Με τον διορισμό της Μαρία Άνχελα Ολκίν Κουεγιάρ να θεωρείται δεδομένος, καθώς απομένει μόνο η τυπική ανακοίνωση , η προσοχή της Λευκωσίας στρέφεται προς το τι αναμένει και τι μπορεί να ελπίζει από την νέα απεσταλμένη των Ηνωμένων Εθνών η οποία σύντομα θα βρεθεί στο νησί.
Αυτό που η ελληνοκυπριακή πλευρά περιμένει είναι να γίνουν ουσιαστικές κινήσεις με στόχο να ξεκλειδώσει η διαδικασία στο Κυπριακό, σε αντίθεση με την τουρκοκυπριακή πλευρά η οποία δείχνει να ενδιαφέρεται περισσότερο για το χρονικό πλαίσιο της συγκεκριμένης αποστολής, δείχνοντας νωρίς- νωρίς τις προθέσεις της.
Τρία είναι τα στοιχεία που θέλει να δει, εν πρώτοις, η Λευκωσία από τη νέα απεσταλμένη των Ηνωμένων Εθνών: 1. Την μεθοδολογία που θα ακολουθήσει. 2. Πώς θα εργαστεί επί του εδάφους. 3. Και τον χρόνο που θα αναλώσει στην Κύπρο.
Αυτά τα τρία στοιχεία θα καταδείξουν από νωρίς εάν τα Ηνωμένα Έθνη αποφάσισαν να προχωρήσει η διαδικασία προς τα εμπρός προκειμένου να επιτευχθεί διέξοδος στην υφιστάμενη κατάσταση. Γιατί, καλώς ή κακώς, το μέτρο σύγκρισης της νέας απεσταλμένης είναι η Τζέιν Χολ Λουτ και η μεθοδολογία που ακολούθησε,η οποία δεν αποδείχθηκε αποτελεσματική.
Η προηγούμενη απεσταλμένη των Ηνωμένων Εθνών, που αναζητούσε να βρει διέξοδο για να προχωρήσει η όλη διαδικασία προς τα εμπρός, ουδέποτε ανάλωσε επαρκή χρόνο προς αυτή την κατεύθυνση. Πραγματοποιούσε πολύ σύντομες επισκέψεις, επισκεπτόταν τους δύο ηγέτες από μία φορά, άκουε τι είχαν να της πουν (στις πλείστες των περιπτώσεων επαναλάμβαναν τις ίδιες θέσεις) κρατούσε κάποιες σημειώσεις και αναχωρούσε από το νησί, για να επιστρέψει μετά από μήνες με κάποιες ιδέες γενικής φύσεως χωρίς πραγματικά να σπρώχνει τη διαδικασία προς τα εμπρός. Επίσης, ένα άλλο στοιχείο που επηρέαζε (απ’ ό,τι φαίνεται εκ του αποτελέσματος) όχι και τόσο θετικά ήταν πως η Λουτ έριχνε περισσότερο βάρος στα όσα άκουε από τους ξένους διπλωμάτες (κυρίως Βρετανίας και ΗΠΑ) που ήταν στην Κύπρο, αλλά και στην τότε ειδική αντιπρόσωπο του Γενικού Γραμματέα. Με τη συζήτηση να επικεντρώνεται στο τι έβλεπαν αυτοί πως θα μπορούσε να γίνει, παρά στο τι πραγματικά θα ωθούσε τη διαδικασία προς τα εμπρός.
Γι’ αυτό στην προκειμένη περίπτωση εκείνο που, τουλάχιστον, ελπίζει η ελληνοκυπριακή πλευρά είναι ότι θα ακολουθηθεί μια διαφορετική μεθοδολογία που θα μπορεί να προσφέρει αποτέλεσμα και να φέρει τις δύο πλευρές ξανά στο μονοπάτι των συνομιλιών. Σημαντικός παράγοντας για να επιτευχθεί κάποιας μορφής κινητικότητα είναι να αναλωθεί χρόνος από την απεσταλμένη των Ηνωμένων Εθνών σεσυζητήσεις με τις δύο πλευρές. Να πάει δηλαδή πέραν από τις μονόωρες συναντήσεις με τους δύο ηγέτες.
