Η κρισιμότερη – μέχρι την επόμενη – μέρα σε σχέση με την ανανέωση της συμφωνίας για την ΑΤΑ είναι η σημερινή. Οι δυο υπουργοί, Εργασίας και Οικονομικών, θα έχουν διαδοχικές συναντήσεις εντός της ημέρας με εργοδοτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις, με στόχο να μπορέσουν να επιτευχθούν οι συγκλίσεις εκείνες που θα επιτρέψουν στην κυβέρνηση να καταθέσει συμβιβαστική πρόταση.
Η μέρα αναμένεται μακρά, με τις συναντήσεις στο Υπουργείο Εργασίας να ξεκινούν στις 9.30 το πρωί με τους εργοδότες να προσέρχονται πρώτοι και να ακολουθούν οι συνδικαλιστικοί ηγέτες στις 12.30. Όπως πληροφορούμαστε, επί της διαδικασίας, αφού ολοκληρωθεί ο πρώτος αυτός κύκλος επαφών, το πιθανότερο είναι να υπάρξει και δεύτερος με τις δυο πλευρές ξεχωριστά. Στο θετικό σενάριο, κατά το οποίο προκύψουν συγκλίσεις μεταξύ των θέσεων των δυο πλευρών, θα πραγματοποιηθεί κοινή συνάντηση με στόχο κατ’ αρχήν να καταστούν ξεκάθαρες οι θέσεις όλων και στη συνέχεια να κατατεθεί από πλευράς υπουργών μεσολαβητική πρόταση. Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί κάτι τέτοιο, πρόθεση της κυβέρνησης είναι να συνεχιστούν οι επαφές και την Παρασκευή.
Ωστόσο, επιθυμία όλων είναι να εξευρεθεί λύση άμεσα και ει δυνατό σήμερα. Σημειώνεται ότι οι σημερινές συναντήσεις αναμένεται να πραγματοποιηθούν με ολιγομελή αντιπροσωπεία της κάθε πλευράς και όχι μόνο με την παρουσία των προέδρων ή γενικών γραμματέων, όπως είχε αρχικά σχεδιαστεί να γίνει, ώστε η διαπραγμάτευση να καταστεί ευκολότερη και να υπάρχει μεγαλύτερη ευελιξία στις θέσεις των δυο πλευρών.
Οι πληροφορίες του «Φ» αναφέρουν ότι, στο σημείο στο οποίο έχουμε φτάσει, οι συνθήκες φαίνεται να έχουν ωριμάσει ώστε μεταξύ των τριών πλευρών να ξεκινήσει μια διαδικασία πάρε – δώσε, με στόχο να επιτευχθεί η πολυπόθητη συμφωνία. Αυτό σημαίνει ότι κάτι θα κερδηθεί και κάτι θα χαθεί από τις αρχικές θέσεις των κοινωνικών εταίρων. Ωστόσο, όπως έχει δείξει η μέχρι σήμερα εμπειρία, παραμένοντας όλοι αμετακίνητοι στις θέσεις τους, δεν μπορεί να υπάρξει πρόοδος στο διάλογο και κατ’ επέκταση συμφωνία.
Συναφώς, αξίζει να σημειωθεί ότι αρκετοί είναι πλέον αυτοί που υποστηρίζουν ότι στην περίπτωση κατά την οποία ούτε τώρα εξευρεθεί συμφωνία, δηλαδή μετά την πάροδο τόσων μηνών, μετά τις παρεμβάσεις του Προέδρου και μετά την προσθήκη του Υπουργού Οικονομικών στη διαδικασία, τότε μπαίνουμε σε αχαρτογράφητα νερά. Και αυτό γιατί οι δυνατότητες συνέχισης του διαλόγου ελαχιστοποιούνται, όπως και η προοπτική περαιτέρω παρέμβασης από πλευράς κυβέρνησης. Συν ότι τα χρονικά περιθώρια στενεύουν καθώς, τον Ιανουάριο θα πρέπει να καταβληθεί στους εργαζόμενους ο νέος Τιμάριθμος, ενώ μέχρι το τέλος του χρόνου θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία για τον Κατώτατο Μισθό και να ξεκαθαρίσουν σε μεγάλο βαθμό τα θέματα της Φορολογικής και Συνταξιοδοτικής Μεταρρύθμισης.
Ως εκ τούτου, οι επιλογές για την παραπέρα συνέχιση της διαδικασίας θα είναι μετρημένες. Είτε θα προχωρήσει η κυβέρνηση με νομοθετική ρύθμιση, είτε η κάθε πλευρά θα αποφασίσει να τραβήξει το δρόμο της, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εργασιακή ειρήνη, αλλά και την ομαλή διοργάνωση της κυπριακής προεδρίας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το πρώτο εξάμηνο του 2026.
Υπενθυμίζεται ότι σε αρκετές περιπτώσεις, κατά τις οποίες διαφάνηκε η προοπτική ναυαγίου της διαδικασίας, ο υπουργός Εργασίας παρουσιαζόταν αισιόδοξος για τη δυνατότητα επίτευξης συμφωνίας, μέσω του κοινωνικού διαλόγου. «Μέσα από τη σοβαρότητα και την ωριμότητα των κοινωνικών εταίρων θα υπάρξει η απαιτούμενη διάθεση για συνεργασία.
Οι συγκλίσεις μπορούν να γεφυρώσουν τις διαφορές, με την προϋπόθεση ότι εργοδοτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις θα συμβάλουν εποικοδομητικά. Η κυβέρνηση παραμένει αφοσιωμένη στη διαδικασία του κοινωνικού διαλόγου», είχε αναφέρει επανειλημμένα.