Ποιος δεν θυμάται την πολιτική συζήτηση του 2023 για τη φορολόγηση των υπερκερδών τραπεζών, με πρόταση νόμου που κατέθεσε το ΑΚΕΛ αλλά τελικά δεν πέρασε από τη Βουλή, εν μέσω πολιτικών και θεσμικών αντιδράσεων ότι η πρόταση ήταν αντισυνταγματική, θα επηρέαζε τα κεφάλαια των τραπεζών, θα χαλούσε την εικόνα της Κύπρου ως επενδυτικού προορισμού και στο τέλος το κόστος θα το πλήρωναν οι δανειολήπτες.
Εκείνη την περίοδο η φορολόγηση υπερκερδών των τραπεζών αποτέλεσε αντικείμενο συζήτησης και στα κοινοβούλια άλλων κρατών και τελικά εφαρμόστηκε στα τραπεζικά συστήματα των χωρών της Βαλτικής. Δύο χρόνια μετά (Οκτώβριος 2025), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε μια ανάλυση, με τίτλο «Φορολόγηση των απροσδόκητων κερδών των τραπεζών: Μαθήματα από τις χώρες της Βαλτικής».
Τελικά, τι έγινε στα τραπεζικά συστήματα των χωρών που εφάρμοσαν φορολόγηση απροσδόκητων κερδών; Επηρεάστηκαν τα κεφάλαιά τους, χάλασε η εικόνα τους ή τα σπασμένα τα πλήρωσαν οι δανειολήπτες;
Στην ανάλυσή της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρει ότι η εμπειρία της Βαλτικής δείχνει ότι τα υπερκέρδη των τραπεζών που ενισχύθηκαν από την ταχεία νομισματική σύσφιξη μπορούν να κοινωνικοποιηθούν μέσω της φορολογίας, χωρίς να υπονομεύεται η χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αναλύοντας τα δεδομένα, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι αρνητικές επιπτώσεις της επιβολής φόρου επί απροσδόκητων εσόδων στις χώρες της Βαλτικής ήταν συνολικά περιορισμένες. Ποσοτικές προβλέψεις δείχνουν ότι η μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ θα μπορούσε να ομαλοποιήσει την κερδοφορία των τραπεζών έως το 2026-2027, καθιστώντας στη συνέχεια τους φόρους επί των απροσδόκητων εσόδων ουδέτερους.
Επιπλέον, τα σενάρια stress-test από πρόσφατες εκθέσεις της European Banking Authority επιβεβαιώνουν την ανθεκτικότητα των τραπεζών της Βαλτικής, με τους δείκτες Common Equity Tier 1 να υπερβαίνουν το 20% το 2024, υπογραμμίζοντας ελάχιστους κινδύνους από τη φορολογία, ακόμη και σε περιόδους ύφεσης.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποδεικνύει ότι για να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών, οι φόροι απροσδόκητων εσόδων μπορούν να περιλαμβάνουν ρήτρες λήξης, οι οποίες θα πρέπει να τηρούνται στην πράξη, καθώς η παράταση των υποτιθέμενων προσωρινών φόρων ενέχει τον κίνδυνο υπονόμευσης της αξιοπιστίας της χώρας και μπορεί να σηματοδοτεί ένα απρόβλεπτο φορολογικό καθεστώς.
Σύμφωνα με την ανάλυση, η «εισφορά αλληλεγγύης» της Λιθουανίας και το «τέλος ελάφρυνσης στεγαστικών δανείων» της Λετονίας απεικονίζουν δύο διαφορετικές προσεγγίσεις: η μία διοχέτευε τα έσοδα σε ένα δημόσιο αγαθό, η άλλη τα αναδιένεμε απευθείας στους δανειολήπτες.
Η λύση της Εσθονίας ήταν η λιγότερο στρεβλωτική αλλά και η λιγότερο αποτελεσματική από δημοσιονομικής άποψης. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην ανάλυση υπενθυμίζει ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προειδοποίησε κατά της διάβρωσης της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών και εξέφρασε ανησυχία για τις στρεβλωτικές επιπτώσεις του φόρου στην οικονομική ανάπτυξη και την πιθανή εξασθένηση της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής. Η περίπτωση της Λετονίας, ειδικότερα, προκάλεσε ανησυχίες στη ζήτηση πιστώσεων.
Κανένα πρόβλημα
Οι εκτιμήσεις όμως έπεσαν έξω και οι ανησυχίες ότι τα κεφάλαια των τραπεζών θα επηρεαστούν δεν επαληθεύθηκαν. Στην ανάλυση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρει ότι οι κεφαλαιακές βάσεις των τραπεζών της Βαλτικής παρέμειναν μεταξύ των ισχυρότερων στην ΕΕ, παρά την εφαρμογή του φόρου για τα υπερκέρδη των τραπεζών.
Σημειώνεται στην ανάλυση ότι οι τράπεζες της Βαλτικής ήταν από τις πιο κερδοφόρες στην Ευρωζώνη πριν από το 2023, οι κεφαλαιακές τους βάσεις ήταν μεταξύ των ισχυρότερων στην Ευρωζώνη και οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα ήταν στην πράξη ελάχιστοι.
Η λύση της Λιθουανίας, ένας προσωρινός φόρος στις τράπεζες, αφαίρεσε περίπου το ένα τρίτο των έκτακτων κερδών το 2023 και το 2024. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρει ότι τα έσοδα που συγκεντρώθηκαν αποτελούν μέρος των συνολικών κρατικών φορολογικών εσόδων στον τομέα της εθνικής άμυνας.
Η ανάλυση παραπέμπει στη μελέτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2025) ότι οι προσωρινοί έκτακτοι φόροι μπορούν να αποτελέσουν ένα θεμιτό μέσο για την αντιμετώπιση έκτακτων τομεακών κερδών, ειδικά όταν ευθυγραμμίζονται με πιεστικές δημοσιονομικές ανάγκες, όπως η άμυνα.
Ωστόσο, η απόφαση της Λιθουανίας να παρατείνει τον φόρο κατά ένα έτος δείχνει την πολιτική πρόκληση για διατήρησης ενός τέτοιου έκτακτου φόρου κερδών. Θα πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί, αναφέρει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ότι μόλις τα κέρδη των κερδών επιστρέψουν σε μεσαία επίπεδα, ο έκτακτος φόρος δεν θα δημιουργήσει έσοδα.
Κατά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Λετονία (η πρόσβαση στη χρηματοδότηση και ο ανταγωνισμός στον τραπεζικό τομέα είναι αναμφισβήτητα πιο αδύναμοι μεταξύ των χωρών της Βαλτικής), επέλεξε όχι μόνο να επιβάλει επιπλέον φόρους στις τράπεζες, αλλά και να διανείμει τα έσοδα απευθείας στους κατόχους στεγαστικών δανείων. Με αυτό τον τρόπο, σημειώνεται, δημιούργησε μια οικονομική στρέβλωση τόσο από την πλευρά των εσόδων όσο και από την πλευρά των δαπανών και εμπόδισε τη μετακύλιση της νομισματικής πολιτικής.