Ο Μανώλης Ρασούλης δεν μας… βγάζει το καπέλο, αλλά ετοιμάζεται να μας επισκεφθεί για τα καλά.

Μιλούσαμε ώρες με τον Μανώλη Ρασούλη, σ’ αυτή τη συνέντευξη. Κάνω οικονομία λέξεων σ’ αυτή την εισαγωγή γι’ αυτό θα σταθώ σε ένα και μόνο πράγμα: ΕΡΧΕΤΑΙ. Σκοπεύει να έρθει να μείνει λίγο καιρό στην Κύπρο, γιατί νιώθει ότι δεν την έχει γνωρίσει αρκετά. Δυστυχώς, είναι αδύνατο (και ευμέγεθες) να παραθέσω όλη τη συζήτηση που αφορούσε εκατό και ένα ζητήματα. Όσα παρατίθενται, πάντως, αρκούν για να διαπιστώσετε πως όταν μιλάει μοιάζει με ανατολίτικο μπαχαρικό: καυστικός, αλλά απολαυστικός…

έλω ν’ αρχίσω με πρωτότυπη ερώτηση, αλλά έχω την εντύπωση ότι σας έχουν ρωτήσει τα πάντα…  Πρωτότυπο είναι που καθόμαστε εδώ στη Λευκωσία και την ίδια ώρα συμβαίνουν γύρω μας όλα αυτά τα πράγματα. Παρατηρούμε, π.χ. ότι την ημέρα που άνοιγε η Λήδρας βάζαμε βέτο στα Σκόπια. Πόρτα ανοίγει, πόρτα κλείνει. Όλα αυτά τα ιστορικά περιστατικά είναι μια καλή ευκαιρία να ξανασκεφτούμε τα πεπραγμένα μας, ως έθνος. Να αναλογιστούμε την ελληνικότητά μας. Αισθάνομαι ότι έχω καθήκον να πω κάποια πράγματα. Όπως, ότι στην Ελλάδα δεν νιώθεις ποτέ ανία. Συμβαίνουν πάντα διάφορα να μας κεντρίζουν το ενδιαφέρον. Τη μια καίγεται η Πελοπόννησος, την άλλη ντοπάρονται οι αρσιβαρίστες. Μια χώρα συνεχώς σε έξαλλη κατάσταση.

-Σε ποιο πολιτισμικό πλαίσιο προκύπτουν όλα αυτά; Στην Ελλάδα τα τελευταία 20 χρόνια έχουμε πολιτισμική καθίζηση. Υπάρχει κρίση σεναρίου, θεατρικής γραφής, στιχουργίας, πολιτικού λόγου, λόγου γενικότερα. Η Ελλάδα κλείνει ως εθνική οντότητα 200 χρόνια και ζει στα πλαίσια της Ευρώπης που δίνει τις ντιρεκτίβες και χάνεται η αυτονόμηση της χώρας. Δεν έχει τσαμπουκά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι πριν λίγα χρόνια, όπως έγραψε στο βιβλίο του ο στρατηγός Γρυλλάκης, που πήραν τους Σκοπιανούς ιθύνοντες και τους πήγαν στον Τσαλίκη για να συζητήσουν και να λύσουν το πρόβλημα. Δηλαδή, η εξωτερική μας πολική είναι άλλ’ αντ’ άλλων, χαβαλές, χαζοαλητεία και στο τέλος «να ένα βέτο για να μάθεις». Έπρεπε να τους κάνουμε μια πολιτισμική «εισβολή», αφού υποτίθεται ότι εμείς έχουμε το ιστορικό βάθος. Από την άλλη, η παγκόσμια κοινότητα το έχει πάρει ελαφρά και δεν βλέπει ότι οι Σκοπιανοί έχουν δημιουργήσει δύο γενιές γαλουχημένων εθνικιστών. Πάντως, ουδέν κακόν αμιγές καλού. Γίνεται μια μεγάλη συζήτηση στην Ελλάδα. Γράφονται άρθρα, ο μκόσμος ασχολείται, γίνεται μεγάλη ζύμωση.

