Αρχές του περασμένου Ιουλίου, 28 βουλευτές ψήφισαν ένα νόμο για τις διαδηλώσεις, ο οποίος το λιγότερο που μπορούσε να πει κάποιος είναι ότι περιόριζε στοιχειώδη δημοκρατικά δικαιώματα των πολιτών. Τότε, τα κόμματα (ΔΗΣΥ, ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ, ΕΛΑΜ, ΔΗΠΑ) που τον ψήφισαν, προσπάθησαν με νύχια και με δόντια να δικαιολογήσουν τη στάση τους. Με παρρησία υποστηρίξαμε πως ο νόμος ήταν εξαιρετικά υπερβολικός. Έδειχνε πως η έγνοια εκείνων που συνέταξαν το νομοσχέδιο ήταν να περιορίσουν τις συγκεντρώσεις αντίδρασης των πολιτών έναντι πράξεων της εξουσίας. Κάποιοι έπεσαν να μας φάνε τότε. Πέντε μήνες μετά, όμως, και αφού μεσολάβησε το χαστούκι του ΟΑΣΕ (μετά από παρέμβαση της Ειρήνης Χαραλαμπίδου) έρχονται να τροποποιήσουν το νόμο.
Κατά τη χθεσινή συνεδρία της Επιτροπής Νομικών κατέστη σαφές ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης, η Νομική Υπηρεσία και οι βουλευτές της Επιτροπής συμφωνούν με τη συντριπτική πλειονότητα των θέσεων της Χαραλαμπίδου στην πρόταση νόμου την οποία έχει ετοιμάσει.
Ας δούμε πρώτα τι αλλάζει από το νόμο έκτρωμα τον οποίο είχαν ψηφίσει 28 βουλευτές. Πρώτον, όταν θα αποφασίζεται αυθόρμητη συγκέντρωση δεν θα απαιτείται συνεννόηση με την Αστυνομία από προηγουμένως όπως απαιτούσε ο εν λόγω νόμος για τις διαμαρτυρίες. Απαίτηση η οποία σαφώς αποσκοπούσε στη χειραγώγηση των αντιδράσεων και στον περιορισμό τους.
Δεύτερον, οι εκδηλώσεις δεν θα μπορούν να λαμβάνουν χώρα μόνο εντός κτηρίων. Θα μπορούν, όμως, να γίνονται στο προαύλιο ή έξω από κτήρια (π.χ. υπουργείων, Βουλής κ.α.).
Τρίτον, διοργανωτής της εκδήλωσης θα ορίζεται κάποιος μόνο αν αποδεκτεί το ρόλο και δεν αποτελεί όρο ώστε να διεξαχθεί η διαδήλωση. Παράλληλα, ο υπεύθυνος αξιωματικός της Αστυνομίας καλείται να συνεργαστεί με τον διοργανωτή εφόσον έχει οριστεί τέτοιος.
Τέταρτον, καθορίζεται ότι αποτελεί υποχρέωση του κράτους να σέβεται και να διευκολύνει το δικαίωμα των πολιτών να διαδηλώσουν στα πλαίσια ειρηνικής συνάθροισης.
Πέμπτον, αναφέρεται ρητά ότι οι διοργανωτές δύνανται να αποστείλουν γραπτή ειδοποίηση στον Αρχηγό της Αστυνομίας για να ενημερώσουν αλλά δεν θα νομιμοποιείται η διάλυση της συγκέντρωσης αν δεν γίνει αυτό.
Έκτον, διευκρινίζεται πως αν μεμονωμένα άτομα ασκούν βία, η Αστυνομία δεν νομιμοποιείται να διαλύσει τη συγκέντρωση αλλά οφείλει να συλλάβει τα μεμονωμένα άτομα.
Για να γίνει κρυστάλλινα αντιληπτό πόσο εκτρωματικός ήταν ο νόμος, υπενθυμίζουμε ότι μεταξύ άλλων προέβλεπε ότι 20 άτομα θεωρούνταν διαδήλωση. Για να μπορούν να σταθούν στον δρόμο, έπρεπε να έχουν ειδοποιήσει την Αστυνομία επτά μέρες πριν. Έπρεπε να δηλώσουν τι ώρα θα ξεκινήσουν, τι ώρα θα τελειώσουν, ποια διαδρομή θα ακολουθήσουν, ποιο σκοπό εξυπηρετούν. Και το αποκορύφωμα, τι θα γράφουν τα πανό τους.
