Ο αιωνόβιος Κύπριος Ακαδημαϊκός και πρώην Υπουργός Παιδείας απαριθμεί σταθμούς μιας ζώσας ιστορίας.
Για πολλούς, η Ακαδημία Αθηνών, εκτός από το ανώτατο πνευματικό ίδρυμα της Ελλάδας, αποτελεί και μια ανδροκρατούμενη λέσχη υπερηλίκων. Πράγματι, εξέλεξε την πρώτη γυναίκα τακτικό μέλος, τη συγγραφέα Γαλάτεια Σαράντη, μόλις το 1997, μετά από 71 χρόνια. Είναι εντυπωσιακό, όμως, ότι πάρα πολλά μέλη της ευτύχησαν να είναι ιδιαίτερα μακρόβια. Αρκετά απ’ αυτά, όπως ο Ξενοφών Ζολώτας, ο Καίσαρ Αλεξόπουλος, ο Γεώργιος Μητσόπουλος, ο Μιχαήλ Σακελλαρίου, ο Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος υπήρξαν αιωνόβιοι. Στο κλαμπ αυτό ανήκει και ο εξέχων κλασικός φιλόλογος Νικόλαος Κονομής, γεννηθείς, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, στις 22 Σεπτεβρίου 1922. Ο πρωτότοκος μιας φτωχής αγροτικής οικογένειας της Μόρφου έφτασε να γίνει το 2001 ο πρώτος Κύπριος Πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών, στην οποία εξελέγη τακτικό μέλος το 1990. Τον συναντήσαμε στο διαμέρισμά του στα Άνω Ιλίσια Αθηνών, όπου παρά την αξιοσημείωτη διαύγεια και την ακέραιη κρίση του, αισθάνεται σε μεγάλο βαθμό αποτραβηγμένος, ίσως και ξεχασμένος. Από τα Οκτωβριανά του 1931, τα σχολικά χρόνια στην Κύπρο, τα φοιτητικά σε Αθήνα, Οξφόρδη και Κέιμπριτζ, τα πανεπιστημιακά σε Κέιπ Τάουν, Ιωάννινα και Θεσσαλονίκη, τη διαμόρφωσή του από μεγάλους δασκάλους, μέχρι την επεισοδιακή ανάληψη καθηκόντων Υπουργού Παιδείας επί Σπύρου Κυπριανού, καταθέτει σταθμούς μιας πορείας που τοιχογραφεί έναν ολόκληρο αιώνα.
» Δεν έχω κίνητρο. Εγώ είμαι νεκρός πια. Νεκρός! Ξεχασμένος ήδη. Δεν έχω πια κανένα ενδιαφέρον ή ασχολία. Η μουσική μου άρεσε πάντα, αλλά δεν ακούω καλά, ούτε μπορώ να παρακολουθήσω τη δισκογραφία. Είμαι απομονωμένος όλη μέρα και νύχτα. Δεν μπορώ ούτε να παρακολουθήσω τηλεόραση, ούτε να διαβάσω κάποιο βιβλίο. Εκείνο που μ’ ευχαριστεί είναι όταν έρχονται γνωστοί να μ’ επισκεφθούν, να κουβεντιάσουμε λίγο για τα παλιά. Τις προάλλες είχε την καλοσύνη να έρθει ο επιχειρηματίας Γεώργιος Δαυίδ.
» Δεν μπορώ να απαντήσω στο ερώτημα τι ήταν εκείνο που με ώθησε από παιδί φτωχής, αγροτικής οικογένειας στη Μόρφου να αφιερώσω τη ζωή μου στην κλασική φιλολογία. Ήρθε σιγά- σιγά. Ζούσαμε σε συνθήκες μεγάλης φτώχιας. Στη Μόρφου, τότε, δεν υπήρχε υποδομή, δεν ήξερες πού να στηριχθείς, η παιδεία ήταν υποτυπώδης. Στην Ελληνική Σχολή που πήγα μετά το δημοτικό μόνο ο διευθυντής ήταν πτυχιούχος. Οι υπόλοιποι ήταν απόφοιτοι μέσης παιδείας. Τα τρία τελευταία χρόνια του γυμνασίου πήγα στο Παγκύπριο Γυμνάσιο στη Λευκωσία κι εκεί άνοιξε η όρεξη. Είχα καλούς καθηγητές και πήγαινα συνέχεια στη βιβλιοθήκη. Οι καταβολές μου ενδεχομένως να έπαιξαν ρόλο στο γεγονός ότι απεχθανόμουν πάντα τις νέες τεχνολογικές μεθόδους κι έγραφα πάντα με το χέρι. Δεν δαχτυλογράφησα ποτέ, ούτε σε γραφομηχανή ούτε σε υπολογιστή. Όλο μου το έργο είναι χειροποίητο και προϊόν μεγάλου μόχθου.
