Όταν η φιλοσοφία ανακαλύπτει τη φυσική τάξη του σύμπαντος και ξεκινά την αναζήτηση της αρχής των πάντων, η μυθολογία είναι ο αντίπαλος. Οι αρχαίοι έλληνες φιλόσοφοι δεν αργούν να στραφούν εναντίον όλων όσοι δίδαξαν μια διαστρεβλωμένη εικόνα του κόσμου. Ο μύθος, ως πηγή γνώσης, απορρίπτεται συλλήβδην και οι φιλόσοφοι καταγγέλλουν τους κοσμογονιστές. Πρώτος ο Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος κατηγορεί τον Όμηρο και τον Ησίοδο: «Ο Όμηρος και ο Ησίοδος απέδωσαν στους θεούς όλα εκείνα που σχετίζονται με τις κατηγορίες και επικρίσεις μεταξύ των ανθρώπων: την κλοπή, την μοιχεία και την αμοιβαία εξαπάτηση» (απ. 11). Λίγο αργότερα, ο Εφέσιος Ηράκλειτος, οργισμένος, θα ζητήσει την τιμωρία των ποιητών, του Ομήρου και του Αρχιλόχου: «Τον Όμηρο αξίζει να τον πετάξουν έξω από τους αγώνες και να τον ραπίσουν και το ίδιο και τον Αρχίλοχο», διατείνεται.

Η διαμάχη μεταξύ ποίησης και φιλοσοφίας έχει μακρά ιστορία, μαρτυρεί ο Πλάτωνας στην Πολιτεία (ὅτι παλαιὰ μέν τις διαφορὰ φιλοσοφίᾳ τε καὶ ποιητικῇ, 607b). Για τον ίδιο, η ποίηση, ως «μίμηση μιμήσεως» (εφόσον αναπαριστά τον αισθητό κόσμο που αποτελεί μίμηση του κόσμου των Ιδεών), απέχει πολύ από την αλήθεια. Όχι απλώς δεν εξυπηρετεί τους σκοπούς της ιδανικής πλατωνικής πολιτείας, αλλά επιπλέον βλάπτει αυτούς που την ακούν (τοῖς γε ἀκούουσιν βλαβερά), καθώς μιμούνται τις συμπεριφορές που περιγράφονται. 

Μπορεί ο Όμηρος να ανέθρεψε τις γενιές των Ελλήνων (ὡς τὴν Ἑλλάδα πεπαίδευκεν οὗτος ὁ ποιητὴς, 606e), μπορεί να είναι ο μεγαλύτερος των ποιητών και των τραγικών, αλλά στην ουτοπική πολιτεία θα επιτρέπονται μόνο ύμνοι προς τους θεούς και εγκώμια για τους σπουδαίους άντρες. Ωστόσο, ο Πλάτωνας δεν μπορεί παρά να παραδεχτεί την αισθητική απόλαυση της ομηρικής ποίησης, με αποτέλεσμα (στο δέκατο και τελευταίο βιβλίο της Πολιτείας) να καταλήγει σε έναν συμβιβασμό. Η ποίηση μπορεί να επιστρέψει στην ιδανική πλατωνική Πολιτεία αρκεί να αποδείξει ότι δεν είναι μόνο ευχάριστη αλλά και ωφέλιμη. Αυτό μπορεί να συμβεί με την απολογία της: «Είναι δίκαιο λοιπόν να της επιτρέψουμε να γυρίσει από την εξορία, αφού απολογηθεί με κανένα λυρικό ή κάποιο άλλο ποίημα;

Οπωσδήποτε.

Θα μπορούσαμε βέβαια να επιτρέψουμε και στους προστάτες της, όσοι δεν είναι ποιητές αλλά αγαπούν την ποίηση (ὅσοι μὴ ποιητικοί, φιλοποιηταὶ δε) να την υπερασπιστούν, όχι έμμετρα, ώστε να φανεί ότι δεν είναι μόνο ευχάριστη αλλά και ωφέλιμη για τις πολιτείες και για τον ανθρώπινο βίο. Και εμείς θα τους ακούσουμε με προσήνεια. Γιατί θα έχουμε κέρδος αν φανεί, όχι μόνο ευχάριστη αλλά και ωφέλιμη». Πλάτωνας, Πολιτεία 607d-e

Ο Αριστοτέλης αποβαίνει ο «προστάτης της ποίησης» που αναζητά ο Πλάτωνας. Ο συγγραφέας της Ποιητικής, της πρώτης θεωρητικής μελέτης για την ποίηση, αναλύει την ποίηση στα συστατικά της, την ερευνά ενδελεχώς και την επανατοποθετεί στο βάθρο της. Η ποιητική τέχνη δείχνει να διεκδικεί το δικό μερίδιό της στην αλήθεια, κατά τον Αριστοτέλη, και τελικά ανακηρύσσεται ανώτερη από την Ιστορία: «Γι΄ αυτό και η ποίηση είναι πιο φιλοσοφική και πιο σπουδαία από την Ιστορία (διὸ καὶ φιλοσοφώτερον καὶ σπουδαιότερον ποίησις ἱστορίας ἐστίν). Η μεν ποίηση μιλάει περισσότερο για καθολικές καταστάσεις (καθόλου), η δε Ιστορία μιλάει για ατομικές περιπτώσεις (καθ᾽ ἕκαστον)». Αριστοτέλης, Ποιητική 1451a-b

Ο Όμηρος αποδεικνύεται ο αγαπημένος του ποιητής (από τους Επικούς), όπως και ο Σοφοκλής (από τους Τραγικούς). Ο φιλόσοφος σε ολόκληρο το έργο παρεμβάλλει χωρία που φαίνεται ότι γνώριζε από μνήμης. Ο Όμηρος είναι πάντοτε το υπόδειγμα. «Είναι θεσπέσιος, έκανε σπουδαία έργα, είναι άξιος να επαινείται», είναι λίγοι από τους χαρακτηρισμούς με τους οποίους ο συγγραφέας εκφράζει τον ειλικρινή θαυμασμό του για τον πρώτο ποιητή. Δεν παραλείπει ωστόσο να απαντήσει στον δάσκαλό του, Πλάτωνα. Για τον Αριστοτέλη, η λειτουργία της ποίησης υπερβαίνει κατά πολύ την εκπαίδευση και τη διαμόρφωση του ήθους: «Σε σχέση με αυτά, η ορθότητα της πολιτικής δεν είναι η ίδια με της ποιητικής τέχνης (οὐχ ἡ αὐτὴ ὀρθότης ἐστὶν τῆς πολιτικῆς καὶ τῆς ποιητικῆς) ούτε καμιάς άλλης επιστήμης η ορθότητα ανήκει στην ποιητική τέχνη». Αριστοτέλης, Ποιητική 1460b

Στο ζήτημα της «πολιτικής ορθότητας» του Ομήρου ο Αριστοτέλης παίρνει σαφώς θέση. Ο Όμηρος δεν χρειάζεται περαιτέρω υπεράσπιση. Το κριτήριο του χρόνου έχει καταστήσει το έργο του κλασικό. Η συζήτηση όμως για τους σκοπούς της τέχνης συνεχίζεται. Και η πολιτική ορθότητα εμφανίζεται συχνά στον ρόλο του κριτή.

*Η δρ. Έλσα Νικολαΐδου είναι συγγραφέας του βιβλίου Φιλοσοφία για όλους (Γιατί να διαβάζουμε τους αρχαίους φιλοσόφους;), Μεταίχμιο, 2022 

philosophy.elsanicolaidou@gmail.com