Τα κατοικίδια ζώα, κυρίως οι σκύλοι και οι γάτες, είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στα τσιμπούρια, ειδικά όταν έχουν πρόσβαση σε εξωτερικούς χώρους όπως κήπους, πάρκα ή περιοχές με πυκνή βλάστηση. Τα τσιμπούρια προσκολλώνται εύκολα στο τρίχωμά τους και μπορούν να μεταδώσουν σοβαρές ασθένειες, πολλές από τις οποίες επηρεάζουν το αιμοποιητικό και ανοσοποιητικό σύστημα ή ακόμα και ζωτικά όργανα.
Στους σκύλους, οι πιο συχνές παθήσεις που σχετίζονται με τα τσιμπούρια είναι η ερλιχίωση, η μπαμπεσίωση και η νόσος του Lyme.
Η ερλιχίωση προκαλείται από το βακτήριο Ehrlichia canis και εκδηλώνεται με πυρετό, λήθαργο, ανορεξία, αιμορραγίες και, σε προχωρημένα στάδια, με σοβαρές βλάβες στα αιμοπετάλια και στα εσωτερικά όργανα. Η μπαμπεσίωση, που προκαλείται από το πρωτόζωο Babesia canis, χαρακτηρίζεται από αιμολυτική αναιμία, σκούρα ούρα, πυρετό και γενική αδυναμία. Η νόσος του Lyme, η οποία μεταδίδεται από το βακτήριο Borrelia, μπορεί να οδηγήσει σε χωλότητα, πρησμένες αρθρώσεις και σε σοβαρές περιπτώσεις, νεφρική ανεπάρκεια.
Αν και οι γάτες είναι λιγότερο πιθανό να προσβληθούν, δεν είναι άτρωτες. Έχουν καταγραφεί περιπτώσεις ερλιχίωσης και αναπλάσμωσης και σε αιλουροειδή, με παρόμοια κλινική εικόνα.
Η πρόληψη αποτελεί το σημαντικότερο μέτρο προστασίας των ζώων συντροφιάς. Η αντιπαρασιτική αγωγή, είτε με αμπούλες που εφαρμόζονται στο δέρμα είτε με ειδικά περιλαίμια μακράς διάρκειας, είναι απαραίτητη και πρέπει να εφαρμόζεται με συνέπεια και σύμφωνα με τις οδηγίες του κτηνιάτρου. Η επιλογή του κατάλληλου σκευάσματος γίνεται με βάση το μέγεθος, την ηλικία, το ιατρικό ιστορικό και τον τρόπο ζωής του ζώου.
Εξίσου σημαντικός είναι ο τακτικός έλεγχος του σώματος του κατοικιδίου μετά από κάθε βόλτα σε εξωτερικούς χώρους. Τα τσιμπούρια προτιμούν περιοχές με θερμότητα και υγρασία, όπως πίσω από τα αυτιά, στον αυχένα, κάτω από τις μασχάλες, ανάμεσα στα δάχτυλα, γύρω από τον πρωκτό και στην κοιλιακή χώρα. Αν εντοπιστεί τσιμπούρι, πρέπει να αφαιρεθεί με προσοχή, χρησιμοποιώντας ειδική λαβίδα και τραβώντας το σταθερά και κάθετα από τη ρίζα του, όσο πιο κοντά γίνεται στο δέρμα. Σε περίπτωση δυσκολίας ή ανησυχίας, καλό είναι να απευθυνθείτε άμεσα στον κτηνίατρο.
Μετά την αφαίρεση, η περιοχή πρέπει να καθαριστεί με αντισηπτικό, ενώ το ζώο χρειάζεται παρακολούθηση για πιθανά συμπτώματα όπως πυρετός, λήθαργος, απώλεια όρεξης ή αλλαγές στη συμπεριφορά. Η έγκαιρη διάγνωση και παρέμβαση είναι καθοριστικής σημασίας για την υγεία του ζώου.