Ο Τάσος Μ. Ιωαννίδης, πρώην καθηγητής του Πανεπιστημίου Σινσινάτι, ΗΠΑ, εκφράζει την άποψή του για το άρθρο της μαθήτριας που έγραψε το κείμενο «Θρησκευτικά στο Σχολείο: Επιλογή ή Υποχρέωση;». 

Η λογική της μαθήτριας που έγραψε το κείμενο «Θρησκευτικά στο Σχολείο: Επιλογή ή Υποχρέωση;» είναι τετράγωνη. Ξεκινά από τις βασικές αρχές της εκκοσμίκευσης, της αυτοδιάθεσης του μαθητή και της πολυπολιτισμικής κοινωνίας και καταλήγει σε συμπεράσματα που απορρέουν από αυτές. Δεν προτίθεμαι να διαφωνήσω ούτε με τη λογική της ούτε και με τα φυσικά επακόλουθά της. Θα αμφισβητήσω, όμως, τα ερείσματά της, τα οποία στην πραγματικότητα είναι απλώς προσωπικές επιλογές, οι οποίες δεν είναι σωστό να επιβάλλονται σε όλους, λες και είναι… ευαγγέλιο. Θα ξεκινήσω με τη μεσαία από τις τρεις αφετηρίες της, αυτήν της αυτοδιάθεσης και όχι μόνον του μαθητή αλλά και του κάθε πολίτη. Αν μας δίδαξε κάτι ο κορωνοϊός είναι ότι η αυτοδιάθεσή μας περιορίζεται από τη συμμετοχή μας σ’ ένα κοινωνικό σύνολο, για το καλό του οποίου οι προσωπικές μας προτιμήσεις μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα. Εξ άλλου, η δυνατότητα προσηλυτισμού δεν προσφέρεται μόνο στο μάθημα των θρησκευτικών. Πώς θα αντιμετωπίσουμε την πλύση εγκεφάλου που είναι δυνατόν να γίνει στα μαθήματα της βιολογίας, των ελληνικών, της ιστορίας, των οικονομικών; Ας μην ξεχνάμε την Αμερικανίδα ακαδημαϊκό που επιμένει ότι τα σύγχρονα μαθηματικά παρέχουν κάλυψη για φυλετικές διακρίσεις, υπέρ των Ελλήνων και εναντίων των Αράβων, των Κινέζων ή των Ινδών σοφών. Θα τα κάνουμε, επομένως κι εκείνα τα μαθήματα προαιρετικά; Ψέμα, λοιπόν, η αυτοδιάθεση, εκτός κι αν κανείς θέλει να γίνει ερημίτης. Έρχομαι τώρα στην εκκοσμίκευση. Ξεκινώντας από εμπειρίες ολοκληρωτικών καθεστώτων, κάτω από τα οποία ο δογματισμός των κρατούντων ντύθηκε πολλές φορές με τη δορά της θρησκείας (αμφισβητεί κανείς ότι ο αθεϊσμός είναι θρησκεία;), οι συνταγματικοί συγγραφείς σε πολλές κοινωνίες (κυρίως, δυτικές) εθέσπισαν την αρχή ότι δεν επιτρέπεται στο κράτος να καταστρατηγεί τα θρησκευτικά φρονήματα των πολιτών του, είτε επιβάλλοντας είτε απαγορεύοντας συγκεκριμένες τακτικές. Αυτό στην καθομιλουμένη ερμηνεύτηκε σαν διαχωρισμός θρησκείας και πολιτείας, ενώ στην πράξη προσφέρει συχνά στο κράτος το βολικό άλλοθι γαι να παραβιάσει εκείνα ακριβώς που ο αρχικός θεσμός επιδίωξε να απαγορεύσει. Ο κορωνοϊός μάς δίδαξε επίσης ότι το κράτος «δικαιούται» να κλείνει τις εκκλησίες όπως και τα μπαρ και να ανοίγει μάλιστα τα μπαρ πριν τις εκκλησίες. Ψέμα λοιπόν και ο πολυθρύλητος διαχωρισμός, ενώ η εκκοσμίκευση ξεγυμνώνεται ως απλός ευφημισμός για την αθεΐα. Μας μένει, τέλος, η πολυπολιτισμικότητα. Στο βωμό της δεν θυσιάζεται μόνο η θρησκεία αλλά και το έθνος (τι θα κάνουμε με τη σημαία, τις παρελάσεις, τους εθνικούς εορτασμούς;), τα σύνορα (πρόσφυγες εμείς το 1974, πρόσφυγες κι αυτοί σήμερα!), η γλώσσα (δεν θα διδάσκουμε και την πατρική γλώσσα των άλλων πολιτών της δημοκρατίας; Ας εφαρμόσουμε το λατινικό αλφάβητο για να γίνεται η γλώσσα μας πιο προσιτή και κατανοητή σε όλους τους πολίτες), η ιστορία (πόσο μονόπλευρα μάς τη διδάσκουν!), η γεωγραφία (γιατί όλα είναι «ψευδή» βορείως της γραμμής του Αττίλα;). Η πολυτισμικότητα δεν οδηγεί στην ουτοπία, αλλά στη δυστοπία. Ψέμα, λοιπόν κι αυτή. Εύχομαι η μαθήτρια-συγγραφέας να ζητήσει από όλους τους καθηγητές της εξηγήσεις για τα ψεύδη με τα οποία τη γαλούχησαν. Και να κουβεντιάσει τους προβληματισμούς της με τους γονείς της, οι οποίοι (φορολογούμενοι πολίτες δεν είναι;) έχουν στα χέρια τους και την κυβέρνηση και το πολίτευμα και το εκπαιδευτικό σύστημα. Δεν είμαστε μικρά ρομπότ στα χέρια κανενός, αλλά είμαστε υπεύθυνα μέλη ενός συνόλου, η επιβίωση του οποίου βαραίνει τους συλλογικούς μας ώμους.

ΥΓ. Τη συμπονώ αφάνταστα για τα απαξιωτικά σχόλια που εισέπραξε από μερίδα αναγνωστών της. Δεν την είχε προειδοποιήσει κανείς από τους καθηγητές της για το γεγονός ότι η κάλυψη κάτω από την αρχή της ελευθερίας του λόγου είναι κι αυτή άλλο ένα ψέμα, αφού προσφέρεται σαν άλλοθι στον κάθε καταχραστή της;