– Πώς είναι να δουλεύεις μ’ έναν καλλιτέχνη που δεν είναι φυσικά παρών; Δεν παίζει ρόλο ο προσωπικός δεσμός; Όταν συνομιλείς με τον καλλιτέχνη μπορείς να καταλάβεις καλύτερα τι θέλει να κάνει και να πει. Όταν δουλεύεις με κάποιον που δεν βρίσκεται πια εδώ, προσπαθείς να καταλάβεις. Αυτή ήταν και η μεγαλύτερη πρόκληση αυτού του πρότζεκτ, αλλά και η πιο ανταποδοτική της πτυχή. Κι αυτό γιατί στην αρχή έχεις την αίσθηση ότι όλα είναι εκεί, έργα και πληροφορίες, αλλά σιγά- σιγά εξερευνώντας συνειδητοποιείς ότι υπάρχουν πολλά περισσότερα. Και πάντα κάτι λείπει.
– Πώς υπερασπίζεστε την επιλογή της εκπροσώπησης της Κύπρου στη Βενετία με έκθεση του Χριστόφορου Σάββα; Νομίζω ότι στέκει από πολλές σκοπιές η επιλογή. Για μένα υπάρχει κάτι ξεχωριστό σχετικά με τον Σάββα, με τον τρόπο που πάντοτε ήταν επίκαιρος, άνθρωπος του καιρού του και ταυτόχρονα πέρα από τον καιρό του. Αυτό που έκανε ήταν μπροστά από την εποχή του. Παράλληλα, η δουλειά και η περσόνα του είναι πολύ συναφή με το σήμερα. Είναι ένα καλό παράδειγμα για το πώς χειριζόμαστε περίπλοκες πολιτικές και κοινωνικές καταστάσεις στην εποχή μας και δεν μιλώ αποκλειστικά για την Κύπρο. Κι αυτό χωρίς να παίρνει κυριολεκτική ή άμεση θέση. Δεν βλέπουμε σήμερα πολλά παραδείγματα καλλιτεχνών να αντιμετωπίζουν τις καταστάσεις χωρίς να μετατρέπουν άμεσα στον λόγο τους σε τοποθέτηση.
– Δεν παύει όμως να είναι ένα ερευνητικού και πειραματικού χαρακτήρα πρότζεκτ… Δεν είμαι σίγουρος ότι η Μπιενάλε Βενετίας είναι μια διοργάνωση που δεν χωρά τέτοιου είδους προτάσεις. Υπάρχει η εντύπωση ότι πρέπει να έρχονται πάντα νέοι, υποσχόμενοι, σύγχρονοι δημιουργοί που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή και προτείνουν την τελευταία λέξη της τέχνης. Όμως, τουλάχιστον όταν εγώ επισκέπτομαι μια διοργάνωση τέτοιας εμβέλειας, αισθάνομαι όταν μπαίνω σ’ ένα περίπτερο ότι πάντα υπάρχει κάτι που παραπέμπει σε διαφορετικούς ρυθμούς και καιρούς. Υπάρχουν προτάσεις που αντανακλούν μεγάλες έρευνες, όπως αυτή που κάναμε εμείς.
– Δεν υπάρχει όμως το ενδεχόμενο να φαντάζει άκαιρη; Είναι ξεκάθαρο αυτό που θέλουμε να κάνουμε στη Βενετία, δείχνοντας παράλληλα τα αντικείμενα, τον κατάλογο, το αρχειακό υλικό κι όλα τα υπόλοιπα. Σε μια διοργάνωση όπου βλέπεις κατά 99% σύγχρονη τέχνη, μια τέτοια πρόταση είναι σαν όαση. Νομίζω ότι η παρουσίαση μιλά ηχηρά στο κοινό, είναι μια καλή συνθήκη να παρουσιάσεις κάτι τέτοιο. Και το γεγονός ότι περιβάλλεται από σύγχρονη τέχνη σε κάνει αναπόφευκτα να ερμηνεύεις τη συγκεκριμένη έκθεση στο πλαίσιο της σύγχρονης παραγωγής. Είναι διαφορετική η δική μας πρόταση, μοιάζει με ιστορική έκθεση, αλλά με τον τρόπο που τη σχεδιάσαμε την παρουσιάζουμε μ’ έναν πολύ σύγχρονο τρόπο. Επιμένω, ότι η δουλειά του Σάββα έχει περισσότερο νόημα σε σχέση με όσα συμβαίνουν σήμερα στον κόσμο από πολλούς σύγχρονους καλλιτέχνες. Και δεν εννοώ μόνο στην Κύπρο.
