Τον Νοέμβριο του 2015, σε μια Ελλάδα που διανύει την περίοδο διακυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, η Άννα Βίσση βρίσκεται σε μια δύσκολη φάση της καριέρας της. Για πέντε χρόνια δεν έχει κυκλοφορήσει νέο δίσκο, δεν λαμβάνει προτάσεις για εμφανίσεις σε νυχτερινά κέντρα και η ίδια φαίνεται να αναζητά το επόμενο επαγγελματικό της βήμα.
Την ίδια χρονιά, η Βίσση εμφανίζεται απογοητευμένη από τις τελευταίες συνεργασίες της στη νυχτερινή διασκέδαση, ενώ έχει ουσιαστικά απομακρυνθεί από τη δισκογραφία. Ασχολείται με άλλα καλλιτεχνικά εγχειρήματα, όπως η πρόσφατη όπερα του Νίκου Καρβέλα με τίτλο «Οι καμπάνες του Edelweiss», χωρίς να δίνει σημασία στα σχόλια που ακούγονται για εκείνη στον χώρο της νύχτας.
Όταν ακουγόταν το όνομά της για κάποιο σχήμα, η απάντηση συνήθως από επιχειρηματίες νυχτερινών κέντρων ήταν: «Ποια Βίσση, μωρέ; Έχει να κάνει σουξέ χρόνια, δεν την θέλει πια ο κόσμος». Αγνοούσαν και αυτοί ότι η Άννα είχε αποφασίσει να προχωρήσει σε καθοριστικές αλλαγές, από αυτές που επαναπροσδιορίζουν μια τραγουδίστρια του δικού της βεληνεκούς, η οποία είχε εισέλθει για τα καλά τότε, στην 5η δεκαετία της ζωής της.
Η συνάντησή της με τον επιχειρηματία Γιάννη Μωράκη, που διέθετε έναν διαφορετικό χώρο με αισθητική κλαμπ και η τρέλα του μέντορά της, Νίκου Καρβέλα, σε συνδυασμό με το δικό της αισθητήριο, όρισαν την επαναφορά της στην αθηναϊκή νύχτα.
Μια επαναφορά που, κάθε χρόνο, αποκτούσε περισσότερη δυναμική, μέχρι να φτάσουμε στον χαρακτηρισμό «ολική» δέκα χρόνια μετά, με την Βίσση να θεωρείται απλά η «απόλυτη».

Γέμισε τρεις φορές το Καλλιμάρμαρο, έκανε μια μίνι περιοδεία στην Ευρώπη και στις 5 Δεκεμβρίου ξεκινάει και πάλι στο Hotel Ermou», με φόρα για άλλη μία σεζόν. Ίσως τελικά αυτή η γυναίκα να ήταν παντού όπως λένε οι fan της, στις καλοκαιρινές διακοπές που θέλαμε να κρατήσουν για πάντα, στα μαθητικά πάρτι, στα γενέθλια, στους χωρισμούς, στους τελευταίους χορούς πριν από το τέλος ενός έρωτα και στα ξενύχτια με «κακά παιδιά».
Η Άννα είναι ίσως η μοναδική περίπτωση τραγουδίστριας που βρέθηκε σε μια δύσκολη καμπή της καριέρας της πριν από μια δεκαετία και όχι απλά αναγεννήθηκε από τις στάχτες της, αλλά έκανε την απόλυτη επαναφορά. Η συγκεκριμένη λέξη δεν αρέσει στους καλλιτέχνες, οι οποίοι είναι ιδιαίτερα πλάσματα και περιτριγυρίζονται συνήθως από «αυλές», όμως η «απόλυτη», όπως την αποκαλούν, δεν είχε ποτέ τέτοια… κολλήματα.

Έχει ακούσει πολλά (ας είναι καλά οι haters), έχει αγαπήσει με πάθος -ο Καρβέλας φυσικά θα είναι για πάντα ο άντρας της ζωής της- και είναι αυτή που δεν «προσκύνησε» το Tiktok και το Instagram, για να μαζέψει views με ανούσια stories. Προτίμησε πέρυσι και φέτος να μαζέψει περί τους 200.000 ανθρώπους στο Παναθηναϊκό Στάδιο με τις τρεις συναυλίες της, οι οποίες έγιναν «talk of the town» για μέρες.
