Η ποιότητα των υγειονομικών υπηρεσιών δεν κρίνεται μόνο από την ύπαρξη ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού και την επιστημονική κατάρτιση του προσωπικού, αλλά και από τη δυνατότητα του συστήματος να προλαμβάνει, να ελέγχει και να διαχειρίζεται βιολογικούς κινδύνους. Η ασφάλεια των ασθενών αποτελεί τον θεμέλιο λίθο κάθε σύγχρονου υγειονομικού μοντέλου. Δυστυχώς, στην Κύπρο τα δεδομένα δείχνουν ότι ο συγκεκριμένος τομέας παρουσιάζει σοβαρές και δομικές αδυναμίες.
Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) Patient Safety Fact File 2023, 1 στους 10 ασθενείς (δηλαδή 10%) σε χώρες υψηλού εισοδήματος υφίσταται βλάβη κατά τη νοσηλεία του, ενώ περιστατικά που σχετίζονται με την ασφάλεια των ασθενών, διεθνώς, ευθύνονται για το 13% των συνολικών δαπανών του συστήματος υγείας, σύμφωνα με έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Επιπρόσθετα, με βάση πρόσφατη έκθεση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC) 2024, ένας στους επτά ασθενείς αποκτά ενδονοσοκομειακή λοίμωξη κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του, ποσοστό υπερδιπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Οι αριθμοί αυτοί αποκαλύπτουν μια κρίση που δεν είναι περιστασιακή, αλλά διαρθρωτική. Με βάση την ίδια έρευνα η Κύπρος καταγράφει το υψηλότερο ποσοστό ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων στην ΕΕ, με ποσοστό 13,8%, ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 7%. Επιπλέον, το 56% των νοσηλευόμενων ασθενών στην Κύπρο λαμβάνουν αντιβιοτικά, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ (32,4%).
Η εικόνα γίνεται ακόμη πιο ανησυχητική όταν εξετάζονται οι καθημερινές πρακτικές. Περίπου 75% των ασθενών που λαμβάνουν αντιβιοτικά για χειρουργική προφύλαξη τα λαμβάνουν για διάστημα μεγαλύτερο της μίας ημέρας, ποσοστό που θεωρείται αδικαιολόγητο και συμβάλλει στην ανάπτυξη μικροβιακής αντοχής. Αυτά τα δεδομένα καταδεικνύουν ότι η επικέντρωση της συζήτησης στα θέματα διοίκησης και υποδομών αποπροσανατολίζει από τις καθημερινές, ουσιαστικές αδυναμίες που απειλούν ανθρώπινες ζωές.
Σε αυτό το πλαίσιο, ένα κρίσιμο αλλά υποτιμημένο θέμα είναι η υγειονομική διαχείριση του ιματισμού. Η καθαριότητα και η απολύμανση των κλινοσκεπασμάτων, των στολών και του χειρουργικού ιματισμού αποτελούν πυλώνα βιολογικής ασφάλειας, ειδικά σε περιβάλλοντα με υψηλό μικροβιακό φορτίο όπως οι Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, τα ογκολογικά και παθολογικά τμήματα. Η χρήση πλυντηρίων φραγής, γνωστών διεθνώς ως barrier washers, είναι αναγνωρισμένη τεχνολογία για την αποτροπή διασταυρούμενης μόλυνσης, καθώς διαθέτουν φυσικό διαχωρισμό μεταξύ της “βρώμικης” και της “καθαρής” πλευράς, μέσω διπλής πόρτας. Η καθαριότητα του ιματισμού γίνεται σε κλειστό κύκλωμα, αποτρέποντας τη μετάδοση μικροβίων από το μολυσμένο προς το καθαρό περιβάλλον.
Οι κανονισμοί, όπως το Ευρωπαϊκό Πρότυπο EN 14065, καθορίζουν το θεσμικό πλαίσιο για την πρόληψη και τον έλεγχο της βιολογικής μόλυνσης στα πλυντήρια και εφαρμόζονται συχνά ως σημείο αναφοράς για τις απαιτήσεις καθαρισμού του ιματισμού σε νοσοκομειακές μονάδες. Δεν υφίσταται ένας κοινός, ενιαίος ευρωπαϊκός νόμος που να καθιστά υποχρεωτική τη χρήση πλυντηρίων φραγής σε όλες τις υγειονομικές εγκαταστάσεις. Παρ’ όλα αυτά, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο εφαρμόζονται αυστηρές ρυθμίσεις και οδηγίες που δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στη διατήρηση της υγιεινής σε τέτοιους χώρους. Οι εν λόγω κανονισμοί συχνά προτείνουν ή απαιτούν τη χρήση πλυντηρίων φραγής ως ουσιώδες προληπτικό μέτρο για την αποτροπή διασταυρούμενης μόλυνσης και την εξασφάλιση καθαρού και ασφαλούς περιβάλλοντος στις υγειονομικές εγκαταστάσεις. Στη Σουηδία, η νομοθεσία είναι ιδιαίτερα αυστηρή όσον αφορά την υγιεινή στις υγειονομικές δομές, με τα πλυντήρια φραγής να είναι υποχρεωτικά σε νοσοκομεία, γηροκομεία και άλλες σχετικές εγκαταστάσεις, προκειμένου να διασφαλιστούν υψηλά πρότυπα καθαριότητας. Αντίστοιχα, στη Γερμανία, εφαρμόζονται αυστηρές οδηγίες ελέγχου λοιμώξεων, οι οποίες καθορίζονται από το Ινστιτούτο Robert Koch, με αποτέλεσμα τα πλυντήρια φραγής να είναι υποχρεωτικά, ιδιαίτερα σε χειρουργικές και λοιμωξιολογικές μονάδες νοσοκομείων. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, αν και τα πλυντήρια φραγής δεν είναι υποχρεωτικά από τη νομοθεσία, υπάρχουν ισχυρές συστάσεις από το NHS και άλλους υγειονομικούς οργανισμούς που προτείνουν τη χρήση τους σε νοσοκομεία, γηροκομεία και κλινικές όπου ο έλεγχος των λοιμώξεων θεωρείται ζωτικής σημασίας.