– Η Μπιενάλε, όμως, δεν είναι μια ευκαιρία να εξερευνήσει κανείς το σύγχρονο εικαστικό τοπίο μιας χώρας; Δεν είμαι σίγουρος ότι είναι μόνο αυτό. Εξαρτάται από το πλαίσιο που το θέτεις. Αν επρόκειτο για χώρες όπως η Γερμανία ή οι ΗΠΑ που γνωρίζουμε σχεδόν τα πάντα για την ιστορία και την πορεία της τέχνης, ίσως κάτι ανάλογο να μην είχε νόημα. Αν για παράδειγμα επισκεφτείς το γερμανικό περίπτερο και δεις μια έκθεση του Γκέρχαρντ Ρίχτερ, θα σε ξενίσει μιας και τον γνωρίζουμε όλοι καλά. Αν όμως επισκεφθείς το περίπτερο της Κύπρου και προέρχεσαι από οπουδήποτε αλλού στον κόσμο θα γνωρίσεις έναν δημιουργό που δεν τον ήξερες καλά, ο οποίος έχει πολλά να πει για τη σύγχρονη κατάσταση. Η συντριπτική πλειοψηφία του κοινού θα έχει την ίδια αίσθηση εξερεύνησης όπως μ’ έναν σύγχρονο καλλιτέχνη. Ή και μεγαλύτερη ακόμη, καθώς καλλιτέχνες όπως ο Χριστόδουλος Παναγιώτου ή η Χάρις Επαμεινώνδα είναι πολύ πιο γνωστοί στο εξωτερικό απ’ ότι ο Σάββα.
– Πώς ο Σάββα συνδιαλέγεται με την εποχή μας; Ακριβώς επειδή μπορούσε να διατηρεί την αυτονομία του κι έναν χώρο που ήταν μόνο δικός του. Παράλληλα, όσα έκανε με την Απόφαση απηχούσαν ξεκάθαρα όσα κοσμογονικά συνέβαιναν τότε στην Κύπρο. Κι όσα συνέβαιναν τότε στο νησί, όλη εκείνη η ακραία πόλωση, έχουν σε μεγάλο βαθμό να κάνουν με όσα βλέπουμε να συμβαίνουν σήμερα στον κόσμο.
– Αναπόφευκτα, όμως, άνοιξε μια μεγάλη συζήτηση στην Κύπρο. Δεν υπάρχουν σύγχρονοι καλλιτέχνες η δουλειά των οποίων ν’ αγγίζει αυτούς τους στόχους; Φυσικά και υπάρχουν. Όμως, πρέπει να κάνεις μια επιλογή. Οποιοσδήποτε καλλιτέχνης κι αν επιλεγόταν για το Κυπριακό Περίπτερο, η συμμετοχή του θα ήταν υπό συζήτηση. Δεν είναι ο μόνος καλλιτέχνης που θα μπορούσε να βρίσκεται εκεί, είναι πάντα πολλοί οι δημιουργοί που θα μπορούσαν και πρέπει να επιλέξεις. Η επιμέλεια έχει σε πολλά να κάνει με την επιλογή. Το γεγονός ότι καταλήγεις σε κάποιον δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει πάντα και κάποιος άλλος. Αν ήταν έτσι, θα δουλεύαμε μόνο μ’ έναν καλλιτέχνη σε όλη τη ζωή μας.
– Τι σημαίνει η ιδιότητα του επιμελητή-curator για σένα; Ο ρόλος μας είναι να βοηθήσουμε το κοινό να καταλάβει καλύτερα τι κάνει ο καλλιτέχνης. Αισθάνομαι περισσότερο ένας «exhibition maker», όρος που χρησιμοποίησε ο Χάραλντ Ζέεμαν (Harald Szeemann). Ιστορικά, επιμελητής είναι ο τύπος που τακτοποιεί τα έργα σ’ ένα μουσείο, αλλά δεν είναι αυτό που κάνω εγώ.
– Ποια γνώμη έχεις σχηματίσει για το πεδίο της τέχνης στην Κύπρο; Είναι μια ενδιαφέρουσα σκηνή. Γνώριζα κάποιους από πριν, κυρίως όσους ταξιδεύουν και παρουσιάζονται στο εξωτερικό. Όταν ήρθα ανακάλυψα κι άλλους πέραν του Σάββα: τον Βότση, τον Άγγελο Μακρίδη από τις προηγούμενες γενιές, αλλά και ενδιαφέρουσες περιπτώσεις από τις νεότερες, όπως τον Φάνο Κυριάκου κ.π.ά. Είναι ενδιαφέρον πλαίσιο, τόσο για ανεξάρτητους δημιουργούς όσο και για κολεκτίβες. Μ’ ενδιαφέρει πολύ αυτό που συμβαίνει στην Κύπρο κι εύχομαι να συνεχίσω να έρχομαι για να παρακολουθώ την εξέλιξη.
– Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που έχει να αντιμετωπίσει σήμερα ο επιμελητής μιας εθνικής εκπροσώπησης; Προσωπικά βρίσκω ενδιαφέρον αυτό που κάνει το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού να προσκαλεί επιμελητές από το εξωτερικό και να τους φέρνει σε επαφή με την εγχώρια σκηνή. Πρόκειται για στοχευμένη στρατηγική. Από τη δική μου οπτική, το σημαντικό είναι να δοκιμάσουμε μια παρουσίαση που να μιλά για την εποχή που ζούμε. Αυτό είναι το κλειδί. Συμπτωματικά, αυτή είναι φέτος και η θεματική της Μπιενάλε Βενετίας: «May You Live In Interesting Times». Κι αυτό προσπαθούμε να κάνουμε και με την επερχόμενη Μπιενάλε του Σάο Πάολο το 2020.
