Την 23η Ιουλίου καταγράφηκαν ριπές ανέμου μέχρι και 9 μποφόρ αναφέρει στον «Φ», ο διευθυντής του Τμήματος Μετεωρολογίας, Φίλιππος Τύμβιος, κάτι που, όπως υπογραμμίζει, στην περιοχή παρατηρείται μόνο σε χειμερινές καταιγίδες. Η καταγραφή ριπών ανέμου αυτού του μεγέθους καταδεικνύει τη σπανιότητα του φαινομένου, καθώς συνέβη υπό συνθήκες εξαιρετικά υψηλής θερμοκρασίας (40°C) και πολύ χαμηλής σχετικής υγρασίας (20%), γεγονός που ευνόησε την ταχεία και ανεξέλεγκτη εξάπλωση της πυρκαγιάς.

Το Τμήμα Μετεωρολογίας διαθέτει τρεις μετεωρολογικούς σταθμούς περιμετρικά της περιοχής όπου εκδηλώθηκε η πυρκαγιά. Στη Μαλιά, στο φράγμα του Κούρη και στο Κοιλάνι. Σύμφωνα με τον κ. Τύμβιο, οι μετρήσεις του σταθμού στη Μαλιά αποδείχθηκαν οι πλέον αντιπροσωπευτικές της κατάστασης στην ευρύτερη περιοχή, και για τον λόγο αυτό χρησιμοποιήθηκαν για την ενημέρωση των εμπλεκόμενων υπηρεσιών καθ’ όλη τη διάρκεια της πυρκαγιάς.

Την ημέρα εκδήλωσης της πυρκαγιάς, οι καιρικές συνθήκες χαρακτηρίζονταν από πολύ υψηλές θερμοκρασίες (περίπου 40°C), πολύ χαμηλή σχετική υγρασία (20%) και μέτριας έντασης βορειοδυτικούς ανέμους με ισχυρές ριπές. Ενδεικτικά, στις 2:30μ.μ. της 23ης Ιουλίου, λίγο μετά την έναρξη της φωτιάς, η μέση ένταση του ανέμου έφτανε τους 25,6 κόμβους (6 μποφόρ), ενώ οι ριπές ξεπερνούσαν τους 42,1 κόμβους (9 μποφόρ). Όπως σημειώνει ο κ. Τύμβιος, παρόμοιας έντασης ριπές έχουν καταγραφεί στο σταθμό στο παρελθόν μόνο σε περιπτώσεις καταιγίδας και ουδέποτε σε αίθριο καιρό. Τα 9 μποφόρ αναφέρονται σε ταχύτητα άνεμου στα 78 χιλιόμετρα, κάτι που σημαίνει ότι ο αέρας μπορεί να ταξιδέψει .1300 μέτρα σε ένα λεπτό. Η σπανιότητα αυτής της έντασης ριπών αποδεικνύεται και από τη στατιστική ανάλυση των μετρήσεων στον σταθμό της Μαλιάς, σύμφωνα με την οποία η πιθανότητα να καταγραφεί ριπή άνω των 42,1 κόμβων είναι μόλις 0,199% και αφορά χειμερινούς μήνες και συνθήκες έντονης καταιγίδας.

Ο κ. Τύμβιος εξηγεί ότι είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό το γεγονός ότι οι ριπές ανέμου δεν ακολουθούν πάντα την κατεύθυνση του μέσου ανέμου, προκαλώντας απρόβλεπτες αλλαγές στην κατεύθυνση της πυρκαγιάς. «Οι ριπές ανέμου –στιγμιαίες αυξήσεις της έντασης του ανέμου– αποτελούν ιδιαίτερα επικίνδυνη μετεωρολογική συνθήκη για τη ραγδαία εξάπλωση των πυρκαγιών. Όχι μόνο παρασύρουν φλεγόμενη καύσιμη ύλη σε μεγάλες αποστάσεις, προκαλώντας νέα μέτωπα (spot fires), αλλά ενισχύουν την ένταση της φλόγας μέσω της αυξημένης παροχής οξυγόνου, προκαλώντας αναζωπυρώσεις. Οι ριπές συχνά δεν ακολουθούν τη μέση κατεύθυνση του ανέμου, με αποτέλεσμα αιφνίδιες και απρόβλεπτες μεταβολές στην κατεύθυνση της πυρκαγιάς, οι οποίες σε συνδυασμό με το ανάγλυφο και τις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή, αυξάνουν κατακόρυφα τον επιχειρησιακό κίνδυνο».

