Της Karishma Vaswani

Έχουμε εισέλθει σε μια σκοτεινή εποχή εμπορικών συμφωνιών, όπου η Ουάσινγκτον συνδέει πλέον ανοιχτά την εθνική ασφάλεια με την επιτυχία. Αν οι χώρες θέλουν χαμηλότερους δασμούς, πρέπει να ικανοποιήσουν τις αμυντικές απαιτήσεις του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. 

Αυτό λειτουργεί. Την περασμένη εβδομάδα, ο Λευκός Οίκος συνήψε συμφωνίες με την Ινδονησία, τις Φιλιππίνες και την Ιαπωνία, χορηγώντας τους χαμηλότερους συντελεστές από αυτούς με τους οποίους απειλούσε ο Τραμπ. Σε αντάλλαγμα, έπρεπε να υπογράψουν ασαφείς δεσμεύσεις για την άμυνα και την εθνική ασφάλεια.

Όταν οι εμπορικές συμφωνίες "πάνε πακέτο" με τις αμυντικές απαιτήσεις του Τραμπ

Πρόκειται για μια απότομη ρήξη με τον συνηθισμένο τρόπο διακυβέρνησης, σημειώνει ο Μπομπ Σάβιτς, επικεφαλής του τμήματος διεθνούς εμπορίου και συμβουλευτικής για τις κυρώσεις στο Global Policy Institute, που εδρεύει στο Λονδίνο. “Η κυβέρνηση Τραμπ έχει επαναπροσδιορίσει την πολιτική των ΗΠΑ συνδέοντας ρητά τις οικονομικές συμφωνίες με την εθνική ασφάλεια”, μου είπε. Ο βασικός στόχος του Λευκού Οίκου, προσθέτει, είναι να αξιοποιήσει την οικονομική ισχύ της Αμερικής για να προστατεύσει και να προωθήσει τα στρατηγικά της συμφέροντα. Η αντιμετώπιση της Κίνας και η αναδιαμόρφωση των παγκόσμιων κανόνων υπέρ των ΗΠΑ αποτελούν μέρος αυτού του σχεδιασμού. 

Η στρατηγική αυτή προσφέρει βραχυπρόθεσμες νίκες, ιδίως έναντι της Κίνας, αλλά με μακροπρόθεσμο κόστος. Έχει διαβρώσει την εμπιστοσύνη στην αμερικανική ηγεσία, έχει αποξενώσει τους συμμάχους και έχει επιταχύνει τη δημιουργία αντίπαλων οικονομικών μπλοκ. Η επέκταση της ομάδας BRICS των δυνάμεων των αναδυόμενων αγορών είναι το πιο πρόσφατο παράδειγμα. Δημιουργήθηκε αρχικά ως εναλλακτική λύση στη διεθνή -υπό την ηγεσία των ΗΠΑ- τάξη, αλλά έγινε πιο ελκυστική εν όψει εμπορικού πολέμου.

Οι Ασιάτες ηγέτες είναι “σιωπηλά” εξοργισμένοι από την τακτική του Λευκού Οίκου. Σε μια πρόσφατη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών στην Κουάλα Λουμπούρ, χωρίς να αναφέρει ρητά τις ΗΠΑ, ο πρωθυπουργός της Μαλαισίας Ανουάρ Ιμπραχίμ δήλωσε ότι ο κόσμος είναι τώρα μάρτυρας μιας εποχής όπου “η εξουσία διαταράσσει τις αρχές” και “τα εργαλεία που κάποτε χρησιμοποιούνταν για να φέρουν ανάπτυξη χρησιμοποιούνται τώρα για να ασκήσουν πίεση, να απομονώσουν και να περιορίσουν”.

Όπως έκανε και με την Ινδία και το Πακιστάν*, ο Τραμπ παρενέβη επίσης στη σύγκρουση μεταξύ Ταϊλάνδης και Καμπότζης που είχε προκαλέσει τον θάνατο δεκάδων ανθρώπων και τον εκτοπισμό δεκάδων χιλιάδων κατοίκων, προειδοποιώντας ότι δεν θα συνάψει εμπορική συμφωνία με καμία από τις δύο χώρες όσο συνεχίζεται η σύγκρουση. Τη Δευτέρα, οι δύο πλευρές συμφώνησαν να σταματήσουν τις εχθροπραξίες και να εργαστούν για μια διπλωματική λύση. 

Η τρέχουσα διαδικασία διαπραγμάτευσης είναι χαοτική και συχνά αμφισβητείται, όπως φάνηκε στις συνομιλίες μεταξύ των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Αμερικανός πρόεδρος καυχήθηκε ότι το Τόκιο συμφώνησε να αγοράσει “δισεκατομμύρια δολάρια στρατιωτικού και άλλου εξοπλισμού”. Όμως ο Ιάπωνας κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιοσιμάσα Χαγιάσι δήλωσε ότι οι πρόσθετες αγορές αμερικανικού αμυντικού εξοπλισμού δεν αποτελούν νέες παραγγελίες και, αντίθετα, θα βασίζονται στην υφιστάμενη πολιτική προμηθειών.