Θεωρείται σημαντική και η μεθοδολογία που θα ακολουθηθεί. Εάν δηλαδή θα κινηθεί με βάση κάποιο σημείωμα που θα της ετοιμαστεί προηγουμένως από τους εδώ εκπροσώπους του διεθνούς οργανισμού ή εάν θα επιδιώξει να ξεκινήσει από το μηδέν για να πάρει τα πράγματα από την αρχή. Μετά την καταγραφή, θα προτείνει κάποια δικά της θέματα προς συζήτηση ή απλώς θα αναχωρήσει για να επανέλθει εν καιρώ;
Τουλάχιστον στην ελληνοκυπριακή πλευρά, μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου, καταγράφεται αρκετή ανησυχία ως προς το χρόνο που θα αναλώσει η απεσταλμένη των Ηνωμένων Εθνών γιατί είναι εκεί που θα φανεί εάν ο διεθνής οργανισμός όντως το εννοεί αυτή τη φορά ότι θέλει άρση του αδιεξόδου, ή απλώς θέλει να κρατήσει το θέμα ανοικτό. Κι αυτό γιατί επίκειται και η έκθεση του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, για τις Καλές Υπηρεσίες στο Κυπριακό, η οποία θα σταλεί προς το Συμβούλιο Ασφαλείας εντός Ιανουαρίου. Και μία ανακοίνωση απεσταλμένης θα είναι η θετικότερη εξέλιξη που θα έχει να καταγράψει ο Αντόνιο Γκουτέρες σε έκθεσή του για το Κυπριακό εδώ και καιρό.
Εκτιμάται από ελληνοκυπριακής πλευράς πως η πλευρά των Ηνωμένων Εθνών δουλέψει με μεθοδικότητα και αποφασιστικότητα τότε μπορεί να επιτύχει αποτέλεσμα πολύ πιο νωρίς από τους έξι μήνες που έχει τεθεί ως θεωρητικό χρονικό ορόσημο για την αποστολή. Στην προκειμένη περίπτωση το ζητούμενο δεν είναι η πραγματοποίηση των συνομιλιών αλλά το να βρεθεί μία κοινή συνισταμένη ώστε να προχωρήσει η όλη διαδικασία προς τα εμπρός, δηλαδή να διαφανεί ότι αμφότερες οι πλευρές είναι σε θέση να συνομιλήσουν. Και όταν λέει κάποιος συνομιλίες – τουλάχιστον σε μια πρώτη φάση – δεν εννοεί διαπραγματεύσεις τύπου Κραν Μοντάνα. Θα είναι, λίγο ή πολύ, συνομιλίες ανάμεσα στις δύο πλευρές για να μπορεί να πάρει ξανά το Κυπριακό εμπρός.
Ο ρόλος του Κόλιν Στιούαρτ
Στην όλη εξίσωση της επανεκκίνησης των προσπαθειών στο Κυπριακό έχει να παίξει ρόλο και ο ειδικός αντιπρόσωπος του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, στην Κύπρο, Κόλιν Στιούαρτ. Ο οποίος είναι κοινά αποδεκτό απ’ όσους παρακολουθούν το Κυπριακό από κοντά, πως μέχρι στιγμής δεν έχει να επιδείξει και κάτι σημαντικό ούτε και έχει προβεί σε ενέργειες που να βοηθούν την όλη προσπάθεια στο Κυπριακό.
Το μόνο αξιοσημείωτο, που ο ίδιος έχει να καταγράψει, από την εδώ παρουσία του είναι η συμφωνία για την Πύλα, η οποία ωστόσο έμεινε στις ανακοινώσεις και δεν αναμένεται ότι θα προχωρήσει πάρα πέρα. Ευθύς μετά την συμφωνία για την Πύλα, ο Κόλιν Στιούαρτ, πήρε τα πάνω του και έδωσε και δύο συνεντεύξεις (ενώ όλο το προηγούμενο διάστημα απόφευγε κάτι ανάλογο) για να διατυμπανίσει την επιτυχία του. Κι ενώ προηγουμένως μιλούσε με πάθος για τις επαφές και τις επικοινωνίες που είχε με την τουρκική πλευρά που έφταναν μέχρι την Άγκυρα, όταν προέκυψε ζήτημα της Πύλας δείχνει να μην είναι σε θέση δώσει διέξοδο.
Τα πράγματα παραμένουν ως έχουν στην Πύλα, χωρίς να μπορεί η πλευρά των Ηνωμένων Εθνών να επιβάλει εφαρμογή συμφωνηθέντων, με ορατό τον κίνδυνο μιας νέας αρνητικής εξέλιξης (την οποία δεν αποκλείεται να επιχειρήσουν οι Τούρκοι) που μπορεί να επηρεάσει την προσπάθεια επανεκκίνησης στο Κυπριακό. Γι’ αυτό και ο ρόλος του Κόλιν Στιούαρτ τη δεδομένη στιγμή θεωρείται σημαντικός. Κυρίως εάν θα μπορεί να λειτουργήσει υποβοηθητικά προς την πλευρά της απεσταλμένης διατηρώντας ηρεμία επί του εδάφους.