» Είμαι ο μεγαλύτερος από τρία αδέρφια και μια αδερφή. Εν ζωή είμαστε μόνο δύο. Ο ένας πέθανε τον περασμένο Οκτώβριο. Έφτασαν και τ’ αδέρφια μου σε μεγάλη ηλικία. Είναι, φαίνεται, τα οικογενειακά γονίδια. Μια προγιαγιά μου είχε φτάσει σε ηλικία 116 ετών. Η γιαγιά μου, από την πλευρά της μητέρας μου, πέρασε κι εκείνη τα 100. Τους γονείς μας, δυστυχώς, τους «σκότωσε» πρόωρα η καταστροφή της Κύπρου. Η μάνα μου πέθανε από καρκίνο 2-3 χρόνια μετά την εισβολή, από το μαράζι της. Ο δε πατέρας μου, απεβίωσε σε ηλικία 87 ετών γύρω στο 1984-85.
» Περί τα τέλη της δεκαετίας του ’30, όταν ήμουν μαθητής στο Παγκύπριο Γυμνάσιο, έγινα μέλος μιας μυστικής, μαθητικής οργάνωσης που στόχο είχε να απελευθερώσει την Κύπρο από τους Εγγλέζους. Δεν άντεχα την αλαζονική συμπεριφορά τους. Ήμασταν γεννημένοι στην αποικία και μάς φέρονταν αναλόγως. Εκείνη η οργάνωση δεν πρόλαβε να αναπτύξει δράση. Λίγα χρόνια νωρίτερα είχε γίνει η στάση εναντίον των Άγγλων, τότε που διαδηλωτές έκαψαν το Κυβερνείο και ακολούθησαν τα χρόνια της Παλμεροκρατίας. Όταν έγιναν τα Οκτωβριανά, το 1931, εγώ ήμουν μαθητής δημοτικού στη Μόρφου και θυμάμαι τους Άγγλους που είχαν έρθει με τα οχήματά τους, ένοπλοι, για να τρομάξουν τον κόσμο. Κι εμείς τα παιδιά τρέχαμε να κρυφτούμε κάτω από το μεγάλο γεφύρι του Σερράχη. «Έρκουνται οι Τζονίες» λέγαμε.
» Συγκινούμαι όταν μιλάω για τη Μόρφου. Τώρα πια συγκινούμαι όταν μιλάω για οτιδήποτε. Ο πατέρας μου ήταν γεωργός, είχε χωραφάκια κι έσπερνε στάρι, κριθάρι, κύμινο κ.ά. Μια μέρα με πήρε ως μεγαλύτερο να πάμε να πουλήσουμε στάρι να βγάλουμε λίγα χρήματα. Γέμισε ένα μεγάλο σακί, το φορτώσαμε στο ζώο, το πήγαμε στην αγορά που είχε κάθε Σάββατο στου Μόρφου και μείναμε σχεδόν όλη μέρα χωρίς κανείς έστω να ρωτήσει τι πουλάμε. Τότε ήταν του είπα ότι πρέπει να κάνουμε κάτι για να βγει η οικογένεια από τη φτώχια. Στη Μόρφου τότε ήταν 5-6 οικογένειες που ήταν κάπως πλούσιες γιατί είχαν από παλιά περιβόλια με πορτοκάλια και τα πουλούσαν στους μεγάλους εμπόρους από την Αμμόχωστο. Πρότεινα να μπούμε στην καλλιέργεια πορτοκαλιών. Το πρώτο που χρειαζόμασταν ήταν νερό γιατί στην περιοχή δεν είχε. Πληρώσαμε έναν μορφίτη ραβδοσκόπο να χτυπήσει τη γη. Την εποχή εκείνη ήθελε 10-12 χρόνια μέχρι να μεγαλώσουν τα δέντρα και να παράγεις. Κάποιες φορές, αργούσα να πάω στο σχολείο επειδή έπρεπε να προλάβω να ποτίσω. Η οικογένειά μου τελικά παρήγαγε πορτοκάλια μετά το 1951 κι αν δεν γινόταν η εισβολή και η κατοχή, θα ήταν από τις πλουσιότερες στη Μόρφου. Ο ένας μου ο αδερφός, εκεί που είχε χρήματα στις τράπεζες, μετά το 1974 βρέθηκε και με χρέος.
