Ιδού που οι λόγοι παύσης της Ντόριας Βαρωσιώτου δεν είναι άλλοι από αυτούς που το ένστικτο της κοινής γνώμης αντιλήφθηκε από την πρώτη στιγμή.
Δόθηκε στη δημοσιότητα από τον δικηγόρο της, Αχιλλέα Δημητριάδη, η απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου. Την διαβάσαμε με προσοχή. Πολύ αριστοτεχνικά τα επιχειρήματα και οι νομικές αναφορές, δικαιολογούν (πρωτόδικα – το λέμε καταχρηστικά) την μη νομιμοποίησή της. Αλλά η γενική εικόνα που εισπράττουμε είναι ότι η Ντόρια Βαρωσιώτου είχε αυτόνομη γνώμη και την υπερασπιζόταν. Άρα κρίθηκε ως αντιδραστική και ανυπάκουη.
Διαβάζοντας την απόφαση ήρθε στη σκέψη μου η δήλωση που έκανε ο Χρήστος Κληρίδης, έμπειρος νομικός και τέως πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου, σχολιάζοντας την παύση. «Θέλουμε δικαστές αδιάφθορους, τίμιους, και ακέραιους που έχουν το θάρρος της γνώμης τους» και «κανένας δικαστής δεν πρέπει να τιμωρείται για τις αποφάσεις του».
Φαίνεται, λοιπόν, ότι η Βαρωσιώτου τιμωρήθηκε για αποφάσεις της, αλλά και γιατί είχε το θάρρος της γνώμης της. Πόσο αδιάφθορη, τίμια και ακέραιη είναι δεν το γνωρίζω, πάντως στην απόφαση του Δικαστικού Συμβουλίου δεν υπάρχει καμιά αναφορά που αμφισβητεί αυτά τα χαρακτηριστικά. Κυρίαρχα είναι δύο ζητήματα που θεωρούνται σφάλματα καθοσιώσεως. Το ότι δεν επέτρεψε στον Πανίκο Σταυριανό να καταθέσει στην θανατική ανάκριση για τον Θανάση Νικολάου και ο τρόπος που χειρίστηκε τις υποδείξεις που τις έκανε ο πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου για δύο άλλες θανατικές ανακρίσεις.
Για τη δεύτερη περίπτωση, αναφέρεται στην απόφαση ότι δρομολόγησε διαδικασίες που δεν προβλέπονται και με αυτό «αποκαλύπτεται ότι πραγματικός της σκοπός» ήταν «να δημοσιοποιήσει την προσέγγιση του Προέδρου, όπως την αντιλήφθηκε, για να αναδείξει ότι η ίδια είχε δίκαιο και ότι ο Πρόεδρος είχε ενεργήσει εσφαλμένα, ακόμη και αθέμιτα».
Αν δεν προβλέπονται οι διαδικασίες που δρομολόγησε είναι σημαντικό φυσικά. Παρότι η ίδια τις δρομολόγησε με βάση κάποιες νομοθεσίες που επικαλέστηκε. Αλλά, δεχόμαστε ότι η άποψη των δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου (εδώ ως Δικαστικό Συμβούλιο) έχει περισσότερη βαρύτητα από την άποψη δικαστή σε δοκιμαστική περίοδο. Αλλά, η άποψη ότι το έκανε για να δημοσιοποιήσει την προσέγγιση του Προέδρου, πώς αποδεικνύεται; Οι δικαστές θέλουν αποδείξεις και μαρτυρίες και τεκμήρια για να αποφασίσουν, εδώ αρκεί η υποκειμενική τους γνώμη;
Το άλλο ζήτημα, με την κατάθεση του Σταυριανού, αναφέρεται ότι «σφάλματα, τέτοιας μορφής και έντασης, που αποκαλύπτουν, από μόνα τους, πέραν από ανεπάρκεια στο χειρισμό της ενώπιον της διαδικασίας, ελλιπή από μέρους της νομική κατάρτιση και αντίληψη». Αν είναι έτσι, όμως, το ερώτημα είναι άλλο. Μια τόσο σημαντική θανατική ανάκριση, που απασχολούσε όλη την Κύπρο, απασχόλησε το ΕΔΑΔ, ερευνητικές επιτροπές κ.λπ., γιατί ανατέθηκε σε μια δικαστή υπό δοκιμασία; Ποιος αποφάσισε; Έχει ευθύνη αυτός που της την ανέθεσε; Ανεπάρκεια, ελλιπή νομική κατάρτιση και αντίληψη αλλά της ανέθεσαν μια από τις πιο δύσκολες υποθέσεις! Κάτι δεν πάει καλά, όντως, αλλά αυτό αφορά τη διοίκηση των δικαστηρίων, όχι την Βαρωσιώτου.
Επί της ουσίας, όμως, δεν στηρίζεται πουθενά μια τόσο αφοριστική αναφορά. Όταν εξέδωσε την απόφασή της να μην επιτρέψει στον Σταυριανό να καταθέσει ανέγνωσε μια πολυσέλιδη απόφαση γεμάτη νομικά επιχειρήματα. Δηλαδή, δεν ήταν μια απόφαση επιπόλαια και ατεκμηρίωτη. Αναφέρθηκε στην απόφαση του ΕΔΑΔ, στον ρόλο του Σταυριανού στον οποίο το ΕΔΑΔ και οι ποινικοί ανακριτές καταλόγισαν ευθύνες, στο ότι στην τρίτη θανατική ανάκριση δεν είχε να προσθέσει τίποτα καινούργιο για λόγους που εξηγούσε λεπτομερώς.
Το Ανώτατο Δικαστήριο στο οποίο προσέφυγε ο Σταυριανός αποφάσισε ότι ήταν σφάλμα της Βαρωσιώτου να μην επιτρέψει την κατάθεσή του, αλλά αυτό δεν ανέτρεψε την ουσία της απόφασής της, που ήταν ότι ο θάνατος οφειλόταν σε στραγγαλισμό. Για πόσους άλλους δικαστές εντοπίζει σφάλματα το Ανώτατο; Γράφαμε προχτές για σοβαρότατα σφάλματα δικαστών, αλλά δεν έχει κανένας επιπτώσεις. Μόνο για τη Βαρωσιώτου χρησιμοποιήθηκε κάτι τέτοιο για να τιμωρηθεί. Είναι εντυπωσιακό!
Αναφέρονται κι άλλα από το Δικαστικό Συμβούλιο, όπως το γεγονός ότι έστειλε επιστολή (23/6/2025 – δηλαδή λίγες μέρες πριν την παύση της) και «αποδίδει στο Ανώτατο Δικαστήριο και το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο ότι διάκειται αρνητικά έναντι της λόγω του πορίσματος που είχε εκδώσει στη Θανατική Ανάκριση για τον Θανάση και της άρνησης της να εκτελέσει «την εντολή» του Διοικητικού Προέδρου». Κι αυτό θεωρείται έγκλημα καθοσιώσεως. Από πού ως πού μια δικαστής να τολμά να αποδίδει «αλλότρια κίνητρα και εκδικητικά» στους Ανώτατους Δικαστές. Το ότι είχε την τόλμη να το κάνει απευθείας στους ίδιους και όχι πίσω τους έπρεπε να εκτιμηθεί. Άλλες όμως οι αξίες των απλών πολιτών κι άλλες των δικαστών.