Μια παρόμοια συγκεχυμένη δυναμική προέκυψε με τις Φιλιππίνες. Ο Τραμπ δήλωσε ότι οι δύο χώρες θα “συνεργαστούν στρατιωτικά”. Αργότερα, ο πρέσβης  των Φιλιππίνων στις ΗΠΑ Χοσέ Μάνουελ Ρομουάλντεζ διευκρίνισε ότι γίνονται συζητήσεις για τη δημιουργία εργοστασίου πυρομαχικών στον κόλπο Σούμπικ, που κάποτε ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη υπερπόντια αμερικανική στρατιωτική εγκατάσταση στον κόσμο. Ο Αμερικανός ηγέτης λέει ότι το έργο θα παράγει “περισσότερα πυρομαχικά από όσα είχε ποτέ οποιαδήποτε χώρα”.

Και πάλι, τα οφέλη φαίνεται να είναι ως επί το πλείστον υπέρ της Ουάσινγκτον. Για τη Μανίλα, πρόκειται για μια έντονη αντιστροφή της απόφασής της να απομακρύνει τις αμερικανικές δυνάμεις από το Σούμπικ το 1992. Η κοινή γνώμη είναι απίθανο να είναι με το μέρος του προέδρου Φέρντιναντ Μάρκος Τζούνιορ, του οποίου η κυβέρνηση προσπαθεί να “πουλήσει” τη συμφωνία ως νίκη, παρά τις ανησυχίες για τον ανταγωνισμό με την Κίνα. 

Η συμφωνία της Ινδονησίας άγγιξε και τη σφαίρα της εθνικής ασφάλειας, με τις δύο πλευρές να συμφωνούν να ενισχύσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού και να αντιμετωπίσουν τις “αθέμιτες εμπορικές πρακτικές”, – συντομογραφία για την Κίνα. Και ενώ το Βιετνάμ δεν έχει ακόμη επιβεβαιώσει επίσημα τους όρους της συμφωνίας του (αν και ο Τραμπ έχει ήδη ανακοινώσει τη δική του εκδοχή), ένα έγγραφο που είδε το Bloomberg News υπογραμμίζει ότι μεγάλο μέρος της αμερικανικής δασμολογικής πολιτικής φαίνεται να αποσκοπεί στον περιορισμό του Πεκίνου.

Το μοντέλο για αυτό φαίνεται να είναι η συμφωνία ΗΠΑ-Ηνωμένου Βασιλείου, που υπογράφηκε τον Μάιο, η πρώτη από τις συμφωνίες που έχει υποσχεθεί να κλείσει ο Τραμπ. Περιελάμβανε αυστηρές απαιτήσεις ασφαλείας για τις βιομηχανίες χάλυβα και φαρμάκων της Βρετανίας, δήθεν για να κρατήσει την Κίνα μακριά. Αντίθετα, η εμπορική συμφωνία Ηνωμένου Βασιλείου-Ινδίας που υπογράφηκε την περασμένη εβδομάδα ακολουθούσε τα συνηθισμένα πλαίσια, καταργώντας τους δασμούς σε προϊόντα που κυμαίνονται από τα αυτοκίνητα έως το αλκοόλ.

οπινιον 30/07

Οι ασιατικές χώρες μπορεί να συμμορφώνονται προς το παρόν, αλλά εξετάζουν άλλες επιλογές. Οι ΗΠΑ αποτελούν σημαντική πηγή άμεσων ξένων επενδύσεων στην περιοχή της ASEAN, η οποία αποτελείται από 10 μέλη, με περισσότερες από 6.000 εταιρείες στην περιοχή. Αλλά και οι εμπορικές ροές μεταξύ της Κίνας και της ASEAN έχουν αυξηθεί τα τελευταία 15 χρόνια, με την καθεμία να είναι ο μεγαλύτερος εταίρος της άλλης. Οι εμπορικοί δεσμοί με την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα και την Ινδία αυξάνονται επίσης έντονα.  

Είναι δύσκολο να αντικαταστήσει κανείς τον Αμερικανό καταναλωτή, αλλά οι χώρες προσαρμόζονται. Ευθυγραμμίζονται επιλεκτικά με τις προτεραιότητες της εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ σε τομείς όπως οι ημιαγωγοί και τα κρίσιμα ορυκτά, ενώ προσπαθούν να διατηρήσουν το προσωπικό τους συμφέρον όπου είναι δυνατόν. Όπως μου είπε ένας Ινδονήσιος επιχειρηματίας: Αυτό μοιάζει με αποικιοκρατία. Κάνουμε αυτό που θέλουν οι ΗΠΑ – αλλά το μισούμε.

Ο κόσμος είναι απίθανο να επιστρέψει στο παλιό μοντέλο ενός εμπορίου που είναι αποκομμένο από τη γεωπολιτική. “Αυτή δεν είναι περαστική καταιγίδα”, δήλωσε ο Ανουάρ της Μαλαισίας. “Είναι ένας νέος καιρός της εποχής μας”. Όλοι πρέπει να προσαρμοστούμε σε αυτό το μεταβαλλόμενο κλίμα – και στις επερχόμενες καταιγίδες που το συνοδεύουν.

*Από την πλευρά της, η Ινδία υποστηρίζει ότι το εμπόριο δεν αποτέλεσε μέρος των συζητήσεων.

Απόδοση – Επιμέλεια: Λυδία Ρουμποπούλου

BloombergOpinion