-Τι φταίει για την κατάσταση στην ελληνική κουλτούρα; Το καρακιτσαριό, το κατιναριό, αυτή η πλέμπα που κυριαρχεί σήμερα και έχει καβατζάρει την ελίτ. Το 1965 η ελίτ ήταν αυτή που καθοδηγούσε και στην τελική είχαμε και επιτεύγματα, πήραμε δύο Νόμπελ, δύο Όσκαρ, βγάλαμε καλούς ποιητές και συνθέτες. Κάναμε εξπόρτ τον Ζορμπά. Η συγκυρία δημιουργεί τους μουσουργούς και τους ποιητές. Η τελευταία 25ετία δεν μπορούσε να βγάλει ένα Θεοδωράκη, ένα Χατζιδάκι, έναν Τσιτσάνη. Εμείς είμαστε απλώς ένας ωραίος επίλογος, ο επίλογος μιας μεγάλης φουρνιάς. Είναι απαραίτητο να υπάρχει ισορροπία. Πρέπει να έχουμε συνεχώς τη θράκα αναμμένη. Δεν μπορούμε να λέμε στους Σκοπιανούς «κάτω τα χέρια από τον Αλέξανδρο» και μετά να τους τραβάμε στα σκυλάδικα. Η Ελλάδα έστρεψε την πλάτη στα Βαλκάνια, πήγε στην Ευρώπη πήρε τα μπικικίνια, δημιούργησε μια νομενκλατούρα του στυλ «νεόπλουτοι αρχοντοχωριάτες μικροαστοί» και αυτοί καταδυναστεύσαν τη χώρα. Φτάσανε να χρηματοδοτούν τα σκυλάδικα, τα βαφτίσανε «πολιτιστικά κέντρα της χαράς και της αισιοδοξίας».

-Οι αυστηροί κριτές, συνήθως δεν είναι αρεστοί… Γι’ αυτό αυτοεξορίστηκα στην Ισπανία. Τη μια με κατηγόρησαν ότι είμαι αρχηγός της 17 Νοέμβρη, την άλλη είμαι ο αιρετικός για την Εκκλησία, το ΚΚΕ με έχει στην μπούκα γιατί έγραφα για τον Τρότσκι και τον Παντελή Πουλιόπουλο, μια κατάσταση ασυναρτησίας και εμπάθειας.

-Στην Κύπρο δεν είστε τακτικός επισκέπτης… Έχετε γνώση της κυπριακής πραγματικότητας; Αυτή είναι η τρίτη φορά που έρχομαι στην Κύπρο. Την πρώτη φορά που ήρθα -με όλο το σεβασμό, δεν επιδίωξα να δώσω δημοσιότητα στο γεγονός- ήταν μετά που έπεσε το αεροπλάνο στο Γραμματικό. Πηγαίναμε κι εμείς την ίδια μέρα από τη Θεσσαλονίκη στην Κρήτη για να παίξουμε και θα κατεβαίναμε για σκάντζα στο Ελ. Βενιζέλος. Τότε ο πιλότος μας ενημέρωσε ότι κάτι γίνεται και πρέπει να κάνει διάφορους ελιγμούς. Μανουβράρανε για να μην τρακάρουμε στον αέρα. Κι έτσι, επειδή ένιωσα ότι το έζησα από κοντά αυτό το τραγικό γεγονός, ένιωσα ότι πρέπει να έρθω να ανάψω ένα κερί εδώ. Η δεύτερη φορά ήταν πέρσι, που ήρθαμε για να παίξουμε στο κέντρο που παίξαμε και φέτος. Στις 2-3 μέρες που θα μείνουμε ό,τι προλαβαίνω, καταλαβαίνω.

-Νιώθετε ότι πρέπει να γνωρίσετε περισσότερο την Κύπρο; Σκέφτομαι να έρθω να μείνω λίγο καιρό εδώ. Να ζήσω, να μιλήσω με ανθρώπους, να παίξω, να ακούσω, να παρουσιάσω και τα βιβλία μου. Στην παράσταση ξεκίνησα με μια προφορική εισαγωγή. Οι θαμώνες με κοίταζαν περίεργα, έτσι με το καπέλο που τους έλεγα τα δικά μου. Ήταν επιφυλακτικοί, μέχρι ν’ αρχίσουν τα τραγούδια και τα τσιφτετέλια… Προσπαθώ να συνδέσω την Ελλάδα με την Κύπρο, γιατί, παρά το έντονο ελληνικό στοιχείο, ψυχολογικά -είναι και η απόσταση- το περιβάλλον φέρνει λίγο προς Μέση Ανατολή, με την οποία έχω θαυμάσια σχέση, καθώς πηγαινοέρχομαι 6 χρόνια. Θα έρθω, να δούμε με τους ανθρώπους εδώ τι μπορούμε να γονιμοποιήσουμε. Δεν θέλω να έρχομαι για μια αρπαχτή, αλλά να βγει κάτι, να δημιουργήσουμε μαζί ένα ψήγμα «βασιλικού πολτού».

