Όπως υποστηρίζεται από την Προεδρία, οι νέοι κανόνες θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας στις αναπτυσσόμενες παγκόσμιες αγορές για αυτές τις νέες τεχνολογίες και θα ενθαρρύνουν την αγορά οχημάτων με μηδενικές και χαμηλές εκπομπές, με την πρόωθησή της χρήσης τους στις δημόσιες συμβάσεις. Η μεταρρύθμιση καθορίζει τους ελάχιστους στόχους προμηθειών για καθαρά ελαφρά οχήματα, φορτηγά και λεωφορεία για το 2025 και το 2030, ενώ οι στόχοι εκφράζονται ως ελάχιστα ποσοστά καθαρών οχημάτων στο συνολικό αριθμό των οχημάτων οδικών μεταφορών που καλύπτονται από το σύνολο των συμβάσεων προμηθειών και των δημόσιων συμβάσεις παροχής υπηρεσιών.
Το κείμενο περιλαμβάνει έναν νέο ορισμό του «καθαρού οχήματος», που βασίζεται σε πρότυπα εκπομπών CO2, ενώ ο ορισμός των καθαρών βαρέων επαγγελματικών οχημάτων βασίζεται στη χρήση εναλλακτικών καυσίμων.
Το πεδίο εφαρμογής των κανόνων διευρύνεται όσον αφορά τις καλυπτόμενες πρακτικές σύναψης συμβάσεων. Οι νέοι κανόνες θα ισχύουν επίσης για ένα ευρύτερο φάσμα υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων υπηρεσιών οδικών μεταφορών, των επιβατικών υπηρεσιών ειδικής χρήσης, της συλλογής απορριμμάτων και των υπηρεσιών ταχυδρομικών αποστολών και δεμάτων.
“Η σημερινή συμφωνία δείχνει τη δέσμευση της Ευρώπης να απομακρύνει τον άνθρακα από τον τομέα των μεταφορών, κάνοντας τις σωστές επιλογές στην πολιτική προμηθειών, ο δημόσιος τομέας μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην υποστήριξη καινοτόμων πιο οικολογικών λύσεων”, δήλωσε η Rovana Plumb, Υπουργός Μεταφορών της Ρουμανίας.
Καταληκτικά επισημαίνεται ότι μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας, τα κράτη μέλη θα έχουν 24 μήνες να υιοθετήσουν εθνικές διατάξεις. Θα πρέπει να υποβάλλουν έκθεση στην Κομισιόν για την εφαρμογή των κανόνων κάθε τρία χρόνια, ενώ η πρώτη έκθεση θα πρέπει να υποβληθεί έως τις 18 Απριλίου 2016.