Η ετυμηγορία του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας να επιβάλει κάθειρξη πέντε (5) χρόνων στον κατά παραδοχή σφετεριστή Ελληνοκυπριακών περιουσιών στα κατεχόμενα, Σιμόν Μιστριέλ Αϊκούτ, συνοδεύεται από αναλύσεις και σενάρια, τα οποία δεν ανάγονται στη σφαίρα της παραφιλολογίας.
Η δομημένη απόφαση που αναγνώστηκε χθες από την πρόεδρο του τριμελούς δικαστικού σώματος (Χριστιάνα Παρπόττα – Π.Ε.Δ., Χρίστος Ρασπόπουλος – Α.Ε.Δ., Παναγιώτης Σαββίδης – Ε.Δ.) δεν αφήνει ερωτηματικά.
Ούτε υπάρχουν αμφιβολίες πως είναι η βαρύτερη ποινή που επιβλήθηκε για το αδίκημα που αφορά «δόλιες συναλλαγές σε ακίνητη περιουσία που ανήκει σε άλλο». Το ερωτηματικό έχει να κάνει με τις προθέσεις της υπεράσπισης, αλλά και την έκτιση της ποινής του 75χρονου στις Κεντρικές Φυλακές της Δημοκρατίας ή αλλού.
Σε ό,τι αφορά το πρώτο ζήτημα, οι νομικοί που δούλεψαν για την υπεράσπισή του, μεταξύ των οποίων η Μαρία Νεοφύτου και η Νικολέττα Χαραλαμπίδου που έκαναν τις δικαστικές εμφανίσεις για λογαριασμό του, δεν έδωσαν κάποια ένδειξη για τις προθέσεις τους. Δηλαδή, κατά πόσον στις επόμενες 10 ημέρες που έχουν προθεσμία στη βάση της νομοθεσίας θα εφεσιβάλουν την απόφαση σε ό,τι αφορά το ύψος της ποινής.
Το έτερο θέμα που συζητείτο σε κύκλους που ξέρουν δεδομένα για την υπόθεση και τέθηκε στον «Φ» υπό μορφή πληροφόρησης έχει να κάνει με ενδεχόμενο αίτημα να εκτίσει την ποινή του ο Αϊκούτ σε χώρα της καταγωγής του. Σε ένα τέτοιο σενάριο ο κάτοχος υπηκοότητας Τουρκίας, Ισραήλ και Πορτογαλίας, Σιμόν Αϊκούτ, θα υποβάλει σε μια από τις δυο τελευταίες χώρες αίτημα για να τον δεχθούν σε τοπικό σωφρονιστικό ίδρυμα. Για την Τουρκία δεν γίνεται ούτε λόγος.
Πάντως, αυτό που έχει αναφερθεί είναι πως σε ένα ενδεχόμενο αίτημα από πλευράς Αϊκούτ προς το Ισραήλ για να εκτίσει την ποινή του εκεί και έγκριση από τις ισραηλινές Αρχές, το βάρος θα πέσει στον Υπουργό Δικαιοσύνης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στη διακριτική του ευχέρεια είναι κατά πόσον θα δώσει το τελικό «ΟΚ».
Σε περίπτωση που ένα πρόσωπο που καταδικάζεται σε φυλάκιση και μεταφερθεί σε άλλη χώρα, τότε εκτίει την ποινή με βάση τους κανόνες που ισχύουν στο εν λόγω κράτος. Είναι ενδεικτικό, πως Ελλαδίτης διακινητής ναρκωτικών στον οποίο είχε επιβληθεί πολυετής φυλάκιση (14 χρόνια το 2019), μετά τη μεταφορά του στην Ελλάδα κατάφερε να εξαγοράσει την ποινή του και να μείνει ελεύθερος (2023) σε μικρό χρονικό διάστημα (δυο χρόνια μετά την αποφυλάκισή του διακίνησε ξανά ναρκωτικά μέσω του λιμανιού της Λεμεσού).
Η ποινή
Σε ό,τι αφορά την ετυμηγορία για το ύψος της ποινής, το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας καταδίκασε τον Αϊκούτ σε 5ετη φυλάκιση για έκαστη από τις 40 κατηγορίες σφετερισμού που παραδέχθηκε και αφορούν «δόλιες συναλλαγές σε ακίνητη περιουσία που ανήκει σε άλλο».
