«Οι νέες κυρώσεις των ΗΠΑ αποτελούν μια προσπάθεια άσκησης πίεσης στη Ρωσία. Καμία χώρα που σέβεται τον εαυτό της δεν κάνει ποτέ τίποτα υπό πίεση. Η οικονομία της Ρωσίας δεν θα επηρεαστεί σοβαρά από αυτές τις κυρώσεις», ήταν η πρώτη αντίδραση του Βλαντίμιρ Πούτιν στο νέο πακέτο κυρώσεων που ανακοίνωσε ο Ντόναλντ Τραμπ και οι οποίες εντάσσονται στο νέο 19ο πακέτο που θεσπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σύμφωνα με το TASS, ο Ρώσος πρόεδρος έκανε τη συγκεκριμένη δήλωση στο περιθώριο της ομιλίας του στο συνέδριο της Ρωσικής Γεωγραφικής Εταιρείας (RGS).
Μιλώντας για τις νέες κυρώσεις των ΗΠΑ, τις χαρακτήρισε ως «απόπειρα άσκησης πίεσης στη Ρωσία» και «μη φιλική πράξη που δεν ενισχύει τις ρωσο-αμερικανικές σχέσεις». Διεμήνυσε δε ότι οι κυρώσεις «δεν θα επηρεάσουν τη ρωσική οικονομία» και πως «καμία χώρα που διαθέτει αυτοσεβασμό δεν κάνει ποτέ τίποτα υπό πίεση».
Παράλληλα, ο Πούτιν δεν έκανε λόγο για ματαίωση της συνάντηση με τον Τραμπ, αλλά δήλωσε ότι η συνάντηση με τον Αμερικανό ομόλογό του «…πρέπει να προετοιμαστεί κατάλληλα», σημειώνοντας ότι η Ουάσιγκτον πρότεινε ως πιθανό τόπο διεξαγωγής τη Βουδαπέστη.
Σχετικά με τις αμφιβολίες για τη διεξαγωγή της, εκτίμησε ότι «το πιθανότερο είναι ο Τραμπ να εννοούσε ότι η Σύνοδος αναβάλλεται».
Όπως αναμετέδωσαν τα ρωσικά πρακτορεία RIA και Interfax, ο Πούτιν υπογράμμισε τη σταθερή επιθυμία της Μόσχας, δηλώνοντας ότι «η Ρωσία θέλει να συνεχίσει τον διάλογο», καθώς «ο διάλογος είναι πάντα καλύτερος από τον πόλεμο».
Το TASS συγκέντρωσε τις βασικές δηλώσεις του προέδρου από το συνέδριο της Ρωσικής Γεωγραφικής Εταιρείας, όπου μεταξύ άλλων, έδωσε την εντολή στην κυβέρνηση να διερευνήσει την πιθανότητα ανακήρυξης του 2027 ως Έτους Γεωγραφίας.
Η εμπειρία της RGS στην Αρκτική, πιστεύει, θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί στην εφαρμογή των αναπτυξιακών προγραμμάτων της Ρωσίας: από την οικονομία και τις υποδομές έως το περιβάλλον, τον τουρισμό και τον κοινωνικό τομέα.
Σχετικά με την πολιτική της Ρωσίας για την Τεχνητή Νοημοσύνη:
«Μόνο βασιζόμενοι στον πολιτισμό, την ιστορία, τον γλωσσικό πλούτο, τις παραδόσεις και τις παραδοσιακές αξίες μας θα είμαστε σε θέση να δημιουργήσουμε πραγματικά κυρίαρχα μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης, αντί να αντιγράφουμε λύσεις άλλων». Η αντιγραφή προϊόντων άλλων οδηγεί σε «τεχνολογική και ιδεολογική εξάρτηση» και τελικά «στην απώλεια κυριαρχίας».