Η ευθανασία και η υποκρισία.

Το πιο ενοχλητικό από όσα ειπώθηκαν κατά τη συζήτηση του θέματος της ευθανασίας στη Βουλή, είναι το ότι όλοι σχεδόν, στις τοποθετήσεις τους, μετατρέπουν το ιδιωτικό σε δημόσια υπόθεση. Η προσωπική πίστη και πεποιθήσεις, όπως το δικαίωμα στον θάνατο, στο πώς θα φύγει κάποιος από τη ζωή, δεν είναι παρά αναπόσπαστο μέρος της ζωής του – και απολύτως ιδιωτικό θέμα. Είναι επίσης βασικό συστατικό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, η οποία ανήκει στα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Δεν είμαι διατεθειμένος να επιτρέψω σε κανέναν, ειδικά σε μια ομάδα ατόμων που έχουν τα δικά τους προσωπικά κίνητρα (τη διατήρηση της εξουσίας με το «καλόπιασμα» κάποιων κοινωνικών ομάδων ψηφοφόρων, την επιρροή της Εκκλησίας στους πιστούς ή τις προσωπικές εμμονές τους) να αποφασίσουν για ένα θέμα που αφορά μόνο εμένα, και μάλιστα αντίθετα με τη θέλησή μου.

Ακόμα πιο ενοχλητική, στα όρια του χυδαίου, είναι η υποκριτική προσπάθεια να συνδέσουν το θέμα της ευθανασίας με την ανακουφιστική φροντίδα των ανίατων ασθενών: Η μόνη σχέση μεταξύ τους είναι ότι η δεύτερη, ένα καθαρά δημόσιο ζήτημα και κρατική υποχρέωση, έχει αφεθεί κατά εγκληματικό τρόπο μέχρι σήμερα στη φιλανθρωπία ιδιωτών και αφορά μόνο καρκινοπαθείς σε τελικό στάδιο, ενώ αντιθέτως, το ιδιωτικό ζήτημα του ιατρικώς υποβοηθούμενου θανάτου υπό προϋποθέσεις, από προσωπική απόφαση μετατρέπεται σε δημόσια, στην οποία έχουν λόγο και αποφασίζουν οι πάντες εκτός από τους ενδιαφερόμενους. Η βουλευτής Ειρήνη Χαραλαμπίδου είναι πολύ γενναία που τόλμησε να φέρει πρόταση για την ευθανασία στην Βουλή, παρόλο που υποχώρησε ώστε να δώσει την ευκαιρία να ολοκληρωθεί πρώτα η ψήφιση του νόμου για την ανακουφιστική φροντίδα – αν και ο ιατρικώς υποβοηθούμενος θάνατος είναι αναπόσπαστο μέρος της.

Αξίζει να δούμε κάποιες από τις απόψεις που εκφράστηκαν στην επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Βουλής: ΔΗΣΥ και ΔΗΚΟ τάχθηκαν κατά, προτάσσοντας τη θέσπιση δημόσιων δομών και υπηρεσιών ανακούφισης, το ίδιο και ο εκπρόσωπος των ασθενών, ενώ το ΑΚΕΛ κρύφτηκε. Ο υπουργός Υγείας χαρακτήρισε «πρόωρη και κοινωνικά ανισόρροπη την ψήφιση νόμου για ευθανασία» (αυτό το «ανισόρροπη» με προκαλεί να πω κάτι χοντρό, αλλά δεν θα ευτελίσω το θέμα). Η Εκκλησία διά του εκπροσώπου της ήταν αντίθετη, όπως ήδη γνωρίζαμε, θεωρώντας ότι δικαιωματικά μπορεί να παρεμβαίνει «για το καλό της κοινωνίας», όπως η ίδια το αντιλαμβάνεται. Για το καλό των ασθενών νοιάζονται επίσης ο Δικηγορικός Σύλλογος και η Νομική Υπηρεσία, υποστηρίζοντας ότι στον Χάρτη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων «δεν κατοχυρώνεται δικαίωμα στον θάνατο αλλά δικαίωμα στη ζωή», αν και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έδωσε το δικαίωμα στα κράτη να πράττουν κατά βούληση.

Η επίκληση μιας δημοσκόπησης είναι άλλο ένα στοιχείο που αντιμετωπίζει ένα ιδιωτικό θέμα ως δημόσιο. Ακόμα κι ο εκπρόσωπος των ασθενών παραβλέπει ότι η απόφαση ευθανασίας είναι προσωπική, επομένως δεν έχει το δικαίωμα να προεξοφλεί το ότι όλοι οι ασθενείς έχουν την ίδια άποψη επί τούτου. Η πιο ενδιαφέρουσα τοποθέτηση ήταν του δημοσιογράφου Γιώργου Παυλίδη, εκπροσώπου της Κίνησης υπέρ της Ευθανασίας, ο οποίος διευκρίνισε ότι η υποβοηθούμενη ευθανασία δεν αφορά όλους τους ασθενείς: «Αφορά τις περιπτώσεις οδυνηρού τέλους, και δεν αντιλαμβάνομαι γιατί μιλάμε για το αν υπάρχει κατοχυρωμένο δικαίωμα ή όχι. Ο κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια και η πολιτεία οφείλει να δώσει στον πολίτη το δικαίωμα της διαχείρισης του σώματός του».

Ακόμα κι έτσι, βεβαίως, η πολιτεία δεν δικαιούται να αποφασίζει για όλα όσα αφορούν τους πολίτες, ούτε να προεξοφλεί, όπως η Εκκλησία, ποιο είναι το καλό τους σε προσωπικά θέματα, όπως στο πώς θα ζήσουν και πώς θα πεθάνουν. Ο Γιάννης Μηλιώκας το είχε διατυπώσει πολύ καθαρά από το 1986: «Για το καλό μου, για το καλό μου/ έχει μουδιάσει το κορμί και το μυαλό μου/ ενέσεις, χάπια, ηλεκτροσόκ, για το καλό μου/ σήμερα πήρανε νεκρό τον διπλανό μου/ ενώ παλεύω για να βρω τον εαυτό μου/ κι έχω κρυμμένο τον σουγιά/ για το καλό μου»

chrarv@philelefheros.com                                                                        

MINORITY REPORT, 08.06.2025