Την τελευταία περίοδο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, επαναλαμβάνει σε πόσο άδικο κόσμο ζούμε. Κόσμο των συμφερόντων, των δυο μέτρων και των δυο σταθμών. Γι’ αυτό και αναφέρει πως «εκείνο που απαιτείται είναι να συνειδητοποιήσει η Τουρκία ότι δεν μπορεί να μην έχει κόστος όταν απειλεί ευρωπαϊκές χώρες». Πώς θα προκληθεί, όμως, κόστος στην Τουρκία, με την πολιτική που ακολουθείται; Πώς μπορεί η Τουρκία να βρεθεί προ διλημμάτων, όταν -ανεξαρτήτως από τη ρητορική που υιοθετείται από Αθήνα και Λευκωσία- εφαρμόζεται πολιτική κατευνασμού; Να εκφράζονται παράπονα, να κατηγορούνται οι τρίτοι για τη στάση τους, είναι πολιτικά ανέξοδο. Και πρωτίστως φορτώνονται οι ευθύνες στους άλλους, που δεν μπορεί να είναι βασιλικότεροι του βασιλέως. 

Η Λευκωσία είχε υιοθετήσει την πολιτική των κυρώσεων, η οποία ωστόσο εγκαταλείφθηκε υπέρ αυτής των ΜΟΕ. Μπορεί στη χρονική στιγμή, κατά την οποία προβλήθηκε η πολιτική αυτή να μην είχε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Καθορίσθηκε, όμως, ένα πλαίσιο στο οποίο αναλόγως των εξελίξεων θα μπορούσαν να ενισχυόταν. Τότε, που υπήρξε αλλαγή πολιτικής, ο νέος υπουργός Εξωτερικών, αποφάσισε να στείλει και «πρεσβεία» στις Βρυξέλλες για να αλλάξει το κλίμα, το οποίο θεωρούσε ότι…  κατέστρεψε ο προκάτοχός του! 

Όταν δε, η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία και με αστραπιαίες κινήσεις η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε κυρώσεις κατά της Μόσχας, στη Λευκωσία επέμεναν στα ΜΟΕ. Κρατούσαν τα εξαπτέρυγα και ζητούσαν Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Έβρεχε κυρώσεις κι αυτοί κρατούσαν ομπρέλα. Και δεν είναι μόνο αυτό. Στήριζαν τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, που εισέβαλε στην Ουκρανία και δεν διεκδικούσαν το ίδιο και για την Τουρκία. Δεν το ζήτησαν καθώς εάν το έπρατταν θα το διαφήμιζαν όπως κάνουν πάντα. Και κάτι άλλο: Από τη στιγμή, κατά την οποία θεωρούσαν ότι τα ΜΟΕ είναι η λύση για το όποιο πρόβλημα, γιατί δεν παρουσίασαν την πολιτική τους αυτή και ενώπιον των εταίρων μας στην Ε.Ε., όταν συζητείτο το Ουκρανικό; 

Στην πολιτική οι συγκυρίες δημιουργούν ευκαιρίες, οι οποίες ενδέχεται εάν δεν αξιοποιηθούν να χαθούν διά παντός. Η Άγκυρα αυτοπαρουσιάζεται ως χρήσιμη, αναλαμβάνει διαμεσολαβητικό ρόλο στο Ουκρανικό, ενώ τόσο στην Ουάσινγκτον όσο και στις Βρυξέλλες, γνωρίζουν πως ο Ερντογάν το παίζει διπλοπόρτι. Αυτή η συγκυρία, μπορεί να φαντάζει ευνοϊκή για την κατοχική δύναμη, αλλά τούτο δεν στερεί από την Αθήνα και τη Λευκωσία από το να θέσουν την τουρκική συμπεριφορά (αυτό το πράττουν) και να ζητήσουν κυρώσεις κατά του καθεστώτος της Άγκυρας. Το γενικότερο κλίμα ως προς την αντιμετώπιση κρατών που παρανομούν, τα οποία είναι επιθετικά, επεκτατικά, κατοχικά ευνοεί την προώθηση της πολιτικής των κυρώσεων. 

Αντί αυτού, με τη συναίνεση της Αθήνας και της Λευκωσίας, είχε προσκληθεί, για παράδειγμα, πρόσφατα στη Διάσκεψη της Πράγας ο Ερντογάν, επειδή το ήθελαν Βερολίνο και Παρίσι. Και τι προέκυψε; Μια χειραψία, στα πλαίσια του… πολιτικού πολιτισμού, Αναστασιάδη και Ερντογάν. Μια καταγγελτική κατά Τουρκίας ομιλία Μητσοτάκη στη διάρκεια της Διάσκεψης. Και ο Ερντογάν κατάλαβε από την παρουσία του στην Πράγα πως οι διεθνείς εξελίξεις αποκαλύπτουν ότι «η Τουρκία είναι απαραίτητη για την Ευρωπαϊκή Ένωση» και κάλεσε την Ε.Ε. να… πείσει την Αθήνα να προσέλθει σε συνομιλίες!!!

Αντί, λοιπόν, να τα έχει η Λευκωσία με την υποκρισία των τρίτων και ισχυρών, θα ήταν καλύτερα να επανεξετάσει τις πολιτικές της, οι οποίες είναι αδιέξοδες. Επιμένει για χρόνια σε ξεπερασμένες συνταγές, όπως είναι το υπό συζήτηση μοντέλο λύσης, που συνιστά μορφή νομιμοποίησης των κατοχικών δεδομένων και τα ΜΟΕ. Αντί λοιπόν να τα έχει ο Πρόεδρος με τους τρίτους, να θυμώνει μαζί τους, θα πρέπει να σταματήσει να ενισχύει το αφήγημά τους. Γιατί η εμμονή στα ΜΟΕ, στις τεχνικές επιτροπές, ενισχύει το αφήγημα της «κυριαρχικής ισότητας».