Οι απορίες για το τι γίνεται στη Μέση Ανατολή είναι αυτή τη χρονική περίοδο πολύ περισσότερες από τις απαντήσεις. Για την ακρίβεια, απαντήσεις, στη λογική των συγκεκριμένων και ξεκάθαρων, δεν υπάρχουν ακόμα. Πρόκειται για υποθέσεις, λογικοφανείς στην καλύτερη περίπτωση. 

Αυτό ξεκινά και καταλήγει στον Ντόναλντ Τραμπ την πολιτική του οποίου όλοι προσπαθούν να καταλάβουν, ελπίζοντας ότι και ο ίδιος την αντιλαμβάνεται.

Στο επίκεντρο της προσοχής όλων βρίσκεται η περιοδεία του Προέδρου των ΗΠΑ στον Κόλπο και ειδικά το κομμάτι της επίσκεψης στη Σαουδική Αραβία. Θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για μια αμερικανική απόβαση στο Βασίλειο αφού η αντιπροσωπεία Τραμπ θα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και… δεκαπέντε υπουργούς της κυβέρνησης αλλά και δεκάδες “bigwigs”, εξαιρετικά σημαίνοντα πρόσωπα, της επιχειρηματικής ζωής των ΗΠΑ σε όλους τους τομείς.

Μέσω αυτής της επίσκεψης, οι πάντες προσπαθούν να ερμηνεύσουν τις προθέσεις Τραμπ και το τι μπορεί να ακολουθήσει. Επίσης, είναι και τα όσα προηγήθηκαν και προκάλεσαν έκπληξη, όπως λ.χ. η απόφαση του αμερικανού Προέδρου να σταματήσει τους βομβαρδισμούς στην Υεμένη σε μια άτυπη συμφωνία με τους Χούθι μέσω του Ομάν. Μια συμφωνία η οποία όμως δεν περιελάμβανε τη μη επίθεση ενάντια στο Ισραήλ, εξού και η σημερινή εκτόξευση πυραύλου από την Υεμένη η οποία ανακόπηκε από το εβραϊκό κράτος.

Την ίδια ώρα, πληροφορίες περί δυσφορίας του Τραμπ με τον Νετανιάχου έκαναν τη εμφάνισή τους και πάλι, μόνο που αυτή τη φορά μιλούν για ρήξη του Λευκού Οίκου με τον ισραηλινό Πρωθυπουργό. Ο νέος Πρέσβης των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ Μάικ Χάκαμπι το διέψευσε, ανακοινώνοντας παράλληλα ότι οι ΗΠΑ προχωρούν στην εφαρμογή σχεδίου για τη μεταφορά βοήθειας στη Γάζα στο οποίο δεν εμπλέκεται το Ισραήλ, κάτι που πολλοί ερμήνευσαν ως μέρος της «ρήξης». Ωστόσο, από τη μία, το Ισραήλ δεν είχε ούτε και πριν ιδιαίτερη σχέση με τη μεταφορά και καμία με τη διανομή της βοήθειας και από την άλλη, ο Χάκαμπι άφησε να νοηθεί ότι το Ισραήλ είναι ενήμερο για την επιχείρηση και θα φροντίσει για την ασφάλειά της έτσι που η Χαμάς να μην κλέβει τη βοήθεια.

Η ασυνήθιστη άλλωστε προαναγγελία του Ισραήλ προ μερικών ημερών για κλιμάκωση των επιχειρήσεων κατά της Χαμάς στη Γάζα, για την οποία δεν μπορεί να μην ήταν ενήμερη η Ουάσινγκτον, εμπεριείχε τη διευκρίνιση ότι το Ισραήλ θα κινηθεί μετά την επίσκεψη Τραμπ στην περιοχή. Δεν ελέχθη πότε μετά, όμως. 

Το Ισραήλ φέρεται επίσης να ζήτησε τις προάλλες, μέσω του Ρον Ντέρμερ υπουργού Στρατηγικών Υποθέσεων του Ισραήλ και προσωπικού φίλου του Τραμπ ο οποίος είχε πάει στην Ουάσινγκτον για συντονισμό ενόψει της περιοδείας του αμερικανού Προέδρου, την συμπερίληψη του εβραϊκού κράτους στο ταξίδι του Προέδρου των ΗΠΑ στον Κόλπο. Ως τέτοιο, το γεγονός αυτό δεν επιβεβαιώθηκε αλλά ο Λευκός Οίκος σχολίασε ότι δεν συντρέχει λόγος για επίσκεψη Τραμπ στο Ισραήλ αυτή την ώρα. Όντως αυτό έγινε; Και γιατί το Ισραήλ να ζητήσει την τελευταία στιγμή σταθμό του Τραμπ όταν γνώριζε ότι κανέναν, ούτε το ίδιο, δεν το συνέφερε; 

Συν τοις άλλοις, υπάρχει και η προαναγγελία Τραμπ για μια «πολύ σημαντική ανακοίνωση» την οποία θα κάνει ενόψει του ταξιδιού και η εξέλιξη περιπλέκει τα πράγματα ακόμα περισσότερο. Η νέα αμερικανική κυβέρνηση φαίνεται πως αποσύνδεσε την απαίτηση της κυβέρνησης Μπάιντεν η Σαουδική Αραβία να προχωρήσει στη σύναψη σχέσεων με το Ισραήλ προκειμένου οι ΗΠΑ να βοηθήσουν το Ριάντ να αποκτήσει πυρηνική τεχνολογία για ειρηνικούς σκοπούς. 