Μόνο που, αν έλεγες σε κάποιον το 2015, ότι η Άννα θα τραγουδήσει στο Καλλιμάρμαρο και θα το γεμίσει με 70.000 ανθρώπους τρεις φορές, το πιθανότερο θα ήταν να σε κοιτάξει απορημένος, και να σου πει: «Ποια Βίσση; Τραγουδάει ακόμη αυτή;».
Από τα αχανή κέντρα στην Ερμού
Ήταν η χρονιά που έμελλε να αποδειχτεί καθοριστική για την μετέπειτα πορεία μιας εξαιρετικής ερμηνεύτριας, η οποία έπρεπε να επανακαθορίσει την διαδρομή της στον χώρο με διαφορετικές κινήσεις.
Όταν η Άννα συνάντησε για πρώτη φορά σε καθαρά επαγγελματικό ραντεβού τον επιχειρηματία Γιάννη Μωράκη, τον Νοέμβριο του 2015 -οι δυο τους γνωρίζονταν πολλά χρόνια- συζήτησαν πολλή ώρα για το concept που είχαν αμφότεροι στο μυαλό τους. Στο ραντεβού ήταν παρών φυσικά και ο Νίκος Καρβέλας -η Άννα ζητάει πάντα την άποψή του και την βοήθειά του σε ό,τι ετοιμάζει- και η τριάδα βάλθηκε να σχεδιάσει αυτό που πίστευε ότι θα ήταν το ιδανικό «comeback».
Ο νέος της δίσκος μετά από πέντε χρόνια ήταν σχεδόν έτοιμος, αφού τον ηχογραφούσε από τον Μάιο του 2015, έχοντας πάρει μεταγραφή στην Panic Records, αλλά αυτό που ήταν πρώτη προτεραιότητα, ήταν να βρεθεί ένα καινούργιο μέρος για τις ζωντανές εμφανίσεις της.

Βρέθηκε στο νούμερο 152 της οδού Ερμού στον Κεραμεικό και ταίριαζε σε αυτό που επιζητούσε η Άννα: έναν χώρο που δεν ήταν αχανής, αλλά ένα «μαζεμένο» και ζεστό μέρος. Εκεί θα έστηνε αυτό που είχε στο μυαλό της συνεπικουρούμενη από τον Καρβέλα και τον Μωράκη, που προσπάθησε πολύ να πουσάρει επικοινωνιακά την επιστροφή της Άννας και εκεί άρχισαν τα δύσκολα. Πήγε σε όλα τα μεγάλα ραδιόφωνα της Αθήνας, αλλά άκουσε διάφορα όπως «δεν έχει σουξέ», «δεν έχει κάνει δίσκο εδώ και χρόνια, τα παλιά θα παίζουμε;» -αυτό όμως δεν τον αποθάρρυνε.
Όταν η τραγουδίστρια τον ρώταγε πώς πήγαν τα ραντεβού του, δεν της μετέφερε αυτά που του έλεγαν, απλά της απαντούσε: «Προχωράμε Άννα. Θα κάνουμε αυτό που είπαμε» αποφεύγοντας τις λεπτομέρειες που πιθανόν να την στενοχωρούσαν.
Ο νέος χώρος ονομάστηκε Hotel Ermou -η Βίσση εμπνεύστηκε τον τίτλο περπατώντας μια μέρα στη Νέα Υόρκη- χωρούσε μέχρι 500 άτομα, ήταν λιτός και η αισθητική του παρέπεμπε περισσότερο σε κλαμπ ή μια σύγχρονη σκηνή και καθόλου σε πίστα.
Όταν ξεκίνησε τη λειτουργία του, στις 11 Δεκεμβρίου του 2015, οι φαν της Βίσση είδαν μια Άννα χωρίς μπαλέτα και εντυπωσιακά βίντεο, μαζί με μια μπάντα που «έπαιζε» μαζί της, ενώ μια dj «ζέσταινε» το κοινό πριν βγει. Σήμα κατατεθέν του σκηνικού, ένα χαλί το οποίο παραμένει από το 2015 μέχρι σήμερα ίδιο πάνω στην σκηνή, την οποία όργωνε σε εκείνο τον μαζεμένο χώρο η Άννα. Μια Άννα που ξεδίπλωνε τις τεράστιες ερμηνευτικές της ικανότητες για τέσσερις σχεδόν ώρες, κάνοντας ένα μικρό διάλειμμα μπροστά σε ένα κοινό που την λάτρευε ούτως ή άλλως, στο οποίο συνεχώς προστίθεντο νέοι φαν.