» Όταν τελείωσα το 1939 το Γυμνάσιο δεν είχαμε και τίποτα να κάνουμε. Μόλις είχε ξεσπάσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Ζήτησα να καταταγώ στον βρετανικό στρατό ή στο σώμα των Κυπρίων, αλλά οι Εγγλέζοι δεν με πήραν. Έμεινα κι έκανα διάφορες δουλειές του ποδαριού μέχρι που τελείωσε ο πόλεμος. Αρχικά, αποφάσισα να γίνω δάσκαλος. Όμως, δεν άντεξα την προσβλητική συμπεριφορά των αποικιοκρατών κι ενώ μου είπαν να πάω να αναλάβω καθήκοντα βοηθού δασκάλου, τα βρόντηξα κι έφυγα με πλοίο για την Αθήνα να σπουδάσω στη Φιλοσοφική.

» Στα χρόνια εκείνα, με πήρε υπό την προστασία του ο Κωνσταντίνος Άμαντος. Γρήγορα συνειδητοποίησα ότι οι γνώσεις μου ήταν ανώτερες από των άλλων φοιτητών. Μάλιστα, τσακώθηκα με δύο καθηγητές γιατί πάντα υπερασπίζομαι εκείνο που θεωρώ αλήθεια. Όταν τελείωσα ήμουν ο άριστος των αρίστων. Αποφάσισα να επιστρέψω στην Κύπρο για να διδάξω φιλολογικά στο Παγκύπριο Γυμνάσιο. Το περιβάλλον δεν ήταν ιδανικό. Γυμνασιάρχης ήταν ο περιβόητος Κωνσταντίνος Σπυριδάκις, τον οποίο πολλοί λάτρευαν και θεωρούσαν σπουδαίο, όμως εγώ τον έβρισκα υπέρμετρα αυστηρό, ειδικά με τους μαθητές. Μετά από δύο χρόνια πήγα στην Αθήνα να δώσω εξετάσεις και να πάρω υποτροφία από το νεοσύστατο, τότε, Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών. Έτσι, πήγα στην Οξφόρδη, χωρίς να γνωρίζω τι σημαίνει «Οξφόρδη».
» Εκεί τα βρήκα σκούρα. Αλλά με πολλή επιμονή κατόρθωσα μέσα σε δύο χρόνια να πάρω τον τίτλο (Bachelor of Literature) που κανονικά χρειαζόμουν τρία. Ένας καθηγητής μου εντυπωσιάστηκε με το κατόρθωμα, ειδικά όταν έμαθε για το οικογενειακό μου υπόβαθρο, ότι οι γονείς μου ήταν αγράμματοι, φτωχοί αγρότες. Στην Οξφόρδη είχα φιλέψει με τον σερ Τζον Μπίζλι, έναν τρομερό Σκωτσέζο επιστήμονα με μεγάλο κύρος, ο οποίος πρωτοστάτησε στη μελέτη των παραστάσεων των αττικών αγγείων και την ταξινόμησή τους. Εκεί μελετούσα κυρίως πεζό λόγο και τους ρήτορες. Ανακοίνωσα στον Μπίζλι ότι θα πάω στο Κέιμπριτζ να κάνω ποίηση. «Σε ποιον;» με ρωτάει. «Στον σερ Ντένις Πέιτζ» του απάντησα. Ήταν ο κορυφαίος των κορυφαίων. Μου είπε ότι ήταν φίλος του και του έγραψε σημείωμα. Πέρασα κι έμαθα πολλά μαζί του. Ανάμεσα στις εργασίες που ολοκλήρωσα ήταν μια για τη μετρική του αρχαίου δράματος, για την οποία είμαι πολύ περήφανος.
» Φεύγοντας κι από το Κέιμπριτζ, συνάντησα έναν Κύπριο φιλόλογο που είχα γνωρίσει στην Οξφόρδη, ονόματι Φίλιππος Νικολαΐδης. Αυτός με ενημέρωσε ότι στο Πανεπιστήμιο του Κέιπ Τάουν υπήρχε κενή θέση υφηγητή και με παρότρυνε να υποβάλω υποψηφιότητα. Έχοντας συστατικές επιστολές από τους Τζον Μπίζλι, Ντένις Πέιτζ και τον πρώτο μου επιβλέποντα, σερ Ντόβερ, ο δρόμος ήταν ανοιχτός. Στη Νότια Αφρική έμεινα οκτώ χρόνια.
