Το θέμα των ημερών παραμένει η συνάντηση Τραμπ και Πούτιν στην Αλάσκα και μετά η συνάντηση Τραμπ, Ζελένσκι και Ευρωπαίων ηγετών στον Λευκό Οίκο.
Επρόκειτο να γίνει τριμερής συνάντηση Τραμπ – Πούτιν – Ζελένσκι με πιθανό προορισμό την πρωτεύουσα της Ουγγαρίας, Βουδαπέστη (Politico, 20/08/25). Ακολούθως, δημοσιεύτηκε (CNN, 20/8/2025) ότι ναυάγησε το σχέδιο καθώς ο Πούτιν αποφεύγει να νομιμοποιήσει τον Ζελένσκι με μια κοινή παρουσία αναιρώντας το χαρακτηρισμό του ότι αυτός είναι «ανύπαρκτος» και «μαριονέτα της Δύσης»˙ γι’ αυτό δεν πρόκειται να συναντηθεί μαζί του διότι αυτό θα ισοδυναμούσε με de facto αναγνώριση. Το Κρεμλίνο επιμένει ότι η Ουκρανία πρέπει πρώτα να διεξαγάγει εκλογές και αποκαλεί τον Ζελένσκι «παράνομο».
Παρ’ όλο τούτο, ο Πούτιν μπορεί να συναινέσει σε συνάντηση εφόσον η Ουκρανία δεχτεί τις ρωσικές απαιτήσεις περί παραχώρησης εδαφών. Ο Τραμπ θα μπορούσε να πιέσει προς αυτή την κατεύθυνση˙ ήδη, δήλωσε ότι η Ουκρανία θα πρέπει να αποδεχθεί πως δεν θα ανακτήσει περιοχές όπως το Ντονμπάς, 79% του οποίου βρίσκεται υπό ρωσικό έλεγχο.
Η Μόσχα απάντησε εδραιώνοντας τη θέση της για παραχωρήσεις, εντείνοντας τη στρατιωτική πίεση σε Οδησσό και αλλού.
Με την ειρηνευτική πρωτοβουλία Τραμπ, επανέρχεται στο προσκήνιο το θέμα των εγγυήσεων ασφαλείας για την Ουκρανία. Ο ίδιος υπόσχεται αεροπορική υποστήριξη χωρίς εμπλοκή χερσαίων δυνάμεων. Όμως, προκύπτει αδυναμία του Συνασπισμού να διασφαλίσει με επαρκή στρατιωτική δύναμη την 1.000 χλμ. γραμμή μετώπου που θα απαιτούσε πάνω από 100.000 στρατιώτες.
Οι 32 αρχηγοί των Γενικών Επιτελείων του ΝΑΤΟ συνεδρίασαν σχετικά μέσω τηλεδιάσκεψης.
Όταν συμβαίνουν αυτά, προαναγγέλθηκε νέο πακέτο κυρώσεων κατά της Ρωσίας για τον επόμενο μήνα.
H UBS Τράπεζα της Ελβετίας πιστεύει ότι ειρήνη στην Ουκρανία σημαίνει επενδύσεις 500 δισ. δολαρίων, τεράστιες οικονομικές ευκαιρίες και φθηνότερη ενέργεια. Η ανοικοδόμηση της Ουκρανίας θα μπορούσε να κινητοποιήσει επενδύσεις 524 δισ. δολαρίων μέσα σε μια δεκαετία – ποσό σχεδόν τριπλάσιο του σημερινού ΑΕΠ της χώρας. Επίσης, θα επηρεαστεί η τιμή της βενζίνης. Η UBS επισημαίνει πως κάθε βήμα στην Ουκρανία επηρεάζει άμεσα τις αγορές και τη διεθνή οικονομική σταθερότητα.
Ένας πόλεμος έχει και οικονομική πτυχή.
Συμφωνήθηκε όπως η Ουκρανία αγοράσει όπλα αξίας 100 δισ. από τις ΗΠΑ, με το κόστος να πληρώνεται από την ΕΕ.
Υπενθυμίζονται οι 17 σπάνιες γαίες που παραχώρησε ο Ζελένσκι στον Τραμπ, ο οποίος θέλει να απεξαρτηθεί από την Κίνα. Τα ορυκτά αυτά είναι απαραίτητα για τα κινητά τηλέφωνα, τα ηλεκτρικά οχήματα, τα συστήματα καθοδήγησης πυραύλων και άλλες ηλεκτρονικές, βιομηχανικές και ενεργειακές εφαρμογές. Ο Τραμπ ελπίζει να πάρει πίσω μεγάλα ποσά από αυτά που δόθηκαν από τη διοίκηση Μπάιντεν στην Ουκρανία.