-Πότε με το καλό; Όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Ίσως στους επόμενους δύο μήνες. Να μάθω τι γίνεται εδώ. Έρχομαι με καλές προθέσεις, ανοιχτό μυαλό και καρδιά.

-Ποια είναι μέχρι σήμερα η επαφή σας με την Κύπρο; Τους Κυπραίους τους έζησα από κοντά μόνο το διάστημα που έζησα στο Λονδίνο (1968- 1975). Έκανα πολύ παρέα με ένα ζευγάρι που ο άντρας ήταν Τ/κ και η γυναίκα Ε/κ. Δούλεψα και στο φάκτορι ενός Κύπριου. Μου έκανε εντύπωση, θυμάμαι, αυτό το «ντουμπλ φας» τους. Από τη μια κατηγορούσαν συνέχεια

τους Βρετανούς ότι είναι τεμπέληδες και τους καταπιέζουν, αλλά παράλληλα ζούσαν μια ελευθεριότητα στην Αγγλία, μπορούσαν να πάνε και στα καλύτερα πανεπιστήμια. Ήταν ταυτόχρονα κοσμοπολίτες και επιφυλακτικοί. Αν ισχύει αυτό και σήμερα, νομίζω ότι πρέπει να δουλευτεί. Η Λευκωσία είναι ωραία πόλη και ειδικά τώρα που ανοίγουν ένα- ένα τα οδοφράγματα παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον ο τόπος. Καλό είναι να υπάρχει μεγαλύτερη εκφραστικότητα στα σύγχρονα δεδομένα του κυπριακού στοιχείου. Καλή η Βίσση και ο Χατζηγιάννης, αλλά να μην κινούμαστε μόνο στη «φλούδα». Να πάμε και λίγο στο «κουκούτσι» να δούμε τη νομοτέλεια, εκεί που σφύζει το πράγμα.

-Με τους Τούρκους έχετε καλές σχέσεις… Στην Τουρκία έχω κάνει πολλές παρεμβάσεις. Διασκευάσανε και τραγούδια μου, όπως το «Όλα σε θυμίζουν», το «Πες μου πώς γίνεται». Όπου πήγαινα μου μιλούσαν με ενθουσιασμό. Κι εγώ τους τα έσουρα. Τι τουρκοκεντρικό φτιάξατε στη χώρα σας τις τελευταίες δεκαετίες; Τίποτα, όπως ούτε οι Έλληνες δεν έφτιαξαν τίποτε ελληνοκεντρικό. Οι παλιές γενιές φτιάξανε το μπουζούκι, το σάζι, τη φέτα, τη ρακή. Τα τελευταία 30 χρόνια σούπερ μάρκετ εσείς, σούπερ μάρκετ κι εμείς. Στην Ελλάδα μόνο, ένας βλάκας κούνησε λίγο τον καφέ βγήκε αφρός και έκανε τη «μεγάλη ανακάλυψη» του φραπέ. Αυτό ήταν…

-Είναι φανερή μια διάθεση να γράψετε ιστορικά μυθιστορήματα. Από πού πηγάζει; Με συγκινεί να γράφω για μεγάλες και παραγκωνισμένες προσωπικότητες του ελληνισμού. Όπως ο Θεόφιλος Καΐρης από την Άνδρο, για τον οποίο έγραψα μια νουβέλα. Όπως και ο Παντελής Πουλιόπουλος, ο πρώτος γραμματέας του κομμουνιστικού κόμματος, ο οποίος εκτελέστηκε από τους Ιταλούς. Με γοητεύει, που προήγαγε τον επαναστατικό ντεφετισμό και ένωνε Έλληνες και Τούρκους στρατιώτες στον μικρασιατικό πόλεμο. Τους ανθρώπους αυτούς τους έχουνε ρίξει λάσπη και τους έχουν ακόμη στη λήθη. Είπα κι εγώ να κάνω ένα ντου τώρα και να μιλήσω για δύο αυθεντικούς ανθρώπους, δύο μεγάλες μορφές οι οποίες εξοντώθηκαν από το κατεστημένο. Η Ελλάδα σήμερα, εκτός από τον Σάκη, τον Μάκη και τον Λάκη χρειάζονται και τέτοιες μορφές για να ισορροπήσει, να σταθεί. Στην Κύπρο για παράδειγμα, μια σταθερά, μια μεγάλη μορφή είναι ο Μακάριος, όπως και να το κάνουμε.