Και αυτό οδήγησε σε σενάρια περί «ρήξης» των ΗΠΑ με το Ισραήλ. Το Ισραήλ δεν φοβάται τόσο την απόκτηση τέτοιας τεχνολογίας η οποία όλοι ξέρουν πως δυνητικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για πολεμικούς λόγους από τους Σαουδάραβες και ούτε και αντιτίθεται ξεκάθαρα. Φοβάται πως με την εξέλιξη, πρώτον θα καθυστερήσει τη εξομάλυνση και δεύτερον θα ξεκινήσει μια κούρσα εξοπλισμών στην περιοχή η οποία θα είναι μεν μια θαυμάσια εξέλιξη για την πολεμική βιομηχανία των ΗΠΑ, πλην όμως, θα είναι υποχρεωμένο και το ίδιο να την ακολουθήσει. Αυτό εγκυμονεί κινδύνους και για την περιοχή ευρύτερα αφού η Τουρκία και η Αίγυπτος οι οποίες επίσης θέλουν να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση, την προοπτική απόκτησης πυρηνικών όπλων, δεν θα χαρούν καθόλου από μια τέτοια «πρωτιά» των Σαουδαράβων.

Τι συμβαίνει λοιπόν; Είναι πραγματική η «ρήξη» και εάν ναι, πόσο θα κρατήσει; Μήπως πάλι είναι κάτι που Ιερουσαλήμ και Ουάσινγκτον έχουν συζητήσει και είναι όλα μέρος μιας κοινής στρατηγικής τους για άλλη μια φορά; 

Άλλωστε, η απόφαση για την Υεμένη και η «συμφωνία» με τους Χούθι φαίνεται ολοένα και περισσότερο ότι λήφθηκε για να διευκολυνθεί η Σαουδική Αραβία η οποία αν και βρίσκεται σε πόλεμο και η ίδια με τον εντολοδόχο του Ιράν στην Υεμένη, δεν θα ήθελε να φανεί ότι συμπλέει απόλυτα με τις ΗΠΑ, πολύ δε λιγότερο με έναν άξονα ΗΠΑ – Ισραήλ για το ζήτημα αυτό. Το ίδιο σενάριο λέει πως και ο Τραμπ κρατά όσο μεγαλύτερη απόσταση από το Ισραήλ μπορεί προκειμένου να πάνε όσο καλύτερα γίνεται «οι δουλειές» των ΗΠΑ με τους Άραβες του Κόλπου οι οποίοι, το μόνο βέβαιο, είναι πως θα έχουν έναν «άλλο» Τραμπ σε «ρήξη» με τον Νετανιάχου ενώπιόν τους. Θα ξέρουν τι συμβαίνει, φυσικά. Απλώς θα μπορέσουν επικοινωνιακά να το διαχειριστούν καλύτερα, ο δε Τραμπ να δεχθεί λιγότερες πιέσεις για την πολιτική Νετανιάχου αφού θα είναι… σε ρήξη.

Τώρα, όσον αφορά το Ιράν, εκεί τα πράγματα ζορίζουν αφού αν και οι συνομιλίες του καθεστώτος της Τεχεράνης με τις ΗΠΑ δεν πάνε καθόλου καλά, ειδικά και μετά τον ισχυρισμό -με συγκεκριμένα στοιχεία- Ιρανών αντικαθεστωτικών ότι το Ιράν διατηρεί μυστικό εργοστάσιο ώστε να προχωρήσει στη δημιουργία πυρηνικών όπλων χωρίς να το αντιληφθεί κανείς, η πυρηνική εξέλιξη με τους Σαουδάραβες μπορεί να περιπλέξει τα πράγματα ακόμα περισσότερο. 

Όσο οι μέρες πλησιάζουν, οι προσδοκίες ότι οι απορίες θα απαντηθούν, αυξάνονται. Μαζί τους όμως πληθαίνουν και οι φόβοι ότι μπορεί να αντί απαντήσεων να βρεθούμε μπροστά σε νέα ερωτήματα. Η δε απορία για την ύπαρξη συνοχής στην πολιτική Τραμπ παραμένει και εκείνη εκεί. Και τρομάζει. Πολλούς.