Μια σφοδρή αμμοθύελλα έπληξε την Τρίτη την πόλη Ερμπίλ, πρωτεύουσα της αυτόνομης περιοχής του Κουρδιστάν στο βόρειο Ιράκ, προκαλώντας σημαντικές αναταράξεις στην καθημερινότητα των κατοίκων.
Η πυκνή σκόνη που κάλυψε την ατμόσφαιρα μείωσε δραματικά την ορατότητα, επηρεάζοντας τις οδικές μετακινήσεις και τις αεροπορικές πτήσεις στην ευρύτερη περιοχή. Οι αρχές κάλεσαν τους πολίτες να παραμείνουν σε εσωτερικούς χώρους για την προστασία της υγείας τους, ενώ δεκάδες άτομα με αναπνευστικά προβλήματα αναζήτησαν ιατρική βοήθεια.
Αν και το φαινόμενο δεν αποτελεί πρωτοφανές γεγονός για τη χώρα, ειδικοί επισημαίνουν ότι τα τελευταία χρόνια οι αμμοθύελλες έχουν καταστεί συχνότερες και εντονότερες, σε μεγάλο βαθμό λόγω της περιβαλλοντικής υποβάθμισης, της ερημοποίησης και της κλιματικής αλλαγής που επηρεάζει τη Μέση Ανατολή.
Συχνό και επικίνδυνο φαινόμενο
Η αμμοθύελλα, σύμφωνα με τους μετεωρολόγους, συχνά αποτελεί ένδειξη προσέγγισης κακοκαιρίας ή και καταιγίδας. Πρόκειται για συχνό φαινόμενο σε περιοχές όπως η Αραβία, η Αίγυπτος και πολλές χώρες της Αφρικής, όπου τεράστιες εκτάσεις καλύπτονται από παχύ στρώμα άμμου.
Η ποσότητα άμμου που μεταφέρεται από τέτοιες θύελλες είναι εντυπωσιακή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η αμμοθύελλα του Μαρτίου 1901, η οποία μετέφερε από τη Σαχάρα στην Ευρώπη πάνω από 1.800.000 τόνους σκόνης και άμμου – με τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις να εντοπίζονται στη Μεσόγειο.
Κατά τη διάρκεια μιας αμμοθύελλας, το μεγαλύτερο μέρος της άμμου αιωρείται σε ύψος έως και δύο μέτρων από το έδαφος, ενώ η υπόλοιπη παρουσιάζεται ως λεπτός κονιορτός που δυσκολεύει ακόμη περισσότερο την ορατότητα. Οι κόκκοι άμμου συγκρούονται μεταξύ τους, δημιουργώντας το χαρακτηριστικό φαινόμενο του “χοροπηδήματος”.
Η αμμοθύελλα θεωρείται εξαιρετικά επικίνδυνη για όσους ταξιδεύουν στην έρημο, καθώς τα σύννεφα άμμου πλήττουν με ένταση τα πάντα στο πέρασμά τους, προκαλώντας φθορές σε μηχανήματα, ζημιές σε καλλιέργειες και καθιστώντας αδύνατη τη συνέχιση πορείας λόγω μηδενικής ορατότητας. Ζώα της ερήμου, όπως η καμήλα, έχουν αναπτύξει μηχανισμούς προσαρμογής: μπορούν να κλείνουν τα ρουθούνια τους και να προστατεύουν τα μάτια τους με δεύτερο ζεύγος βλεφάρων.