Η ιδέα ότι η επιδίωξη του πλούτου είναι μια βασική δύναμη που ενοποιεί τον κόσμο είναι περίπλοκη. Η οικονομική δραστηριότητα και η επιθυμία για πλούτο οδηγούν την παγκόσμια διασύνδεση (παγκοσμιοποίηση).
Στο πρωτοποριακό έργο του Σκωτσέζου οικονομολόγου και ηθικού φιλόσοφου, Άνταμ Σμιθ (Adam Smith, 1723 – 1790), που αποτελεί τη βάση των οικονομικών της ελεύθερης αγοράς, «Ο Πλούτος των Εθνών»(«The Wealth of Nations», 1776) αναπτύσσει τις έννοιες επιδίωξη ατομικού συμφέροντος και ελευθερία του εμπορίου. Εξηγεί πώς ατομικό συμφέρον και ο ανταγωνισμός μπορεί να οδηγήσει σε οικονομική ευημερία.
Πολλοί προειδοποιούσαν για πιθανή ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η οποία προκαλεί ανησυχία για το τι μέλλει γενέσθαι στον σύγχρονο, παγκοσμιοποιημένο κόσμο.
Η εισβολή και ο πόλεμος είναι σίγουρα καταδικαστέα.
Ο καθηγητής Πολιτικών Επιστημών (Πανεπιστήμιο Σικάγο), John J. Mearsheimer (https://www.youtube.com/watch?v=JrMiSQAGOS4) είχε δηλώσει ότι ευθύνεται η Δύση για την κρίση στις σχέσεις Ουκρανίας – Ρωσίας. Η Αμερική και οι σύμμαχοι της επρόκειτο να εντάξουν την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ, ένα προπύργιο στα σύνορα της Ρωσίας, η οποία ωμά ξεκαθάρισε ότι κάτι τέτοιο δεν θα γινόταν αποδεκτό. Ο καθηγητής Mearsheimer τόνισε (Ιούλιος 2015) ότι δεν υπήρχε σοβαρός λόγος που επέβαλλε την επέκταση του ΝΑΤΟ, δεν υπήρχε απειλή από τη Ρωσία ή αλλού και ότι η Ουκρανία είναι μεγάλης στρατιωτικής σημασίας για την ασφάλεια της Ρωσίας, όχι όμως για τις ΗΠΑ.
Ο Αμερικανός καθηγητής Peter Kenez, του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας (Santa Cruz), ανάφερε σε διάλεξη του (2020) (Russian History: from Lenin to Putin) ότι «… η ειρωνεία είναι ότι η Ρωσία χάνει συνεχώς έδαφος στο διεθνές προσκήνιο. Και όσο περισσότερο χάνει, η Δύση και ιδιαίτερα οι Αμερικανοί υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής, αντιλαμβάνονται τη Ρωσία ως όλο και πιο επιθετική».
Η στρατηγική της ένταξης επεδίωκε την επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς και τη μεγέθυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με οικονομική ενσωμάτωση Ουκρανίας.
Για την ιστορία, το NATO έχει επεκταθεί ανατολικά σε δυο φάσεις: Το 1999 με την Πολωνία, την Τσεχία, την Ουγγαρία και το 2004 με τις χώρες της Βαλτικής (Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία) και τις Ρουμανία και Βουλγαρία. Η Ρωσία αντέδρασε έντονα στην επέκταση (1999) αλλά, πρώτον τότε ήταν σχετικά αδύνατη και δεύτερον δεν συμπεριλαμβάνονταν μεγάλες χώρες (όπως Ουκρανία) που ήταν στα σύνορα της.
Υπόψη, ότι η Ρωσία δε δίστασε να χρησιμοποιήσει βία 4 φορές τα τελευταία χρόνια: Κόσοβο (1999), Γεωργία (2008), Ουκρανία (2014), Συρία (2015).
Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρέθηκε μπροστά σε μια πραγματικότητα που συνδυάζει οικονομικές δυσκολίες με ανησυχία περί γενικευμένων πολεμικών συγκρούσεων. Προέκυψε ενεργειακή κρίση αποτέλεσμα της μεγάλης εξάρτησης ευρωπαϊκών χωρών από τη ρωσική ενέργεια. Πώς θα αλλάξει η Ευρώπη με τον πόλεμο στην Ουκρανία; Τυχόν παραχώρηση εδαφών της Ουκρανίας θα αποτελέσει κακό προηγούμενο για την Κύπρο μας.