Ωστόσο, οι ποινές είναι συντρέχουσες. Μάλιστα, στη βάση της νομοθεσίας θα προσμετρηθεί ο χρόνος που προφυλακίστηκε, δηλαδή θεωρείται πως εκτίει την ποινή του από τις 19/06/2024. Το αδίκημα, σύμφωνα με την ετυμηγορία, έγιναν σε βάθος χρόνου 10 ετών και 5 μηνών «και αφορούσε μεταξύ άλλων 40 τεμάχια γης, συνολικής αξίας €38.948.000 και με το συνολικό εμβαδό των εν λόγω τεμαχίων να ανέρχεται σε 394.969τ.μ.».
Η κατακλείδα
Στην έκτασης 21 σελίδων απόφασή του το Κακουργιοδικείο εξετάζει όλους τους παράγοντες που αναδείχθηκαν μέσα από την αγόρευση της δικηγόρου Μαρίας Νεοφύτου για μετριασμό της ποινής του Αϊκούτ, δίδοντας σχετική αιτιολογία.
Στην κατακλείδα του και πριν ανακοινώσει την απόφασή του για επιβολή 5ετούς φυλάκισης, το τριμελές σώμα σημειώνει: «Εξετάσαμε με ιδιαίτερη προσοχή όλα τα στοιχεία που συνθέτουν την παρούσα υπόθεση, ήτοι τα γεγονότα που συνιστούν και περιβάλλουν τα αδικήματα, τους ελαφρυντικούς και μετριαστικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των προσωπικών περιστάσεων του Κατηγορούμενου και σταθμίσαμε, κατά το δυνατόν, όλα όσα επιδρούν στον καθορισμό της ποινής. Έχοντας περαιτέρω κατά νου ότι ο χρόνος για το ηλικιωμένο άτομο είναι πολυτιμότερος και η επιβολή ποινής φυλάκισης δυσμενέστερη, ένεκα της μειωμένης προσδοκίας ζωής καθώς επίσης ότι η επιβολή ποινής φυλάκισης πρέπει να είναι το ύστατο μέτρο και πρέπει να χρησιμοποιείται με φειδώ και όπου οι περιβάλλουσες τα αδικήματα και τον παραβάτη συνθήκες, δεν αφήνουν άλλη επιλογή, διότι κάθε άλλη ποινή θα ήταν επιεικέστερη του ορθού, καταλήγουμε ότι στην παρούσα περίπτωση η εν γένει σοβαρότητα των αδικημάτων και η διαπιστωθείσα ανάγκη για επιβολή αποτρεπτικών ποινών, λόγω της έξαρσης που παρατηρείται, δεν αφήνουν άλλη επιλογή στο Δικαστήριο, από την επιβολή ποινής φυλάκισης. Όλοι οι ελαφρυντικοί και μετριαστικοί παράγοντες θα αντανακλώνται στην έκταση της ποινής που θα του επιβληθεί. Θεωρούμε επίσης ορθό όπως επιβάλουμε συντρέχουσες ποινές εφόσον τα αδικήματα που διέπραξε ο Κατηγορούμενους αποτελούν μέρος μιας ενιαίας και συνεχόμενης συμπεριφοράς».
«Αυστηρά…»
>> Λίγο μετά τα μέσα της ανάγνωσης της απόφασης οι παρευρισκόμενοι στη δικαστική αίθουσα είχαν λάβει ενδείξεις για το ύψος της ποινής. Συγκεκριμένα, μετά την παράθεση νομολογίας, το Κακουργιοδικείο επισήμανε: «Όλα τα πιο πάνω πιστεύουμε πως καθιστούν αναγκαίο όπως αδικήματα αυτής της φύσης τιμωρούνται αυστηρά μέσω ποινών οι οποίες ενέχουν έντονα το στοιχείο της αποτροπής για σκοπούς κυρίως γενικής και δευτερευόντως ειδικής πρόληψης. Τα Δικαστήρια, στο μέτρο βεβαίως που τους αναλογεί, οφείλουν, με την επιβολή ανάλογα αποτρεπτικών ποινών, πάντα κατ’ εφαρμογή καλά καθιερωμένων αρχών που αφορούν την επιμέτρηση της ποινής, αποφασιστικά να συνδράμουν, στον τερματισμό της ασύστολης εκμετάλλευσης της ακίνητης ιδιοκτησίας των εγγεγραμμένων ιδιοκτητών, χωρίς τη συγκατάθεση των τελευταίων, που βρίσκονται στα κατεχόμενα εδάφη της Δημοκρατίας».