Ο κ. Τύμβιος τόνισε ότι οι συνθήκες της νύχτας της 23ης Ιουλίου ήταν εξαιρετικά επικίνδυνες: «Συνήθως τη νύχτα, η έλλειψη ανέμου και η ευστάθεια της ατμόσφαιρας βοηθά στην ύφεση της φωτιάς, καθώς ο αέρας της πυρκαγιάς δεν ανανεώνεται και το διοξείδιο του άνθρακα που παράγεται από την καύση κατακάθεται και “πνίγει” τις φλόγες. Όμως, τη συγκεκριμένη νύχτα, οι ισχυρές ριπές ανέμου ανακάτευαν συνεχώς την ατμόσφαιρα, απομακρύνοντας το διοξείδιο του άνθρακα και ενισχύοντας τη φλόγα με οξυγόνο. Αυτές οι συνθήκες συνεχίστηκαν έως περίπου τις 4 το πρωί της επόμενης ημέρας».

Θερμοκρασία-ρεκόρ λόγω της πυρκαγιάς

Ένα ιδιαίτερα αξιοσημείωτο γεγονός καταγράφηκε στο φράγμα του Κούρη, όπου την Πέμπτη 24/7, στις 00:10π.μ., σημειώθηκε θερμοκρασία ρεκόρ 58,3°C, λόγω θερμών αέριων μαζών που μετακινήθηκαν από την περιοχή της πυρκαγιάς και ανακατεύθηκαν με την ατμόσφαιρα γύρω από τον σταθμό.

Ο ρόλος του Τμήματος στο Κέντρο Συντονισμού

Ο κ. Τύμβιος μετέβη στο Συντονιστικό Κέντρο στον Άγιο Αμβρόσιο, με συμβουλευτικό ρόλο όσον αφορά τις καιρικές συνθήκες και την πρόγνωση στις κρίσιμες ώρες, στο πλαίσιο του Σχεδίου «Ίκαρος ΙΙ», το οποίο ενεργοποιείται όταν επιχειρούν περισσότερα από τέσσερα εναέρια μέσα. Όπως ανέφερε, η ημέρα της πυρκαγιάς ήταν ημέρα υψηλού κινδύνου, βάσει δεικτών που χρησιμοποιούνται από το Τμήμα. «Στις 23 Ιουνίου είχε εκδοθεί πορτοκαλί προειδοποίηση για υψηλές θερμοκρασίες οι οποίες, σε συνδυασμό με τη χαμηλή σχετική υγρασία, τους ισχυρούς άνεμους, την ξηρότητα της καύσιμης ύλης (τελευταία βροχή στην περιοχή ήταν 9 χιλιοστά και συνέβη στις 3/6/2025, δηλαδή πριν από 50 ημέρες) και το ανάγλυφο της περιοχής δημιουργούν ικανές συνθήκες για την έναρξη και επέκταση της πυρκαγιάς. Όλες οι υπηρεσίες του κράτους βρίσκονταν σε επιφυλακή».