– Ποιες οι σκέψεις σου γι’ αυτή τη διοργάνωση; Επιζητούμε μια καθαρή ανταπόκριση στους καιρούς που ζούμε. Όχι όμως με την κυριολεκτική έννοια του όρου. Η πιο φυσική αντίδραση σε όσα βλέπουμε είναι να παίρνουμε άμεσα θέση. Αλλά σ’ αυτή την Μπιενάλε, που δέχεται σχεδόν ένα εκατομμύριο επισκέπτες, θα προσπαθήσουμε να μην παίρνουμε θέση και αντί αυτού να υπερασπιστούμε την ανάγκη να δημιουργήσουμε αληθινές σχέσεις με τον άλλο. Όποιος κι αν είναι αυτός. Η Μπιενάλε του Σάο Πάολο θ’ ανοίξει διάλογο με οργανισμούς και θεσμούς στην πολυπληθή πόλη, προσπαθώντας να εμπλέξει όσο το δυνατόν διαφορετικά ακροατήρια.
– Πόσο ενδιαφέροντες ήταν οι καιροί όταν ήταν ο Σάββα ενεργός; Πολύ. Και εξακολουθούν να επηρεάζουν αυτό που είναι σήμερα η Κύπρος. Εγώ παρατηρώ από απόσταση, χωρίς το βάρος των ρίσκων, των φόβων και του άγχους των γηγενών. Αυτό ήταν τόσο ξεκάθαρο από την πρώτη μέρα που ήρθα, που στην πραγματικότητα μ’ έκανε να δω τη δουλειά των Κυπρίων καλλιτεχνών που ήδη γνώριζα, ή νόμιζα ότι γνωρίζω, υπό εντελώς διαφορετικό πρίσμα. Εκείνοι ήταν οι καιροί που διαμόρφωσαν την Κύπρο όπως είναι σήμερα. Αισθάνεσαι έντονα όταν έρχεσαι ως επισκέπτης ότι η σχέση των Κυπρίων με τη χώρα τους, την πόλη, τον χώρο τους, είναι πολύ πιο ζωντανή και έντονη απ’ ότι σε ήρεμες γωνιές του κόσμου.
– Πώς το εννοείς αυτό; Για παράδειγμα, όταν έβλεπα τις εγκαταστάσεις της Χάρης Επαμεινώνδα πριν έρθω στην Κύπρο είχα πάντοτε την αίσθηση ότι ο χώρος κατά κάποιο τρόπο αντηχεί και δονείται. Έπειτα συνειδητοποίησα ότι αυτό έχει σε μεγάλο βαθμό να κάνει με το αίσθημα που είχα κι εγώ όταν ήρθα στην Κύπρο, όπου ένιωσα ότι η έννοια του χώρου είναι φορτισμένη εξαιτίας των διαχωρισμών. Οι άνθρωποι που ζουν σε τέτοιου είδους περιοχές έχουν πιο στενή σχέση με τον χώρο. Όσο στερεότυπο και επιφανειακό κι αν ακούγεται αυτό από κάποιον που έρχεται από έξω.
– Ο καλλιτεχνικός διευθυντής της φετινής Μπιενάλε Βενετίας, Ραλφ Ρούγκοφ, έχει δηλώσει ότι «η ασάφεια είναι η αισθητική της εποχής μας». Συμφωνείς; Δεν είμαι σίγουρος. Δεν ξέρω αν υπάρχει και τόση πολλή ασάφεια στις μέρες μας. Ζώντας στη Βραζιλία τα πράγματα είναι ξεκάθαρα, κρυστάλλινα. Βασικά, αυτό είναι το πρόβλημα. Γνωρίζεις ακριβώς ποιοι είναι οι ισχυροί και ποιοι οι αδύναμοι, είναι πάντα το ίδιο. Πρέπει να δω πώς ακριβώς το διατύπωσε, γιατί από τη δική μου σκοπιά δεν ζούμε στην εποχή της ασάφειας, αλλά της ξεκάθαρης βίας. Από πολλές απόψεις.
– Πώς φαντάζεσαι την εξέλιξη της τέχνης; Δύσκολη ερώτηση. Δεν νομίζω ότι θα αλλάξει τόσο ραγδαία, παρά τις νέες τεχνολογίες και δυνατότητες. Ωστόσο, θα βρίσκεται πάντα ένα ή δύο βήματα μπροστά από την υπόλοιπη κοινωνία. Ήταν πάντοτε ικανή να «βλέπει» πράγματα πριν συμβούν. Αυτό έχει να κάνει με την ανίχνευση των ροπών που δεν είναι ακόμη ορατές. Οι Μπιενάλε είναι πάντοτε ένα μέρος όπου μπορείς να πάρεις γερή αίσθηση αυτού του πράγματος.
* To Κυπριακό Περίπτερο και η έκθεση «Χριστόφορος Σάββα: Πρόωρα, ξανά», παρουσιάζεται στην 58η Μπιενάλε Βενετίας από τις 11 Μαΐου μέχρι τις 24 Νοεμβρίου.