Η Κύπρος σείεται διά μέσου των αιώνων κάτι το οποίο προκύπτει από ιστορικές αναφορές και αρχαιολογικά ευρήματα που μαρτυρούν ότι το νησί έπληξαν στο παρελθόν ισχυροί σεισμοί, οι οποίοι, σε αρκετές περιπτώσεις, κατέστρεψαν τις πόλεις της. Ιστορικά δεδομένα δείχνουν ότι 20 καταστροφικοί σεισμοί, εκδηλώθηκαν μεταξύ 26 π.Χ. και 1900 μ.Χ.  

Σύμφωνα δε με τις στατιστικές του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης, κάθε περίπου 153 χρόνια η περιοχή της Κύπρου πλήττεται από ένα σεισμό μεγέθους πέραν των 7 Ρίχτερ. Κάθε 52 χρόνια πλήττεται από σεισμό μεγαλύτερο των 6,5 Ρίχτερ, κάθε 17 χρόνια ταρακουνιέται από σεισμό πέραν των 6 Ρίχτερ, κάθε έξι χρόνια από σεισμό που υπερβαίνει τα 5,5 Ρίχτερ και κάθε δύο χρόνια από σεισμό μεγαλύτερο των 5 Ρίχτερ. 

Βεβαίως, οι πιο πάνω σεισμοί δεν είναι οι μόνοι αφού, σύμφωνα με το Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης, το σεισμολογικό κέντρο του Τμήματος κάθε χρόνο καταγράφει, κατά μέσον όρο, τουλάχιστον 2.000 σεισμούς εκ των οποίων οι 1.300 έχουν εστίες στην ευρύτερη περιοχή της Κύπρου. Από αυτούς, το ποσοστό των σεισμών οι οποίοι γίνονται αισθητοί από τους πολίτες περιορίζονται στο 0.5%. 

Ο πιο πρόσφατος καταστροφικός σεισμός εκδηλώθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 1953 και είχε ως αποτέλεσμα να σκοτωθούν 40 άνθρωποι. Τραυματίστηκαν 100 και 4.000 έμειναν άστεγοι.  Επηρεάστηκαν 158 χωριά και πόλεις. Βεβαίως, ακολούθησαν ισχυροί σεισμοί το 1995, 1996, 1999, κάτι το οποίο επιβεβαιώνει και στην πράξη ότι η Κύπρος βρίσκεται σε σεισμογενή ζώνη. 

Σύμφωνα πάντα με το Γεωλογικό, η Κύπρος βρίσκεται στη σεισμογόνο ζώνη των Άλπεων-Ιμαλαΐων στην οποία εκδηλώνεται το 15% των σεισμών παγκοσμίως. Η σεισμικότητα της Κύπρου αποδίδεται, κατά κύριο λόγο, στο «Κυπριακό Τόξο» που αποτελεί το τεκτονικό όριο μεταξύ της Αφρικανικής και Ευρασιατικής λιθοσφαιρικής πλάκας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Η αφρικανική πλάκα κινείται βόρεια προς την πλάκα της Ευρασίας με αποτέλεσμα τη σύγκρουση των δυο πλακών και την κατάδυση της αφρικανικής πλάκας κάτω από τη μικροπλάκα της Ανατολίας (τμήμα της Ευρασιατικής πλάκας όπου βρίσκεται και η Κύπρος). 

Σύμφωνα με το Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης, το Κυπριακό τόξο κατά κύριο λόγο χωρίζεται σε τρία τμήματα με το δυτικό του τμήμα να βρίσκεται δυτικά της χερσονήσου το Ακάμα και να παρουσιάζει την εντονότερη δραστηριότητα με σεισμούς ενδιάμεσου βάθους (μέχρι 130km) αφού πιθανόν, κοντά στον Κόλπο της Αττάλειας εμφανίζεται η ζώνη καταβύθισης του ωκέανιου φλοιού της Τυθύος κάτω από την ηπειρωτική πλάκα της Ευρασίας. Το κεντρικό τμήμα εμφανίζεται νότια της Κύπρου και παρουσιάζει επίσης έντονη σεισμικότητα, κυρίως με επιφανειακούς σεισμούς. Τέλος, το ανατολικό τμήμα του τόξου που αναφέρεται (στη βιβλιογραφία) και σαν “Το Ρήγμα της Λατάκιας” παρουσιάζει χαμηλή σεισμικότητα με απουσία σεισμών ενδιάμεσου βάθους, πιθανόν λόγω μη-ενεργού καταβύθισης. 

Η πιο έντονη σεισμικότητα της Κύπρου παρατηρείται στο κεντρικό-δυτικό μέρος του Κυπριακού Τόξου και σε χερσαία ρήγματα στη Πάφο, Λεμεσό και Λάρνακα. 