Μια άλλη Άννα
Το νέο δεν άργησε καθόλου να διαδοθεί στην αθηναϊκή νύχτα και οι κρατήσεις στο Hotel Ermou έδιναν κι έπαιρναν, ενώ ο Μωράκης δεν ξέχασε ποτέ ότι η Άννα προσάρμοσε την αμοιβή της στα δεδομένα του χώρου, που δεν μπορούσε να υπερβεί μια συγκεκριμένη χωρητικότητα.
Πάρα πολλά βράδια, υπήρχαν ουρές από κόσμο που περίμενε να φύγουν κάποιοι, για να μπει μέσα και να απολαύσει την «απόλυτη», η οποία «έπαιζε» κάθε βράδυ με τους θαμώνες, απολαμβάνοντας την επιστροφή που ονειρεύτηκε μαζί με τον Καρβέλα.

Ο τελευταίος πήγαινε πολύ συχνά να την δει, ενώ μετά την πρώτη σεζόν, ο Μωράκης αναγκάστηκε εκτός από Παρασκευή και Σάββατο να προσθέσει άλλη μια μέρα, την Πέμπτη, με το πρόγραμμα να ξεκινάει δύο ώρες νωρίτερα, στις 22:00 ακριβώς.
Από την Gen Z μέχρι τους 50άρηδες και με την διαφορετικότητα να την έχει ήδη χρίσει «ιέρεια» της, στο Hotel Ermou γίνεται κάθε βράδυ ένα πάρτι, που φέρει φαρδιά-πλατιά την υπογραφή της «απόλυτης».
Εκεί νιώθει ότι δίνει συναυλία, και είναι αρκετοί οι μόνιμοι θαμώνες που σταδιακά θα γίνουν φίλοι της ερμηνεύτριας, η οποία, σύμφωνα με την Ναταλία Γερμανού, ξεκίνησε την τρίτη καριέρα της στον συγκεκριμένο χώρο. Κι αυτή τη φορά το απολάμβανε περισσότερο από ποτέ.
Οι συναντήσεις, τα Mad και οι Κύπριοι
Υπήρχαν βράδια που ακόμη μνημονεύονται, όπως αυτό μια Τετάρτη, σε ιδιωτικό πάρτι, όταν εμφανίστηκε ο Αντώνης Ρέμος με την σύζυγό του Υβόννη. Η Άννα δεν άργησε να τον καλέσει στη σκηνή και για την επόμενη μία ώρα ο ένας έλεγε τραγούδια του άλλου, ενώ από κάτω τα κινητά -ας όψονται τα social και η εμμονή να ανεβάζουμε stories- των θαμώνων είχαν πάρει… φωτιά.
Η πρώτη σεζόν τελείωσε τον Απρίλιο του 2016, ενώ το καλοκαίρι τα Mad καλούν την Άννα να δώσει το «παρών» μετά από επτά χρόνια απουσίας, αφού η επιστροφή της έχει ήδη συζητηθεί πολύ θετικά. Στην τελετή, της απονέμεται τιμητικό βραβείο για την συνολική προσφορά της και ερμηνεύει δύο τραγούδια από τον καινούργιο της δίσκο μέσα σε αποθέωση από τον κόσμο.
Περιοδεύει ανά την Ελλάδα και εμφανίζεται για πρώτη φορά στο Βεάκειο Θέατρο του Πειραιά, σε μια sold out συναυλία, που ακυρώθηκε την πρώτη φορά λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών.
Αυτό που διαπιστώνουν όσοι την βλέπουν στο Hotel Ermou την σεζόν 2016-17 είναι ότι η Άννα Βίσση, στα 58 της χρόνια, τραγουδάει εκπληκτικά πολύ δύσκολα ερμηνευτικά κομμάτια, όπως το «Δώδεκα», το «Πράγματα» και το «Γκάζι».
Αυτό που δεν ξέρουν κάποιοι, είναι ότι η «απόλυτη» είναι στρατιώτης στη δουλειά, προσέχει πάρα πολύ την διατροφή της -οι τηγανιτές πατάτες γι’ αυτήν δεν υπάρχουν, κάνει καθημερινά φωνητικές ασκήσεις, ενώ έχει κόψει εδώ και δεκαετίες το κάπνισμα.