» Από τη Μόρφου ήταν και ο Λουκής Ακρίτας με τον οποίο βρισκόμασταν συχνά κατά τα φοιτητικά μου χρόνια στην Αθήνα. Αναπτύξαμε στενές σχέσεις και με σύστησε σε σημαντικές προσωπικότητες της εποχής. Το 1963, όντας περαστικός από την Αθήνα, τον είδα για τελευταία φορά. Θυμάμαι ότι ήταν παραμονές εκλογών και μάλιστα μου είπε ότι επρόκειτο να αναλάβει το χαρτοφυλάκιο της Παιδείας κι ότι με ήθελε να έρθω στην Ελλάδα. Τον Φεβρουάριο του 1965 πέθανε, λίγους μήνες πριν εκλεγώ τελικά καθηγητής στο νεοσύστατο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, που αρχικά ήταν παράρτημα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
» Ήμουν από εκείνους που έστησαν το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Δεν κοιμόμουν, δούλευα μέχρι το πρωί. Μαζί με τον Στυλιανό Καψωμένο είχαμε εισηγηθεί να γίνει η Πανεπιστημιούπολη στη Μονή Δουρούτη, που ήταν σχεδόν κατεστραμμένη. Το ακαδημαϊκό προσωπικό ήταν ελάχιστο. Αργότερα, όταν η Χούντα εξανάγκασε τον μακαρίτη τον Καψωμένο σε παραίτηση, εκλέγηκα Πρόεδρος του Πανεπιστημίου. Το 1968-69 μετακλήθηκα στη Θεσσαλονίκη και πλέον ήμουν στο Αριστοτέλειο. Εκεί υπηρέτησα, εκτός από καθηγητής, κοσμήτορας της Φιλοσοφικής, αντιπρύτανης και πρύτανης. Διετέλεσα για τρία χρόνια, μέχρι το 1980, πρόεδρος του ΔΣ του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος. Εκείνη την εποχή φέραμε ως καλλιτεχνικό διευθυντή τον Σπύρο Ευαγγελάτο και θεωρώ ότι ήταν μια γόνιμη περίοδος, όπου αυξήσαμε τις σκηνές σε πέντε σκηνές, ανάμεσα στις οποίες ήταν η Σκηνή Όπερας και η Ποντιακή Σκηνή.
» Το 1980 δέχτηκα τηλεφώνημα από τον Σπύρο Κυπριανού. Μού ζητούσε να έρθω το συντομότερο στην Κύπρο. 1-2 χρόνια πριν, όταν ήμουν πρύτανης στο ΑΠΘ, τον είχαμε αναγορεύσει επίτιμο διδάκτορα της Νομικής Σχολής. Με είχε τότε ρωτήσει αν σκόπευα να συμβάλω σε περίπτωση που κινούσε τις διαδικασίες για δημιουργία πανεπιστημίου. Του απάντησα θετικά. Έτσι, όταν μου τηλεφώνησε το 1980 υπέθεσα ότι με ήθελε για τον σκοπό αυτό. Υπουργός Παιδείας τότε ήταν ο Χρυσόστομος Σοφιανός. Μόλις έφτασα, ένας γνωστός με πληροφόρησε ότι τελικά θέλει να με κάνει Υπουργό. Απάντησα ότι δεν θα πάω ούτε να τον δω. Όταν το βράδυ πήγα στην αδερφή μου για να κοιμηθώ εκείνη με ενημέρωσε ότι κάθε δέκα λεπτά ερχόταν η αστυνομία και με έψαχνε για να πάω στο Προεδρικό. Όταν πήγα ήταν όλοι στολισμένοι, έτοιμοι να ορκιστούν. Εγώ ήμουν έτοιμος να αναχωρήσω το πρωί. Ένας φίλος που ήρθε να με πάρει στο αεροδρόμιο με ενημέρωσε ότι το ραδιόφωνο του ΡΙΚ διαλαλούσε κιόλας το νέο Υπουργικό Συμβούλιο. Υπουργός Παιδείας: Κονομής. Δεν ήταν κομψό να φύγω και σκέφτηκα να μείνω για λίγο και να αποχωρήσω με την πρώτη ευκαιρία.

