Ανάμεσα στα τόσα άλλα, θα πρέπει επιτέλους και να μας απασχολήσει και να μας ανησυχήσει ο πλεονασμός του «καφενειακού» λόγου σε συνεδριάσεις στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Ο άλλοτε κατεξοχήν χώρος του πολιτικού διαλόγου και της δημοκρατικής έκφρασης, μετατρέπεται συχνά σε αρένα εκτροπής, όπου ο πολιτικός πολιτισμός κατρακυλά σ’ επίπεδα πατώματος. Δυστυχώς, δεν χρειάζεται ικανότητα για να διαπιστώσει κάποιος ότι η πλειονότητα των συνεδριάσεων εκπέμπει ένα άκρατο λαϊκισμό και μια έκπτωση στον ποιοτικό λόγο που θυμίζει περισσότερο ξεπουλήματα… παρά διάλογο που αρμόζει στον θεσμό του Κοινοβουλίου.
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο η ουσία των διαφωνιών, αλλά κυρίως ο τρόπος που αυτές εκφέρονται. Εκτρέπουν από την ουσία, προάγοντας ένα άκρατο λαϊκισμό, ο οποίος εκτρέφει την ατάκα και τις εντυπώσεις και όχι τον σοβαρό, τεκμηριωμένο λόγο. Το ακόμα πιο ανησυχητικό είναι ότι μιλάμε για εκλεγμένους πολιτειακούς αξιωματούχους, των οποίων οι όποιες αποφάσεις καθορίζουν το μέλλον αυτού του τόπου. Παρατηρούμε συχνά να υιοθετείται μια ρητορική μίσους, η οποία μαρτυρεί περισσότερο εκπεσμό… Οι προσωπικές επιθέσεις και οι ύβρεις διαδέχονται με μεγάλη ευκολία τα τεκμηριωμένα επιχειρήματα. Αυτή η τοξικότητα όχι μόνο υποβαθμίζει το επίπεδο της νομοθετικής διαδικασίας, αλλά συνιστά και ντροπή για τους ίδιους τους πολίτες που εκπροσωπούνται. Και οι οποίοι επωμίζονται τεράστια ευθύνη για όσα τραγελαφικά συμβαίνουν και τα οποία καθιστούν τον χώρο θέαμα!
Ένας πολιτικός, ως εκλεγμένος εκπρόσωπος του λαού, έχει την υποχρέωση να διατηρεί ένα υψηλό δείκτη πολιτισμού και ευπρέπειας. Ο λόγος του πρέπει να είναι πρότυπο σοβαρότητας, σεβασμού και νηφαλιότητας, ακόμα και εν μέσω σφοδρής αντιπαράθεσης. Όταν βουλευτές/βουλευτίνες χρησιμοποιούν εκφράσεις που θα ήταν αδιανόητες σε σοβαρούς χώρους, όπως το Κοινοβούλιο, στέλνουν ξεκάθαρα το μήνυμα ότι η απρέπεια είναι αποδεκτή και ότι η ουσία μπορεί να καταχωνιάζεται κάτω από το χαλί της ατάκας και του show.
Η κατρακύλα στο κοινοβουλευτικό βήμα έχει άμεσο αντίκτυπο στην ίδια την κοινωνία. Όταν οι εκλεγμένοι μας λειτουργούν ως πρότυπα απρέπειας, νομιμοποιούνται παρόμοιες συμπεριφορές στο δημόσιο διάλογο, ενισχύοντας τη γενικότερη απαξίωση της πολιτικής. Οι πολίτες γίνονται μάρτυρες ενός θεάτρου του παραλόγου, όπου η σοβαρότητα των θεμάτων επισκιάζεται από την ποιότητα του «καφενειακού» διαλόγου. Και μιλάμε για ένα καθημερινό σχεδόν φαινόμενο που εξελίσσεται σε κανονικότητα…
Η απαίτηση για ποιοτικό πολιτικό πολιτισμό είναι αδιαπραγμάτευτη. Πόσο μάλλον σ’ ένα τόπο που αγωνίζεται για την επιβίωσή του. Είναι καιρός ν’ αντιληφθούν οι πάντες που σπεύδουν για κατάληψη εξουσιών, ότι η θέση τους απαιτεί πρωτίστως σεβασμό στον θεσμό, στους συναδέλφους και, πάνω απ’ όλα, στους πολίτες. Ο πολιτικός λόγος θα πρέπει να γίνει και πάλι εργαλείο διαλόγου και σύνθεσης και όχι μέσο διχόνοιας και εμπάθειας. Διότι, όπως εύστοχα έχει λεχθεί, ο τρόπος που μιλάμε αντικατοπτρίζει και το επίπεδο του πολιτισμού μας. Και σ’ αυτό το μάθημα, ως Βουλή, παραμένουμε δυστυχώς απροβίβαστοι.