Θα βγει να διασκεδάσει με μέτρο και φροντίζει να διαφυλάσσει την προσωπική της ζωή μακριά από φλας και δημοσιότητα, ενώ τα βράδια που στο μαγαζί πάνε να την δουν Κύπριοι, που έρχονται ακόμη και από το Λονδίνο, βλέπει πλακάτ που γράφουν «Άννα ζούμε για να σ’ ακούμε» να σηκώνονται στον εξώστη.
Η Βανδή και η μετακόμιση
Είναι Ιούλιος του 2018, όταν κυκλοφορεί στην αγορά το τριπλό cd «Άννα Βίσση: Hotel Ermou Live 2015-2018», το οποίο αποτυπώνει όλη την ενέργεια των εμφανίσεων της στον χώρο, με τον οποίο ταυτίστηκε τα τελευταία δέκα χρόνια.
Πρόκειται για μια δουλειά, που ξετυλίγει ιδανικά την διαδρομή της ερμηνεύτριας από το 1973 μέχρι το 2018, μέσα από 68 τραγούδια -όπως έγινε γνωστό, σε μόλις μισή ώρα βρέθηκε στην πρώτη θέση του iTunes chart.
Τον Δεκέμβριο του 2018 κάνει πρεμιέρα για τέταρτη σεζόν στον χώρο που μεγαλουργεί, ο οποίος ασφυκτιά πλέον από τον κόσμο, και οι κρατήσεις για τραπέζι γίνονται πριν από εβδομάδες. «Είναι στα πάνω της, είναι στα ωραία της» όπως λέει το τραγούδι της και το μόνο που θα μπορούσε να ανακόψει αυτό το πολύ εντυπωσιακό «comeback», ήταν η πανδημία του κορωνοϊού και το «lockdown», που ήρθε αναπόφευκτα και στην Ελλάδα. Είχε ξεκινήσει τις εμφανίσεις της στις 9 Δεκεμβρίου, οι οποίες σταμάτησαν αναγκαστικά τον Μάρτιο του 2020 και έκτοτε έκανε κάποια πράγματα στο μέτρο του δυνατού που επέτρεπε η πανδημία, όπως την sold out συναυλία στο Κηποθέατρο Παπάγου.
Αυτό όμως που συζητιόταν για εβδομάδες, ήταν η συνάντηση της απόλυτης με την Δέσποινα Βανδή, η οποία έγινε στον τελικό του «Just the two of us», βάζοντας τέλος σε μια «κόντρα», η οποία έδωσε άπειρα θέματα στα gossip έντυπα και τις lifestyle εκπομπές για 30 χρόνια! Η τηλεθέαση έφτασε το 40% και αυτό το συναπάντημα ήταν αν μη τι άλλο κάτι που περίμενε πολύς κόσμος, ο οποίος είδε την Δέσποινα να λέει τραγούδια της Άννας και την Άννα να ερμηνεύει Βανδή.
Στις 25 Σεπτεμβρίου του 2021, τραγούδησε στη σκηνή του Salle de Etoiles στο Μονακό παρουσία του πρίγκιπα Αλβέρτου για φιλανθρωπικό σκοπό, πριν επιστρέψει στα καθ’ ημάς.
Όταν όμως ο Γιάννης Μωράκης της είπε ότι θα πρέπει να μετακομίσουν από την Ερμού στην Πειραιώς, σε ένα δικό του μεγαλύτερο χώρο -όπου χωράνε 700 έως 800 άτομα- η Άννα αρχικά απέρριψε την πρόταση. Χρειάστηκαν ώρες κουβέντας και η διαβεβαίωση από τον επιχειρηματία ότι ο χώρος θα γίνει όπως ακριβώς τον θέλει η ίδια, για να μεταφερθεί τελικά το Hotel Ermou στο παλιό Box.
Η συνέχεια είναι γνωστή. Εκεί θα παρτάρει ξανά από τις 5 Δεκεμβρίου, απολαμβάνοντας στα 67 της χρόνια αυτό που κάνει, ίσως περισσότερο από κάθε άλλη φορά, συνδυάζοντας ιδανικά στο σόου της την ερμηνευτική δεινότητα με το sexy class και μια κίνηση πάνω στην σκηνή, που θα ζήλευαν πολλές νεότερες τραγουδίστριες.