-Τρέφετε μια απέχθεια για το κατεστημένο; Μόνο όταν το κατεστημένο κάνει καταχρήσεις και μπούρδες. Εμένα μου αρέσει να καινοτομώ και να παρακολουθώ τα πάντα, να είμαι χωμένος στην παγκοσμιότητα. Γι’ αυτό πηγαίνω τακτικά στο Ισραήλ και στην Παλαιστίνη. Από εκεί μπορεί να ξεκινήσει ένας παγκόσμιος πόλεμος. Προσπαθώ να βάλω κι εγώ ένα λιθαράκι στο γεφύρωμά τους. Ήδη στο Ισραήλ είμαι σχεδόν επώνυμος. Έχει ενδιαφέρον αυτή η τρελαμάρα εκεί πέρα, αλλά να μη σκοτώνονται μεταξύ τους…

-Προς τα πού οδεύει ο κόσμος μας; Δεν πάει πολύ καλά. Έχουμε ακραία καιρικά, αλλά και ακραία ιστορικά φαινόμενα. Αν βουλιάξουνε τώρα οι Αμερικάνοι που είναι σε οικονομική ύφεση θα επέλθει χάος στον πλανήτη. Αν γίνει κανένα κραχ, επειδή δεν έχουμε προβλέψει να δημιουργήσουμε υποδομή να το αντιμετωπίσουμε, ο ένας θα τρώει τον άλλο. Η παγκόσμια εικόνα δεν είναι καλή και για τους καλλιτέχνες. Δεν έχουν ερεθίσματα να αντλήσουνε. Ο καλλιτέχνης έχει ένα ναρκισσισμό του στυλ «θα φτιάξω ένα ωραίο άγαλμα να το βλέπουνε οι γενεές πάσες μετά από 300 χρόνια». Τώρα κανείς δεν βλέπει τόσο μακριά. Ήδη η NASA ψάχνεται να βρει άλλους πλανήτες να μετοικήσουμε. Είναι μια πολύ λεπτή και μοναδική συγκυρία.

-Δηλαδή οι καλλιτέχνες νιώθουν ότι τελειώνει ο κόσμος και δεν έχουν κίνητρο; Γι’ αυτό μάχομαι να μπλοκάρω όλους αυτούς τους μηχανισμούς, που πάνε προς την οριστική μας τυφλαμάρα. Η Ρωσία έβγαλε πυρηνικές κεφαλές στην πιάτσα και είπε ότι αν μπει η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ θα τις στρέψω στην Ουκρανία. Κι έχει και ωραίες γυναίκες, γιατί να μας το κάνει αυτό; Γίνεται, μια ανακατάταξη στον πλανήτη. Το δυτικό ημισφαίριο προσπαθεί να κοντρολάρει την Ασία και ο υπερκαταναλωτισμός της Δύσης εμπνέεται από τον υπερπληθυσμό της Ασίας. Δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος. Εμείς οι ευαίσθητοι και αιθεροβάμονες θέλουμε να βγει ο φαύλος και να μείνει ο κύκλος. Τελευταία, προσπαθώ να προπαγανδίσω ότι πρέπει να βγάλουμε μια κοινή σημαία για τη γη, όπως έχουμε για την Ελλάδα ή την Ευρώπη. Να έχουμε ένα ερέθισμα, βρε αδερφέ, ότι ζούμε σε ένα γκλόμπαλ βίλατζ. Αφού, πράγματι και με το ιντερνέτι, έχουμε έρθει τόσο κοντά.

Φιλελεύθερος/ Πολιτισμός, 20.4.2008