» Έχω πολλά να θυμάμαι από την υπουργία μου, τότε το 1980-82. Μάλλον καθυστέρησε κατά δέκα χρόνια η εκλογή μου στην Ακαδημία Αθηνών εξαιτίας εκείνης της θητείας, για την οποία δεν μπορώ να πω ότι μετανιώνω. Θεωρώ μεγαλύτερο επίτευγμα ότι κατάφερα να πάρω το «πράσινο φως» για δημιουργία πανεπιστημίου. Εξαιτίας αυτού πολλοί με στραβοκοίταζαν. Όταν εξέφρασα επίσημα την πρόθεση, όλοι συμμαζευτήκαν γιατί θεωρούσαν ότι η Ελλάδα δεν θα έδινε έγκριση. Δεν είχα ιδέα. Τότε έμαθα ότι η ελληνική κυβέρνηση συνέχιζε να ακολουθεί τη γραμμή του κύκλου του Σπυριδάκι και της Εκκλησίας, που θεωρούσαν ότι αν ιδρυθεί πανεπιστήμιο στην Κύπρο, τα παιδιά μας θα ξεκόψουν τάχα από την Ελλάδα και θα κοπεί ο ομφάλιος λώρος.
» Ο Πρόεδρος Κυπριανού με είχε διαβεβαιώσει ότι κανείς δεν θα επενέβαινε στο έργο μου. «Ποιον φοβάστε, την ελληνική κυβέρνηση;» τον ρώτησα. Δεν μίλησε. Τον διαβεβαίωσα ότι θα φέρω την έγκριση. Πρώτα πήγα για τις διακοπές των Χριστουγέννων στη Θεσσαλονίκη, όπου βρισκόταν ακόμη η οικογένειά μου. Από εκεί μετέβηκα στην Αθήνα και ζήτησα να δω τον πρωθυπουργό. Ήταν ο Γεώργιος Ράλλης. Πήγαμε με τον τότε Πρέσβη της Κυπριακής Δημοκρατίας, Δήμο Χατζημιλτή. Όταν μπήκα στο γραφείο του μάλωνε στο τηλέφωνο με τον Καραμανλή για κάτι λανθασμένα νούμερα που ανήγγειλε στη Βουλή και εκτέθηκε. Όταν έκλεισε, στράφηκε σε μένα. Του λέω «το και το». «Προχωρήστε» μου απάντησε. Δεν καθίσαμε καν. Κατά τη σύντομη θητεία μου πήρα δυο φορές σχέδιο για πανεπιστήμιο, που απορρίφθηκε κυρίως για οικονομικούς λόγους. Όμως, το νερό είχε μπει στο αυλάκι. Το 1988, επί Γιώργου Βασιλείου, συμμετείχα τόσο στην προπαρασκευαστική επιτροπή για την ίδρυση του Πανεπιστημίου Κύπρου όσο αργότερα στη Διοικούσα Επιτροπή, μέχρι το 1995.
» Το Πανεπιστήμιο Κύπρου, 35 χρόνια μετά την ίδρυσή του, πάει καλά. Δεν είναι καλύτερα τα πανεπιστήμια εδώ στην Ελλάδα. Μάλιστα, ρώτησα πριν μερικά χρόνια τον σπουδαίο γιατρό και πανεπιστημιακό Παναγιώτη Σουκάκο, που επισκέπτεται τακτικά την Κύπρο και μου είπε ότι τα πράγματα κυλάνε καλύτερα απ’ ότι στην Ελλάδα. Χαίρομαι διπλά που πάει καλά, γιατί νιώθω ότι έβαλα κι εγώ ένα λιθαράκι.

» Επιθυμία μου είναι να δωριστούν τα βιβλία μου στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Την καθαυτό βιβλιοθήκη μου, τη βιβλιοθήκη Κονομή στη Μόρφου, την κάψανε το 1974 οι Τούρκοι (συγκινείται). Περιείχε σπουδαία βιβλία που μάζευα για σχεδόν 30 χρόνια- τότε ένιωθα ότι τα μάζευα μια ολόκληρη ζωή. Ασχολούμουν σχεδόν καθημερινά. Όπου πήγαινα, στην Οξφόρδη, το Κέιμπριτζ, το Κέιπ Τάουν. Είχα συνάψει στενές σχέσεις με τον Blackwell, τον μεγάλο εκδότη ακαδημαϊκών βιβλίων. Ταυτόχρονα, είχα αλληλογραφία με εμπόρους βιβλίων της Ολλανδίας. Έγινα κάτοχος και πολλών παλιών, σπάνιων εκδόσεων. Όλα αυτά χάθηκαν. Συνεπώς, όσα έχω τώρα να δώσω είναι όσα συγκέντρωσα μετά το 1974 και πλέον βρίσκονται χωριστά στο γραφείο μου και σε διαμέρισμα από κάτω, μαζί με έγγραφα και άλλα σημαντικά αρχεία.
