Στη Γενεύη τον περασμένο Μάρτη, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης εκμεταλλεύθηκε την ευκαιρία που πρόσφερε το δείπνο που παρέθεσε ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών προκειμένου να έχει μια απευθείας συνομιλία με τον Χακάν Φιντάν. Ένα τετράμηνο μετά η ιστορία επαναλαμβάνεται, αυτή τη φορά στη Νέα Υόρκη.
Μία ώρα κράτησε το τετ-α-τετ του Προέδρου της Δημοκρατίας με τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών. Μίλησαν, όπως λένε οι πληροφορίες, για τα ευρωτουρκικά και το πως η Κύπρος μπορεί να συνδράμει ώστε ο διάλογος μεταξύ της ΕΕ και της Τουρκίας να προχωρήσει.
Σίγουρα το ότι ο Νίκος Χριστοδουλίδης και ο Χακάν Φιντάν συναντήθηκαν μισή ώρα τον Μάρτη και μια ώρα τον Ιούλιο είναι μια είδηση αλλά αυτό δεν θα λύση του Κυπριακό. Δεν είπε κανείς ότι με το βρεθούν Χριστοδουλίδης και Φιντάν θα λυθεί το Κυπριακό. Ούτε και μπορεί να λυθεί επειδή ο Πρόεδρος της Κύπρου και ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας βρίσκονται περιστασιακά και κουβεντιάζουν.
Ένας απευθείας διάλογος μεταξύ του Κύπριου Προέδρου και του Τούρκου ΥΠΕΞ μπορεί να δώσει πολλά και στο Κυπριακό. Ξεκινώντας από το ότι η Τουρκία είναι που παίρνει πολλές από τις αποφάσεις για το Κυπριακό, ή για κάποιους αυτή είναι που καθορίζει την ατζέντα. Είναι η Τουρκία που αποφασίζει και για θέματα χαμηλής πολιτικής, όπως το άνοιγμα σημείων διέλευσης ή η αποναρκοθέτηση.
Αλλά και επί της ουσίας του Κυπριακού, αυτό που διδάσκει η επί δεκαετιών διαδικασία των συνομιλιών είναι πως οι αποφάσεις λαμβάνονται στην Άγκυρα και στα κατεχόμενα απλώς την εκτελούν. Ανεξαρτήτως του τι μπορεί να λέγεται δημοσίως αυτό που όλοι αντιλαμβάνονται είναι πως σε καμιά περίπτωση δεν θα βρεθεί ηγέτης της τουρκοκυπριακής κοινότητας που θα κάνει ο,τιδήποτε στο Κυπριακό το οποίο θα αντιστρατεύεται τα συμφέροντα της Τουρκίας.
Έχει λοιπόν σημασία το να μιλούν απευθείας ο Πρόεδρος της Κύπρου και ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας. Ένας διάλογος σ’ αυτό το επίπεδο μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα προς δύο κατευθύνσεις, προς την πλευρά των ευρωτουρκικών και προς την πλευρά του Κυπριακού. Όχι με μια ή δύο συναντήσεις, αλλά εάν διεξάγεται σε μια πιο τακτική βάση,
Υπάρχουν όμως και αυτοί στην ελληνοκυπριακή πλευρά που ενοχλούνται από τέτοιου είδους συναντήσεις. Γιατί θεωρούν πως όταν ο Πρόεδρος της Κύπρου συναντήσει τον Τούρκο ΥΠΕΞ παρακάμπτει τον Τουρκοκύπριο ηγέτη. Και βάση της συλλογιστικής τους αυτό δεν βοηθά τη διαδικασία!
Κάποιοι ενοχλούνται επειδή ενοχλείται η τουρκοκυπριακή πλευρά. Τώρα, βεβαίως, με τον Ερσίν Τατάρ δεν είναι τόσο έντονοι στο να φορτώνουν στην ε/κ πλευρά κακές προθέσεις γιατί επιδιώκει να μιλά απευθείας με την Άγκυρα. Όμως στο παρελθόν υπήρξαν έντονες αντιδράσεις από κάποιους επειδή κουβέντιαζαν ο Πρόεδρος της Κύπρου και ο Τούρκος ΥΠΕΞ. Και υποδείκνυαν πως είναι με τον ηγέτη των Τουρκοκυπρίων και τους ίδιους τους Τουρκοκύπριους που θα λύσει το πρόβλημα.
Θα είχαν δίκαιο εάν όντως οι αποφάσεις λαμβάνονταν από τους ίδιους τους Τουρκοκύπριους και την ηγεσία τους. Αλλά δεν είναι αυτό που συμβαίνει στην πράξη.
Σίγουρα θα υπάρξουν κι εκείνοι που θα υποστηρίξουν πως εφόσον συναντώνται ο Τούρκος ΥΠΕΞ με τον Κύπριο Πρόεδροι θα έπρεπε και ο Έλληνας ΥΠΕΞ να δει στον Ερσίν Τατάρ. Αλλά, τι άραγε μπορεί να συζητήσουν ο Τατάρ και ο Γεραπετρίτης σε σχέση με το Κυπριακό; Μήπως να του αναγνωρίσει την κυριαρχική ισότητα; Μια τέτοια συνάντηση πέραν από μια φωτογράφιση τίποτε άλλο δεν μπορεί να προσφέρει στο διάλογο.
Μια ή περισσότερες απευθείας συναντήσεις ανάμεσα στον Πρόεδρο της Κύπρου και τον Τούρκο ΥΠΕΞ μπορεί να διαφοροποιήσει τα δεδομένα και να δώσει ώθηση στο Κυπριακό. Ένας τέτοιος διάλογος θα είναι σίγουρα πιο παραγωγικός και προσφέρει την ευκαιρία να λαμβάνονται αποφάσεις.
Η διεθνής κοινότητα, ο ΟΗΕ, μπορούν να συνδράμουν προς αυτή την κατεύθυνση προωθώντας την πραγματοποίηση ανάλογων συναντήσεων. Εάν πραγματικά θέλουν να δουν τα πράγματα να κινούνται προς εμπρός και όχι απλώς να συντηρείται ένας διάλογος.