«Το ντοκουμέντο αποτυπώνει την πραγματικότητα και τον παλμό μιας εποχής, που είναι χρήσιμο να το γνωρίζουν οι νεότερες γενιές.»
 
– Έχοντας πια ολοκληρώσει και κυκλοφορήσει το «Αγαπητέ µου Ρένο», αναρωτιέµαι εάν άξιζε τον κόπο όλη αυτή η κατάδυση στο παρελθόν. Μα δεν πρόκειται για κατάδυση. Για ανάδυση πρόκειται, αφού αυτό που έκανα ήταν να ανασύρω και να δώσω στη δηµοσιότητα τη φυλαγµένη για πάνω από 60 χρόνια αλληλογραφία µου, ενώ ήµουν κρατούµενος χωρίς δίκη στην Πύλα και στα άλλα στρατόπεδα της Αγγλοκρατίας. Και όλα τα γράµµατα, βέβαια, φέρουν τη σφραγίδα της λογοκρισίας…
 
– Πάντα έχω αυτή την απορία, διαβάζοντας ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο. Κατά τη διάρκεια της συγγραφής του, υπήρξε κάποια στιγμή που αμφισβητήσατε την αναγκαιότητα της ύπαρξής του, που σκεφτήκατε κάτι του στυλ «και ποιον αφορά η τάδε ή η δείνα προσωπική μου ιστορία»; Μέχρι σήμερα, τουλάχιστον, αυτοβιογραφικό βιβλίο δεν έγραψα κανένα. Το «Αγαπητέ μου Ρένο» είναι απλώς το τρίτο βιβλίο που εξέδωσα, με προσωπικά –και όχι μόνο– ντοκουμέντα από την περίοδο του Αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-59. Το πρώτο, το «Ημερολόγιο του D.P. 743» (2012), περιλάμβανε τις σημειώσεις που είχα κρατήσει στη διάρκεια της κράτησής μου, από τον Νοέμβριο του 1956 έως τον Μάρτιο του 1958. Δηλαδή από την παραμονή μου στο φοβερό ανακριτήριο της Ομορφίτας έως και την απελευθέρωσή μου από το στρατόπεδο του Πυροΐου. Και δεν άλλαξα ούτε μια λέξη. Γιατί, διαφορετικά, δεν θα ήταν ντοκουμέντο. Θα ήταν, πιθανόν, μια αυτολογοκριμένη ή και φαντασιόπληκτη βιογραφία, που κανέναν δεν θα αφορούσε ούτε και θα ενδιέφερε. Το ντοκουμέντο, αντίθετα, αποτυπώνει την πραγματικότητα και τον παλμό μιας εποχής, που είναι χρήσιμο να το γνωρίζουν οι νεότερες γενιές. Έτσι, στην περίπτωση των δικών μου βιβλίων, μέσα από τις αράδες ή τις φωτογραφίες (όπως συμβαίνει στο δεύτερο βιβλίο μου αυτής της σειράς, με τον τίτλο «Προσωπική Μαρτυρία – Ο D.P. 743 στα Κρατητήρια Πύλας», 2018), δίπλα στις συνήθειες, στην καθημερινότητα και στον τρόπο ζωής των έγκλειστων αγωνιστών, καθρεφτίζεται μια ολόκληρη εποχή. Διακρίνεται η ακλόνητη πίστη των κρατουμένων στον Αγώνα και η –διαψευσμένη εκ των υστέρων– προσδοκία σε ένα ολοφώτεινο μέλλον. Και μαζί η ομοψυχία, η αδελφοσύνη, η αλληλεγγύη και κυρίως αγάπη για τον φίλο και τον συνάνθρωπο, αλλά ακόμα και ο σεβασμός για τον αντίπαλο. Κι όλα αυτά ποτέ δεν είναι ανεπίκαιρα ή περιττά…
 
– Είναι η συγγραφή μια αποτύπωση στιγμών που δεν θέλουμε να ξεχάσουμε; Σε αυτή την κατηγορία ανήκει ένα άλλο βιβλίο μου, που εξέδωσα το 2016 και είναι το μόνο που πράγματι συνέγραψα, υπό την έννοια ότι δεν αποτελεί ντοκουμέντο, αλλά καταγραφή στιγμιοτύπων του Αγώνα. Είναι το «”Στρατάρχα μου, παραδίδομαι!”… και 19 άλλες ιστορίες». Ο δεκάχρονος τότε εγγονός μου, ο Φάνος, είναι ο… ηθικός αυτουργός, αφού χωρίς τη δική του παρακίνηση δεν επρόκειτο να το γράψω. Και του είμαι ευγνώμων γι’ αυτό, αλλά κυρίως για την αγάπη του, που με ώθησε να ανασύρω τόσες γλυκόπικρες μνήμες από τα χρόνια εκείνα που σημάδεψαν για πάντα τη ζωή μου.
 
– Πώς επιλέγετε τα βιβλία που θα διαβάσετε κάθε φορά; Τώρα πια με ενδιαφέρουν σχεδόν αποκλειστικά τα ιστορικά μυθιστορήματα και η Ιστορία. Και με τρομάζει πάντα όταν δεν γράφονται με στοιχειώδη έστω αντικειμενικότητα και σεβασμό στον αντίπαλο…
– Αυτή την περίοδο τι διαβάζετε; Διαβάζω την «Αηδονόπιτα» του Ισίδωρου Ζουργού. Και συμφωνώ μαζί του πως είναι παγίδα ο εγκλωβισμός της λογοτεχνίας στην επικαιρότητα. 
 
 
Φιλgood, τεύχος 252.