Με βάση τα πιο πάνω δεδομένα, η βασική άμυνα του ανθρώπου είναι να κατασκευάσει κτήρια και υποδομές που να αντέχουν το φαινόμενο του σεισμού ή τουλάχιστον να μην καταρρέουν εύκολα με αποτέλεσμα να προκαλείται μεγάλος αριθμός θυμάτων όπως συνέβη με παλαιότερους σεισμούς, κυρίως σε άλλες χώρες. Θα μπορούσε να πει κανείς, πως μετά το 1994, οπόταν τέθηκε σε ισχύ ο κυπριακός αντισεισμικός κανονισμός, τα κτήρια κατασκευάζονται με καλύτερες προδιαγραφές και γενικά είναι πιο ανθεκτικά, νοουμένου ότι τηρούνται οι σχετικοί όροι και οι προϋποθέσεις, ότι υπάρχει επίβλεψη, ότι χρησιμοποιούνται κατάλληλα υλικά κλπ. Θεωρητικά, από το 2012, οπόταν εφαρμόστηκαν οι ευρωκώδικες που αφορούν τους σεισμούς, τα κτήρια κατασκευάζονται ακόμη πιο ανθεκτικά έναντι των σεισμών. 

Όμως, δεν υπάρχουν μόνο τα κτήρια που κατασκευάστηκαν  μετά το 1996. Υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες κτήρια τα οποία κατασκευάστηκαν προηγουμένως και τα οποία καταπονήθηκαν ήδη από τους μεγάλους σεισμούς που προηγήθηκαν. Άντεξαν μεν, αλλά θεωρείται ότι τους έμεινε το αποτύπωμα των σεισμών, έστω και αν οι ζημιές που προκλήθηκαν δεν ήταν μεγάλες. Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά τον μεγάλο σεισμό του 1996 είχαν ελεγχθεί περίπου 10.000 οικοδομές που παρουσίασαν μικρές ή μεγάλες ζημιές, αν και οι περισσότερες ήταν μικρές. Αν στην εξίσωση προστεθεί η πτώση μπαλκονιών (κυρίως σε Λεμεσό και Πάφο) ακόμη και χωρίς σεισμό τότε το καμπανάκι έχει κτυπήσει από καιρό. Για να μην αναφερθούμε στο γεγονός ότι μετά την τουρκική εισβολή, όταν κατελήφθη ο Πενταδάκτυλος και τα λατομεία του, τα υλικά που χρησιμοποιούνταν στις ελεύθερες περιοχές δεν ήταν τα καλύτερα. Βεβαίως, πρέπει να ληφθεί υπόψιν και το γεγονός ότι πολλά κτήρια (από οικίες μέχρι και ξενοδοχεία) άρχιζαν να κατασκευάζονται χωρίς άδειες με αμφίβολη επίβλεψη. 

Όλα αυτά δημιουργούν την ανάγκη ελέγχου των κτηρίων, ώστε να διαπιστωθεί «που στέκουν» από στατικής απόψεως. Το ΕΤΕΚ έθεσε το θέμα και το επαναφέρει φορτικά μέχρι σημείου παρεξηγήσεως. Ήδη το θέμα της περιοδικής επιθεώρησης των κτηρίων τέθηκε από τον βουλευτή Μαρίνο Μουσιούττα ενώπιον της κοινοβουλευτικής επιτροπής Εσωτερικών και η συζήτηση προχώρησε αρκετά. Βεβαίως, για να είμαστε δίκαιοι, υπάρχει και το θέμα του κόστους του ελέγχου και το γεγονός ότι δεν μπορούν όλοι να πληρώσουν, πολύ δε περισσότερο δεν μπορούν να καταβάλουν όλοι το κόστος επιδιόρθωσης των κτηρίων που θα κριθεί από τι επιθεωρήσεις ότι πάσχουν στατικά. 

Όμως, λαμβάνοντας υπόψιν το συνολικό κόστος της Πολιτείας και των φορολογουμένων από εκτεταμένες καταστροφές σε περίπτωση καταστροφικού σεισμού, τότε θα πρέπει να βρεθεί η χρυσή τομή, ακόμη και με επιχορήγηση των ελέγχων των κτηρίων ευάλωτων ομάδων. Απαραίτητος θεωρείται και ο έλεγχος κτηρίων δημόσιας χρήση όπως κινηματογράφων, εκκλησιών, σταδίων, μεγάλων πολυκαταστήματων, αιθουσών δεξιώσεων, σχολείων, ξενοδοχείων και γενικά χώρων στους οποίους συγκεντρώνεται μεγάλος αριθμός ατόμων ή εργαζομένων.  

