Η συζήτηση γύρω από την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών στην Κύπρο, έχει και κάποιες άλλες βασικές παραμέτρους, οι οποίες θα πρέπει να προσεχθούν.
Εκείνο που κανένας πλέον δεν μπορεί να αμφισβητεί είναι ότι το ισχύον σύστημα έχει εδώ και χρόνια οδηγηθεί σ’ ένα τέλμα και σε μια αδιέξοδη κατάσταση. Αντικατοπτρίζοντας σ’ αυτή τη διάσταση τις βαθύτερες παθογένειες που μας προσβάλλουν ως πρόσωπα, ως κοινωνία, ως πολιτεία, ως γενικότερη κουλτούρα: αδιαφάνεια, αναξιοκρατία, ημετεροκρατία. Παρείσφρησαν αυτά και πολλά άλλα – ων ουκ έστιν αριθμός – για να προάγεται η βολικότητα και να ξεπαστρεύεται η αντικειμενικότητα, με αποτέλεσμα η αίσθηση λειτουργίας ενός δίκαιου συστήματος να καταντά είδος πολυτελείας. Γενικά, η αδυναμία του συστήματος αξιολόγησης να λειτουργήσει ως εργαλείο βελτίωσης, έχει υπονομεύσει την ίδια την έννοια της αξιολόγησης. Η υπερβολική γραφειοκρατία, η υποκειμενικότητα και η έλλειψη συνέχειας και διαφάνειας, έχουν αφήσει το όλο σύστημα όχι μόνο να είναι αναποτελεσματικό, αλλά και έκπτωτο στη συνείδηση των ίδιων των εκπαιδευτικών. Ο φόβος, η καχυποψία και η αίσθηση αδικίας πλειοδοτούν, με αποτέλεσμα η αξιολόγηση ν’ αντιμετωπίζεται περισσότερο ως απειλή και λιγότερο ως ευκαιρία ανάπτυξης.
Και βέβαια σ’ αυτή την περίπτωση, η εκτροπή δεν οφείλεται τόσο στο ίδιο το σύστημα, το οποίο ούτως ή άλλως χρήζει εκσυγχρονισμού λόγω του πεπερασμένου του, όσο στο πώς αυτό τυγχάνει εφαρμογής. Και θα πρέπει εδώ να ομολογήσουμε ότι μετά από την οποιαδήποτε αλλαγή ή μεταρρύθμιση, το πρώτο που ψάχνουμε είναι τρύπες και παράθυρα για να το φέρνουμε στα μέτρα μας. Είναι βέβαια κι αυτό μια ικανότητα. Με αποτέλεσμα οι επανειλημμένες προσπάθειες μεταρρυθμίσεων και αλλαγών, είτε μένουν στα χαρτιά, είτε εφαρμόζονται αποσπασματικά, είτε ακόμα χειρότερα και το τελειότερο σύστημα που θα μπορούσε να προκύψει, στα χέρια μας υποφέρει και αναστενάζει… Και αυτό μπορεί ν’ αντικρίζεται ως ένα ιδιαίτερο προσόν.
Ασφαλής η θέση ότι δεν είναι μόνο τα συστήματα που χρήζουν αλλαγών, αλλά κυρίως νοοτροπίες και αγκυλώσεις, που μας κρατούν όμηρους πλειάδας παθογενειών. Το τελευταίο που πολλές φορές προσέχουμε είναι κατά πόσο μπορούμε ειλικρινά να πετύχουμε τη διατήρηση τέτοιων πλαισίων που να διασφαλίζουν την ποιότητα της εκπαίδευσης, στην προκειμένη περίπτωση. Κατά τρόπο που να στηρίζεται η λειτουργία σύγχρονων και αποτελεσματικών σχολείων και να διασφαλίζεται η ποιότητα της εκπαίδευσης, με την κατάλληλη επαγγελματική ανάπτυξη και των εκπαιδευτικών, που πρέπει να είναι πρώτα λειτουργοί-παιδαγωγοί και μετά επαγγελματίες ή να συνταιριάζουν τόσο αρμονικά τα δύο.
Πέραν, λοιπόν, των αρχών που προβάλλονται για τη λειτουργία ενός σύγχρονου συστήματος αξιολόγησης και των ορθών πλαισίων που να τη διέπουν, σε φάση αδιαπραγμάτευτων πυλώνων και αρχών, η επιτυχής εφαρμογή του προϋποθέτει οπωσδήποτε και αλλαγή κουλτούρας. Μια οφειλή είναι η διασφάλιση ότι δεν θα επαναληφθούν ολέθρια λάθη του παρελθόντος, όπως το φαινόμενο της αξιολόγησης να μετατρέπεται με τόση ευκολία σε εργαλείο ελέγχου, παραγνώρισης και, σε αρκετές περιπτώσεις, εξυπηρέτησης σκοπιμοτήτων. Η επιτυχία ενός τόσο σημαντικού συστήματος, αποβαίνει τελικά σ’ ένα μεγάλο παιδαγωγικό στοίχημα, το οποίο σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται να είναι χαμένο.