Η ταχύτητα εξάπλωσης της πυρκαγιάς

Όσον αφορά την ταχύτητα εξάπλωσης της φωτιάς, ο κ. Τύμβιος ανέφερε ότι αυτή μπορεί να υπολογιστεί μόνο μέσω δορυφορικών εικόνων άμεσης λήψης. Δυστυχώς, τις κρίσιμες ώρες δεν υπήρχαν αρκετά συχνές δορυφορικές παρατηρήσεις για να διαπιστωθεί με ακρίβεια η ταχύτητα του μετώπου. Ωστόσο, το Τμήμα Μετεωρολογίας αναμένεται να αποκτήσει σύντομα νέο εργαλείο τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ) που θα καταγράφει την εξέλιξη πυρκαγιών σε πραγματικό χρόνο, με ανανέωση δορυφορικών δεδομένων κάθε 10 λεπτά και επιπλέον θα είναι ικανό να προγνώσει την εξάπλωσή της τις επόμενες ώρες, μέσα στα δυνατά βεβαίως πλαίσια ακρίβειας ως βοηθητικό εργαλείο για τη λήψη αποφάσεων (Εμβληματική Δράση ΙδΕΚ «ΑΙ in Government»).

Νέο εργαλείο πρόγνωσης κινδύνου πυρκαγιάς

Το Τμήμα Μετεωρολογίας βρίσκεται σε δοκιμαστική φάση χρήσης ενός νέου εργαλείου, σε συνεργασία με τη Μετεωρολογική Υπηρεσία του Ισραήλ, το οποίο αξιολογεί καθημερινά τον κίνδυνο εκδήλωσης πυρκαγιάς σε διαφορετικές περιοχές και εκδίδει προγνωστικούς χάρτες επικινδυνότητας για τις επόμενες 5 ημέρες. Το σύστημα αυτό βρίσκεται αυτή τη στιγμή υπό εξέταση, ωστόσο, τις επόμενες ημέρες αναμένεται να ξεκινήσει η καθημερινή αποστολή των σχετικών εκτιμήσεων σε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.

Πρόκειται για έναν δείκτη επικινδυνότητας έναρξης και εξάπλωσης πυρκαγιάς το οποίο εντοπίζει και υποδεικνύει τις περιοχές με τη μεγαλύτερη επικινδυνότητα για εκδήλωση πυρκαγιάς σε υψηλή ανάλυση (2 χιλιόμετρα), βασισμένο σε μετεωρολογικά και περιβαλλοντικά δεδομένα τα οποία ανανεώνονται 4 φορές την ημέρα. Είναι, ίσως, ο μοναδικός δείκτης στη βιβλιογραφία ο οποίος δεν λαμβάνει υπόψιν μόνο την επίδραση του άνεμου αλλά συνυπολογίζει και τις ριπές.

Απόδραση από τις φλόγες

Ο διευθυντής του Τμήματος Μετεωρολογίας περιέγραψε και τη στιγμή κατά την οποία το Κέντρο Συντονισμού στον Άγιο Θεράποντα απειλήθηκε από τις φλόγες και κρίθηκε απαραίτητη η απομάκρυνση του. «Δεν αισθάνθηκα φόβο γιατί εκεί ήμασταν άνθρωποι με εμπειρία στις πυρκαγιές, αλλά ανησύχησα τη στιγμή της αποχώρησης, καθώς οι φλόγες βρισκόταν κοντά στον δρόμο των Κυβίδων. Εγώ έφυγα μέσω του δρόμου προς το Παραμάλι και πράγματι ανησύχησα εκείνη την ώρα».

Από τις πιο δύσκολες πυρκαγιές

Όπως σημείωσε, η συγκεκριμένη πυρκαγιά ήταν από τις πιο καταστροφικές και δύσκολες που έχει αντιμετωπίσει η Κύπρος, λόγω της μορφολογίας του εδάφους, της καύσιμης ύλης και –κυρίως– των εξαιρετικά δυσμενών καιρικών συνθηκών. Το μέτωπο της πυρκαγιάς ήταν τόσο μεγάλο που σε συνδυασμό με τις ριπές ανέμου, που κατευθύνονταν προς νοτιοανατολικές περιοχές, δεν μπορούσε να αντιμετωπιστεί. «Όταν φτάσει να εξαπλωθεί είναι πάρα πολύ δύσκολο να περιοριστεί». Η φωτιά εν τέλει περιορίστηκε στην περιοχή Σούνι και Βούναρου από την άλλη πλευρά, χάρη στις προσπάθειες των Υπηρεσιών αλλά και στη μείωση των ανέμων και ριπών προς τις 4 τα ξημερώματα».