Υπενθυμίζουμε ότι η Αστυνομία η οποία άφησε ανεξέλεγκτη τη Χλώρακα, που παρακολουθεί χούλιγκαν να σπάζουν βιτρίνες και να καίνε αυτοκίνητα, αποκτούσε το δικαίωμα να απαγορεύει ή να διαλύει μια διαδήλωση «αν έχει εύλογες υποψίες» ότι ενδέχεται να υπάρξει πρόβλημα. Όλα στην υποκειμενική κρίση ενός αξιωματικού.
Μα στην κρίση ενός αξιωματικού της Αστυνομίας βρισκόταν και η πορεία στη Λεμεσό. Δεν μπόρεσε να αντιληφθεί πως ένα τσούρμο συμμετέχοντες, φορώντας κουκούλες, ετοιμάζονταν για βανδαλισμούς. Στην κρίση της Αστυνομίας ήταν και η παραχώρηση άδειας στους κυνηγούς να κλείσουν τον αυτοκινητόδρομο και να ανάψουν φουκούδες.
Ήταν ηλίου φαεινότερον, ότι το ζητούμενο δεν ήταν η ασφάλεια. Ήταν η σιωπή. Δεν ήταν η τάξη. Ήταν ο έλεγχος. Το πρόβλημα δεν ήταν οι διαδηλωτές με τα πλακάτ. Πρόβλημα δημιουργούσε ο νόμος που ψήφισαν. Διότι πλέον, στην Κύπρο του 2025, για να διαμαρτυρηθείς για κάποια αδικία, επιβαλλόταν να ζητήσεις την άδεια της Αστυνομίας.
Αν αυτός ο νόμος εφαρμοζόταν σε άλλες εποχές, καμία πορεία κατά του απαρτχάιντ και εναντίον δικτατορικών καθεστώτων θα επιτρεπόταν. Στην Κύπρο για δεκαετίες, αυτή η μορφή αντίδρασης εκ μέρους της κοινωνίας ήταν άγνωστη. Τα τελευταία χρόνια, η γιγάντωση του τέρατος της διαφθοράς, η κορύφωση της πολιτικής ανικανότητας και η μεγιστοποίηση της οργής των πολιτών οδήγησαν σε ολοένα και περισσότερες μαζικές εκδηλώσεις. Κάποιοι τρόμαξαν και αποφάσισαν να τις περιορίσουν.
Το πρόβλημα είναι η λογική που συνόδευε το νόμο. Η κανονικοποίηση της ιδέας ότι η κοινωνική διαμαρτυρία είναι εμπόδιο και όχι εργαλείο της δημοκρατίας. Ότι η αντίδραση πρέπει να χειραγωγείται, να εγκρίνεται, να δαμάζεται.
Η πραγματικότητα είναι πως δεν είδε ξαφνικά το φως το αληθινό το υπουργείο Δικαιοσύνης και αποφάσισε να διορθώσει το έκτρωμα. Ούτε η Νομική Υπηρεσία. Ούτε και η Επιτροπή Νομικών της Βουλής.
Αν δεν είχε αποταθεί η Ειρήνη Χαραλαμπίδου στον ΟΑΣΕ για να ζητήσει τη θέση του επί του νόμου και αν δεν ακολουθούσε το χαστούκι του Οργανισμού, ο εκτρωματικός νόμος θα παρέμενε να πλήττει στοιχειώδες δημοκρατικό δικαίωμα.
ΥΓ: Το μοναδικό σημείο του νόμου το οποίο είχε λογική, ήταν εκείνο που αφορούσε τους κουκουλοφόρους. Πλέον, αλλάζει κι αυτό. Μόνο αν οι κουκουλοφόροι σε μια εκδήλωση κρατάνε αντικείμενα που καταδεικνύουν απειλητικές διαθέσεις θα δύναται η Αστυνομία να παρέμβει. Εδώ έχουμε επιφυλάξεις. Όποιος έχει ειρηνικές διαθέσεις δεν έχει λόγο να κρύβει το πρόσωπό του…