Πέτυχε διορισμό χωρίς δώρα προς Τουρκία
Η όλη εξέλιξη με το διορισμό απεσταλμένης στο Κυπριακό πέραν του ότι είναι ό,τι θετικότερο έχει καταγραφεί τα τελευταία δυο-τρία χρόνια, έχει και μια άλλη σημασία η οποία αφορά περισσότερο το εσωτερικό μέτωπο παρά τον διεθνή παράγοντα.
Πηγαίνοντας πίσω ένα χρόνο η πλειοψηφία των προεδρικών υποψηφίων αλλά και πολλά κόμματα πλειοδοτούσαν ως προς τα δώρα που θα μπορούσαν να δοθούν στην πλευρά της Τουρκίας προκειμένου να την καλοπιάσουν για να επιτευχθεί επανεκκίνηση των συνομιλιών. Δώρα τα οποία είχαν να κάνουν κυρίως με το φυσικό αέριο.
Η απόφαση του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών να προχωρήσει σε διορισμό απεσταλμένη ήρθε χωρίς να υλοποιηθεί κάποια από τις πρωτοβουλίες που εισηγήθηκαν ή συνεχίζουν να εισηγούνται διάφορες πλευρές στο εσωτερικό. Εισηγήσεις οι οποίες αφορούσαν τα ενεργειακά αποθέματα στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Εν τέλει, ο ΓΓ προχωρεί με τον διορισμό απεσταλμένης χωρίς το φυσικό αέριο να δοθεί ως δώρο προς την Τουρκία.
Όλα του ονόματος δύσκολα… και πάλι
Στο Κυπριακό, πέραν των επί της τράπεζας των διαπραγματεύσεων ζητημάτων, προκύπτουν και άλλα θέματα μέσα από τους διορισμούς των απεσταλμένων των Ηνωμένων Εθνών. Όπως για παράδειγμα το πως μεταφέρονται τα ονόματα των ξένων απεσταλμένων στα ελληνικά. Και όπως πολύ καλά γνωρίζουμε, ακόμα και σήμερα δεν υπάρχει κοινή διατύπωση του διαπραγματευτή των Ηνωμένων Εθνών από τη Νορβηγία, άλλοι τον έγραφαν/έλεγαν Άιντε, άλλοι Άιντα, και κάποιοι Έιντε.
Και τώρα μας προέκυψε το όνομα της νέας απεσταλμένης των Ηνωμένων Εθνών που φαίνεται να κυριαρχεί το Κουεγιάρ (το οποίο βεβαίως μας είναι πιο γνωστό από το παρελθόν ασχέτως εάν δεν έχει να κάνει καμιά σχέση με το παρόν).
Το πλήρες όνομά της στα ισπανικά είναι María Ángela Holguín Cuéllar το οποίο εάν το μεταφράσουμε στα ελληνικά θα μπορούσε να είναι Μαρία Άνχελα Ολκίν Κουεγιάρ. (Θα πρέπει να λάβουμε υπόψη πως στα ισπανικά ονόματα πρώτα μπαίνει το πατρικό επώνυμο που είναι ο Ολκίν και ακολούθως το μητρικό που είναι Κουεγιάρ). Γι’ αυτό και στις πλείστες αναφορές θα την δούμε ως Μαρία Άνχελα Ολκίν.
Γεννημένη στις 13 Νοεμβρίου 1963 στην Μπογκοτά, η Ολκίν διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών της Κολομβίας από το 2010 έως και το 2018. Πριν από την υπουργοποίηση της υπηρέτησε ως μόνιμη αντιπρόσωπος της Κολομβίας στα Ηνωμένα Έθνη 2004-2006 ενώ την προηγούμενη διετία 2002-2004 υπηρέτησε ως πρέσβης στη Βενεζουέλα.
Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση των διπλωματικών προβλημάτων της περιοχής, γνωστή ως Διπλωματική Κρίση των Άνδεων. Εργάστηκε προκειμένου να αποκατασταθούν οι διπλωματικές σχέσεις της χώρας της τόσο με την Βενεζουέλα, με την ίδια να είναι επικεφαλής των συνομιλιών με τον Νικόλας Μαδούρο, όσο και με το Εκουαδόρ.
Πολιτικά η Ολκίν Κουεγιάρ ανήκει στο Φιλελεύθερο κόμμα της Κολομβίας (Partido Liberal Colombiano) το οποίο κινείται στο χώρο της κεντροαριστεράς και είναι μέλος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς από το 1999.