Αιώνια ρήγματα 

Στην Κύπρο υπάρχουν ενεργά ρήγματα τα οποία εξακολουθούν να προκαλούν σεισμούς.  

Στην περιοχή Ακρωτηρίου εκτιμάται πως υπάρχουν πολλά μικρά ρήγματα τα οποία ωστόσο θεωρείται πως δεν είναι σε θέση να προκαλέσουν σεισμούς μεγάλου μεγέθους. Μεγάλο σεισμό μπορεί να προκαλέσει το ρήγματα της Γεράσας που βρίσκεται σχετικά κοντά τα ρήγματα του Ακρωτηρίου. Στις 11 Αυγούστου 1999, το ρήγμα της Γεράσας προκάλεσε σεισμό μεγέθους 5,6 στην κλίμακα Ρίχτερ. Ο ισχυρός σεισμός (με επίκεντρο το χωριό της Γεράσας) έγινε έντονα αισθητός σε όλο το νησί. Προκάλεσε ζημιές σε κτίρια στη Λεμεσό και σε χωριά στο βόρειο μέρος της επαρχίας. Συνολικά 40 άτομα τραυματίστηκαν ελαφρά λόγω πανικού. Μεγάλος αριθμός μετασεισμών συνεχίστηκε για πολλούς μήνες. Το ρήγμα της Γεράσας, μήκους 25 χιλιομέτρων, είναι το μόνο ενεργό ρήγμα στην Κύπρο. Το ρήγμα της Γεράσας διασπάται σε δύο τμήματα μήκους 10 και 15 χιλιομέτρων αντίστοιχα.  

Ρήγματα υπάρχουν και σε άλλες περιοχές της Κύπρου, όπως είναι το ρήγμα του Οβγού στη Λευκωσία το ρήγμα της Κυθραίας και άλλα δύο ρήγματα στην Πάφο. Το ρήγμα του Οβγού περνά κάτω από τη Λευκωσία και συνδέεται με την εκδήλωση σεισμών μεγέθους μέχρι και 4,5 βαθμών στην κλίμακα Ρίχτερ. 

Σύμφωνα με το Γεωλογικό, στην Κύπρο το μεγαλύτερο ρήγμα ήταν το ρήγμα του Αρακαπά το οποίο, ωστόσο, είναι ανενεργό. Το ρήγμα του Αρακαπά, το οποίο ονομάζεται και ρήγμα μετασχηματισμού, δημιουργήθηκε πριν από 80 εκατομμύρια χρόνια, όταν η Κύπρος  βρισκόταν ακόμη κάτω από τη θάλασσα και στην πορεία κατέστη ανενεργό. 

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, πριν από περίπου 60εκ.-70εκ. χρόνια, όταν ο Πενταδάκτυλος και το Τρόοδος άρχισαν να εμφανίζονται πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, σταδιακά άρχισε και η διάβρωση υλικών που  αποτελούσαν τα δύο βουνά, με αποτέλεσμα τα υλικά αυτά να γεμίσουν τη λεκάνη της Μεσαορίας. 

Το τσουνάμι μας έλειπε

Όσο οι σεισμοί εκδηλώνονται χιλιάδες μίλια μακριά, αισθανόμαστε μεν τον κίνδυνο αλλά η απόσταση λειτουργεί καθησυχαστικά. Κάποια φαινόμενα, όπως το τσουνάμι, μας φαίνονται πολύ μακρινά αλλά δεν είναι άγνωστα για την Κύπρο.   

Σύμφωνα με ιστορικές, στον κυπριακό χώρο και τις γύρω περιοχές έχουν παρατηρηθεί τσουνάμι, που προκλήθηκαν από υποθαλάσσιους σεισμούς, αν και όντως για την Κύπρο το τσουνάμι αποτελεί σπάνιο φαινόμενο.   

Ένα τέτοιο κύμα θα μπορούσε να προκαλέσει ζημιές σε περιοχές με χαμηλό υψόμετρο (όπως οι παράλιες πόλεις) εισχωρώντας σε βάθος μέχρι και 500 μέτρα από την ακτή.   

Το τελευταίο τσουνάμι που συγκλόνισε την ανθρωπότητα εκδηλώθηκε στις 26 Δεκεμβρίου 2004, ύστερα από σεισμό  μεγέθους 8,9 Ρίχτερ που έπληξε τη Σουμάτρα προκαλώντας το θάνατο 160.000 ανθρώπων σε πέντε χώρες. 