» Πριν από καμιά 15αριά χρόνια είχα ένα ατύχημα που παραλίγο να μου κοστίσει τη ζωή. Διασταύρωνα έναν δρόμο στο Κολωνάκι κι ένας νεαρός που μιλούσε στο κινητό έκανε όπισθεν και με χτύπησε. Ήταν μια μεγάλη περιπέτεια, από την οποία ακόμη υποφέρω με πόνους στο ισχίο.
» Τα «Προλεγόμενα στη λυρική ποίηση των αρχαίων Ελλήνων» είναι το τελευταίο μου βιβλίο. Είναι καρπός πολυετούς εργασίας και μελέτης πάνω στη λυρική παραγωγή, το πλαίσιο της εποχής και τις πολιτισμικές συναλλαγές και αλληλεπιδράσεις με τη λυρική ποίηση ανατολικών λαών. Δεν μπορώ να γνωρίζω αν το έργο μου θα αποτελέσει σημείο αναφοράς για τους επόμενους μελετητές. Μερικοί έρχονται και ισχυρίζονται ότι γνωρίζουν τα γραπτά μου, αλλά δεν είμαι σίγουρος. Για παράδειγμα, οι πλείστοι συνάδελφοι στην Ακαδημία Αθηνών ιδέα δεν έχουν για το έργο μου.
» Η Ακαδημία Αθηνών είναι συντηρητική, αυτό να το καταλάβω. Αλλά είναι και αδύνατη. Τα κακώς έχοντα τα επεσήμανα σε άρθρο που δημοσίευσα πρόσφατα. Κάποιοι προσβλήθηκαν, αλλά έμαθα να λέω τη γνώμη μου ανοιχτά. Δεν είναι πνευματικό ίδρυμα πια. Οι πλείστοι έρχονται για τον τίτλο ή για να βρουν την παρέα τους, λες και πρόκειται για καφενείο. Δεν προσφέρει τίποτα. Συχνά, τα πιο σκάρτα, τα πιο ποταπά πράγματα προβάλλονται εκεί ως σπουδαία. Δεν υπάρχει ουσιαστική παρέμβαση στα δημόσια πράγματα. Για μένα είναι δύσκολο πια. Πατάω τα 104. Το σημαντικό τώρα είναι να επανακαθοριστεί τι εστί Ακαδημαϊκός. Σίγουρα δεν είναι αυτός που πηγαίνει εκεί για να κάνει το κέφι του.
» Δεν αναμίχθηκα καθόλου στην ίδρυση της Κυπριακής Ακαδημίας και δεν έχω εικόνα. Ελπίζω και εύχομαι μόνο ότι θα αποδειχτεί χρήσιμη, διότι υπάρχουν πολύ καλοί επιστήμονες στην Κύπρο. Δεν υπάρχει αμφιβολία επ’ αυτού. Είναι ζήτημα θεσμών και προθέσεων.
» Η χειρότερη ψευτιά που έχει γραφτεί ποτέ για μένα, δημοσιεύτηκε μάλιστα και σε κυπριακή εφημερίδα, είναι ότι δεν με ήθελαν οι φοιτητές μου. Όμως, ένα πράγμα για το οποίο είμαι περήφανος είναι η σχέση με τους φοιτητές. Δεν ήμουν σαν κάποιους πρυτάνεις τώρα, οι οποίοι φοβούνται τους φοιτητές τους. Με σέβονταν γιατί ήξεραν ότι ήμουν στο πλευρό τους όταν το χρειάζονταν. Τα έβαλα με Υπουργούς και με όσους χρειάστηκε. Ακόμη και με την ηγεσία της Χούντας τα είχα βάλει όταν χρειάστηκε να αποτρέψω ανάμιξη εξωγενών παραγόντων στο πανεπιστημιακό έργο.
» Όταν άνοιξαν τα οδοφράγματα, πήγα να ξαναδώ τη Μόρφου. Κάναμε μια μεγάλη βόλτα σε όλο τον κόλπο από την Πεντάγεια μέχρι έξω απ’ την Κερύνεια. Είδα την κατάσταση, όσα ρήμαξαν κι όσα χτίστηκαν από πάνω και μ’ έπιασε μια απελπισία. Δεν είμαι καθόλου αισιόδοξος ότι υπάρχει προοπτική επανένωσης της Κύπρου.
Ελεύθερα, 10.8.2025