάρι και το σιτάρι.