Από την περασμένη εβδομάδα η Αστυνομία Κύπρου είναι σε επιφυλακή για τους πειρατές οδηγούς ταξί.

Αυτό φαίνεται και από το περιεχόμενο εσωτερικού μηνύματος για το οποίο έχει γνώση ο «Φ». Σε επιστολή που απέστειλε σε όλους τους αστυνομικούς διευθυντές των επαρχιών ο επικεφαλής της Τροχαίας Αρχηγείου, Χάρης Ευριπίδου, ενημερώνει εκ μέρους του αρχηγού Αστυνομίας, Θεμιστού Αρναούτη, για τις νέες πρόνοιες της σχετικής νομοθεσίας.

Συγκεκριμένα, επικαλείται τον τροποιητικό Νόμο (Περί Εξωδίκου ρυθμίσεως Αδικημάτων) που τέθηκε σε εφαρμογή από τις 25 Ιουλίου και προνοεί πλέον ότι το πρόστιμο για το αδίκημα «μεταφοράς επιβατών επί μισθώσει με όχημα που δεν είναι εφοδιασμένο με άδεια οδικής χρήσης ταξί» θα τιμωρείται πλέον με €300. Η χρηματική ποινή που προνοείτο μέχρι πρότινος ήταν €85. Πλέον, δηλαδή, το πρόστιμο είναι 3,5 φορές πιο μεγάλο.

Στο ίδιο εσωτερικό σημείωμα, ο κ. Ευριπίδου καλεί εκ μέρους του αρχηγού Αστυνομίας όλους τους αρμόδιους να προβούν στις δικές τους ενέργειες για εφαρμογή της νέας νομοθετικής ρύθμισης.

Πάντως, μαρτυρίες και συζητήσεις που έγιναν στην Βουλή, ανέδειξαν ότι το πρόβλημα με τους πειρατές οδηγούς ταξί έχει λάβει διαστάσεις. Επιπλέον, όπως αποκάλυψε ο «Φ» στις 3 του περασμένου Μαΐου, πειρατές οδηγοί ταξί χωρίς καμία άδεια και νομιμότητα διώκονται ποινικά για την παράνομη δραστηριότητά τους, αλλά τη γλυτώνουν ελλείψει μαρτυρίας.

Όπως αποκαλύπταμε στη βάση επιστολογραφίας μεταξύ Νομικής Υπηρεσίας και Αστυνομίας Κύπρου που είχαμε εξασφαλίσει, οι ποινικοί ανακριτές προωθούν τις υποθέσεις για καταχώρηση χωρίς, όμως, να εξασφαλίζουν το πιο σημαντικό: Τη μαρτυρία από τον πελάτη των κατηγορούμενων, στους οποίους προσφέρονται οι υπηρεσίες μεταφοράς.

Μοιραία οι υποθέσεις έπεφταν στα Δικαστήρια, με τους «πειρατές» να συνεχίζουν ανενόχλητοι να παρανομούν.

Λειτουργός της Νομικής Υπηρεσίας που είχε χειριστεί το θέμα, ενημέρωνε ότι υπήρχαν σωρεία τέτοιων υποθέσεων που οδηγούνταν στο Δικαστήριο, αλλά επεσήμαινε πως δεν γινόταν «ενδελεχής έλεγχος» πριν την εισήγηση του εξεταστή της υπόθεσης/αστυνομικού ανακριτή για ποινική δίωξη του υπόπτου.

Υποδείκνυε ότι δεν μπορεί να αποδειχθεί το αδίκημα χωρίς τη μαρτυρία των επιβατών, οι οποίοι να δίδουν ένορκη κατάθεση για την υπόθεση και να λένε το προφανές, πως κατέβαλαν αντίτιμο για την μεταφορά τους.