Η Κύπρος έχει σημειώσει κάποια πρόοδο στον τομέα αυτό, με τα δημόσια νοσοκομεία να διαθέτουν σε βασικές τους δομές πλυντήρια φραγής. Ωστόσο, η κατάσταση στον ιδιωτικό τομέα είναι ιδιαίτερα ανησυχητική. Τα ιδιωτικά νοσοκομεία, οι κλινικές, τα γηροκομεία, οι μονάδες μακροχρόνιας φροντίδας και άλλες δομές υγείας συνήθως δεν διαθέτουν τέτοια εξειδικευμένα συστήματα και συχνά αναθέτουν το πλύσιμο των ρούχων ή των λευκών ειδών σε εξωτερικά πλυντήρια. Αυτά τα πλυντήρια, ωστόσο, είτε δεν διαθέτουν πλυντήρια φραγής είτε χρησιμοποιούν συμβατικού τύπου εξοπλισμό, με αποτέλεσμα να μην τηρούνται τα ίδια πρότυπα υγιεινής και ασφάλειας. Η πρακτική αυτή εντείνει τον κίνδυνο διασταυρούμενης μόλυνσης και μετάδοσης λοιμώξεων.
Πέραν του ζητήματος του ιματισμού, άλλα σημεία προκαλούν έντονη ανησυχία. Στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, ασθενείς με σοβαρές λοιμώξεις και ιδιαίτερες παθήσεις νοσηλεύονται συχνά στον ίδιο χώρο χωρίς ουσιαστικό διαχωρισμό, γεγονός που αυξάνει εκθετικά την πιθανότητα ενδονοσοκομειακής επιμόλυνσης. Παράλληλα, η απολύμανση δωματίων που φιλοξένησαν λοιμώδη περιστατικά δεν γίνεται με χρήση σύγχρονων τεχνολογιών, όπως ο εξοπλισμός όζοντος, αλλά με απλό αερισμό για 72 ώρες, μια πρακτική αναχρονιστική και επιστημονικά ανεπαρκής. Οι συνθήκες αυτές καταδεικνύουν μια γενικευμένη απουσία πρωτοκόλλων, οδηγώντας σε κατάσταση που παραπέμπει περισσότερο σε «διοικητική ανοχή» παρά σε επιστημονική διαχείριση κινδύνου.
Η νομοθεσία στην Κύπρο παρουσιάζει σοβαρό έλλειμμα στον τομέα αυτό. Δεν προβλέπεται η υποχρεωτική χρήση πλυντηρίων φραγής ούτε στις άδειες λειτουργίας ιδιωτικών μονάδων υγείας, ούτε στις συμβάσεις με τον ΟΑΥ. Δεν υπάρχουν αυστηρά ποιοτικά πρότυπα για τη διαχείριση του ιματισμού ή των λοιπών ευαίσθητων υλικών, με αποτέλεσμα να απουσιάζει κάθε μηχανισμός λογοδοσίας.
Οι προτεινόμενες ενέργειες περιλαμβάνουν την άμεση θέσπιση νομοθεσίας για την καθολική εγκατάσταση πλυντηρίων φραγής σε όλες τις δημόσιες και ιδιωτικές δομές, τη δημιουργία μηχανισμού κρατικών επιθεωρήσεων για την πιστοποίηση των διαδικασιών απολύμανσης, και την υποχρεωτική εκπαίδευση του προσωπικού σε πρωτόκολλα βιολογικής ασφάλειας. Η επιμόρφωση δεν πρέπει να αφορά μόνο το νοσηλευτικό ή ιατρικό προσωπικό, αλλά και τους τεχνικούς, τους καθαριστές, τους χειριστές ιματισμού και όσους εμπλέκονται στη διαδικασία υγειονομικής πρόληψης.
Η υγειονομική ασφάλεια δεν είναι πολυτέλεια, αλλά προϋπόθεση λειτουργίας ενός αξιόπιστου, ανθρώπινου και σύγχρονου συστήματος υγείας. Η Κύπρος δεν μπορεί να παραμένει θεατής ενώ ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις, φαρμακευτικά λάθη και ανεπάρκειες υγιεινής καταστρέφουν ζωές και επιβαρύνουν τα δημόσια οικονομικά. Η πρόκληση είναι πολιτική, η λύση είναι τεχνικά εφικτή, και η καθυστέρηση, εγκληματική.
*Λειτουργός Πολιτικής, Zenox Public Affairs