Ειδικά για την περίπτωση της Κύπρου, όπως προκύπτει από άρθρο της Ανώτερης Γεωλογικής Λειτουργού και επικεφαλής του σεισμολογικού Συλβάνας Πηλείδου, σε περίπτωση τσουνάμι, η Πάφος θα δεχθεί πρώτη το πλήγμα ίσως σε μόλις 20 δευτερόλεπτα από την εκδήλωση του. Θα ακολουθήσει η Λεμεσός σε 4 λεπτά, η Αμμόχωστος σε 25 λεπτά και οι υπόλοιπες ακτές της Κύπρου εντός μίας ώρας. 

Τα πιο πάνω στηρίζονται σε προσομοίωση ερευνητών (2007) σχετικά με το τσουνάμι, αν και ο ακριβής χρόνος εξαρτάται από την απόσταση που εκδηλώνεται ένας σεισμός, το μέγεθος του, το εστιακό βάθος καθώς και από άλλους παράγοντες. 

Ιστορικά οι πιο «πρόσφατοι» σεισμοί είναι οι ακόλουθοι: 

•    23 Φεβρουαρίου 1906: Ισχυρός σεισμός 5,3 Ρίχτερ. Έγινε αισθητός σε όλο το νησί και προκάλεσε σημαντικές καταστροφές σε Λεμεσό-Κολόσσι. 

•    29 Σεπτεμβρίου 1918: Σεισμός 6,3. Έγινε αισθητός σε όλο το νησί και ιδιαίτερα στη Λάρνακα και στην Αμμόχωστο καθώς επίσης και στον Ισραήλ και στον Λίβανο.  

•    18 Φεβρουαρίου 1924: Σεισμός 6 Ρίχτερ που έγινε αισθητός κυρίως στο νοτιο-ανατολικό τμήμα του νησιού προκαλώντας μικρές ζημιές στην Αμμόχωστο. 

•    13 Δεκεμβρίου 1927: Σεισμός 5 Ρίχτερ στην περιοχή της Λεμεσού. Προξένησε σημαντικές βλάβες σε κτήρια.  

•    9 Μαΐου 1930: Σεισμός 5,4 Ρίχτερ. Ήταν καταστροφικός και έπληξε κυρίως την επαρχία Πάφου (εκκλησίες και σπίτια σε Πάφο, Πέγεια, Έμπα). 

•    26 Ιουνίου 1937: Σεισμός 4,7 Ρίχτερ στη νοτιοδυτική Κύπρο. Κατέστρεψε σπίτια και εκκλησίες σε Πάχνα, Πλάτρες, Πενταλιά, Όμοδος, Άρσος, Σαλαμιού και προξένησε κατολισθήσεις στην Αρμίνου. 

•    20 Ιανουαρίου 1941: Σεισμός 5,9 Ρίχτερ στην Ανατολική Μεσόγειο. Προκάλεσε σημαντικές καταστροφές στην επαρχία Αμμοχώστου (τραυματισμοί και καταρρεύσεις σπιτιών σε Παραλίμνι και Αμμόχωστο), ζημιές σε Λευκωσία και Λάρνακα και δημιούργησε μικρό τσουνάμι που έπληξε τις ακτές του Ισραήλ. 

•    9 Δεκεμβρίου 1947: Σεισμός 5,4. Έγινε αισθητός  σε όλο το νησί, την Τουρκία και στο Βόρειο Ισραήλ. 

•    10 Σεπτεμβρίου 1953: Σεισμός 6 Ρίχτερ. Καταστροφικός διπλός σεισμός στην επαρχία Πάφου.  Σκοτώθηκαν 40 άνθρωποι, τραυματίστηκαν 100 και 4.000 έμειναν άστεγοι.  Επηρεάστηκαν 158 χωριά και πόλεις.  

•    10 Σεπτεμβρίου 1953: Σεισμός 6,1 Ρίχτερ.     

•    15 Σεπτεμβρίου  1961: Σεισμός 5,7 Ρίχτερ στη Λάρνακα 

•    28 Μαρτίου 1984. Σεισμός 4,5 Ρίχτερ.     

•    23 Φεβρουαρίου  1995: Καταστρεπτικός σεισμός 6,1 στην επαρχία Πάφου με δύο νεκρούς. Αρκετά σπίτια κατέρρευσαν στα χωριά Πάνω Αρόδες και Μηλιού.  

•    9 Οκτωβρίου 1996: Σεισμός 6,5. Δύο άτομα έχασαν τη ζωή τους από δευτερογενή αίτια και 20 τραυματίστηκαν ελαφρά.  

•    11 Αυγούστου 1999: Σεισμός 5,6 Ρίχτερ με επίκεντρο το χωριό Γεράσα. 

•    15 Απριλίου 2015: Σεισμός 5,6 Ρίχτερ με επίκεντρο τον θαλάσσιο χώρο δυτικά της Κισσόνεργας στην Πάφο