>> Να σημειωθεί ακόμη ότι βάσει της απόφασης το Κακουργιοδικείο αποδέχεται ότι ο Αϊκούτ δεν ήταν ο «εγκέφαλος» του σφετερισμού, ωστόσο, έκρινε πως «ο δικός του ρόλος στη διάπραξη των αδικημάτων που αντιμετωπίζει είναι βαρυσήμαντος». Το Δικαστήριο αιτιολόγησε με γεγονότα το βαθμό συμμετοχής του (σ.σ. όπως ότι ενέγραψε την εταιρία).
>> Επιπλέον, το Δικαστήριο δεν πείστηκε πως το πρόβλημα προστάτη του Αϊκούτ δεν μπορεί να τύχει χειρισμού ενόσω βρίσκεται στις Κεντρικές Φυλακές.
Αριστείδης: «Η δικαιοσύνη έστειλε σαφές μήνυμα προς πάσα κατεύθυνση»
Ο ανώτερος δικηγόρος της Δημοκρατίας, Ανδρέας Αριστείδης, που χειρίστηκε την υπόθεση μετά το τέλος της χθεσινής διαδικασίας έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Η σημερινή απόφαση καθιστά σαφές ότι η κατοχή τμήματος της Κύπρου δεν παράγει νομικά αποτελέσματα σε βάρος των θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών και ότι η Κυπριακή Δημοκρατία, ως κυρίαρχο κράτος, ασκεί δικαιοδοσία σε σχέση με πράξεις που τελέστηκαν οπουδήποτε στην επικράτειά της, ακόμα και σε περιοχές εκτός του αποτελεσματικού ελέγχου της. Η δικαιοσύνη μέσα από αυτή την υπόθεση, έστειλε σαφές μήνυμα προς πάσα κατεύθυνση: Όποιος αγοράζει ή χτίζει ή άλλως πως εκμεταλλεύεται γη στις κατεχόμενες περιοχές που ανήκει σε ελληνοκύπριους διαπράττει σοβαρά ποινικά αδικήματα. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι καθοριστικό γεγονός στην τεκμηρίωση των κατηγοριών αποτέλεσε η μεθοδικότητα, ο επαγγελματισμός και η συνέπεια που επέδειξε η ανακριτική ομάδα της αστυνομίας κατά τη διερεύνηση και συλλογή της μαρτυρίας».
>> Η μικρή αίθουσα του Δικαστηρίου ήταν κατάμεστη. Παρούσα και η σύζυγος του Αϊκούτ και οικεία του πρόσωπα. Όταν ο Αϊκούτ εισήλθε στην αίθουσα υπό τη συνοδεία αστυνομικών, χαιρέτησε εγκαρδίως με χειρονομία και εξ αποστάσεως κάποιο από τα πρόσωπα που ήρθε για να παρακολουθήσει την διαδικασία.
>> Η κατηγορούσα Αρχή πριν την ανακοίνωση της απόφασης και λίγο μετά τις 11:00 υπέβαλε αίτημα για δήμευση ποσού €19.694. Τα χρήματά αυτά βρίσκονταν σε τραπεζικό λογαριασμό του Αϊκούτ στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές και είχαν δεσμευτεί τον Ιούλιο του 2024. Η συνήγορος υπεράσπισης, Μαρία Νεοφύτου, δεν έφερε ένσταση και κάλεσε το Δικαστήριο να προσμετρηθεί αυτό ως μετριαστικός παράγοντας. Το τριμελές σώμα αποσύρθηκε και όταν επανήλθε στις 12:00, η επικεφαλής του Χριστιάνα Παρπόττα, ανέφερε -ανάμεσα σ΄ άλλα- πως το αίτημα στη βάση νομοθεσίας θα έπρεπε να συνοδευτεί από έκθεση του Γενικού Εισαγγελέα. Διερωτήθηκε, ενδεικτικά, αν η δήμευση του ποσού θα έχει το χαρακτήρα της συνεισφοράς προς τη Δημοκρατία ή αν θα είναι επιστροφή μέρους του ποσού που οικειοποιήθηκε ο κατηγορούμενος από την παράνομη δραστηριότητά του. Υπέδειξε ότι θα πρέπει να ακουστούν οι θέσεις των δυο πλευρών αναλυτικά για να εκδοθεί σχετικό διάταγμα. Σ΄ εκείνο το σημείο ο εκπρόσωπος της κατηγορούσας Αρχής ανέφερε πως υπό αυτά τα δεδομένα αποσύρει το αίτημά του.