Η στήλη απολογείται εκ των προτέρων. Το κείμενο το οποίο ακολουθεί θα αναστατώσει και θα εξοργίσει τους αναγνώστες. Πρόκειται για αυτούσιο απόσπασμα από την απόφαση του επαρχιακού δικαστηρίου Λάρνακας με την οποία βρήκε ένοχο τον μητροπολίτη τέως Κιτίου για υπόθεση άσεμνης επίθεσης εναντίον 16χρονου κοριτσιού το 1981. Η απόφαση είναι ιστορική. Ως τέτοια, αξίζει να γνωρίζει η κοινωνία επακριβώς τα γεγονότα της απεχθούς υπόθεσης. Αφορά την κατάθεση της 16χρονης.
«Διευθετήθηκε, όντως, συνάντηση, στο γραφείο του Μητροπολίτη , ο οποίος ενδιαφέρθηκε να μάθει για την οικογενειακή της κατάσταση και ανέφερε στην Παραπονούμενη ότι θα της έδινε κάποια χρήματα, αφού είχε χάσει τον πατέρα της. Έλαβε, δε, από την ίδια, τον αριθμό του τηλεφώνου του σπιτιού της. Στην εβδομάδα, σε τηλεφώνημα, που απάντησε η μητέρα της, ζήτησε όπως η Παραπονούμενη τον επισκεφθεί Σάββατο απόγευμα, κάτι που, ανέφερε, την παραξένεψε, αφού γνώριζε ότι τα απογεύματα του Σαββάτου δεν θα εργαζόταν κανείς στη Μητρόπολη.
Την υποδέχτηκε ο ίδιος ο Κατηγορούμενος στην πόρτα και την οδήγησε στο γραφείο του. Κάθισε στον καναπέ… και ο Μητροπολίτης κάθισε δίπλα της, κρατώντας της τα χέρια… Η ίδια προσπαθούσε να αποτραβηχτεί, αλλά, ο Μητροπολίτης συνέχισε να της αγγίζει τα χέρια της.
Η συζήτησή τους διήρκησε, περίπου, μισή ώρα και την ενημέρωσε ότι δεν ήταν έτοιμα τα χρήματα, που θα της έδινε, και θα της τηλεφωνούσε, για να επανέλθει, άλλη μέρα. Πηγαίνοντας προς το σπίτι, ένιωσε ότι η συμπεριφορά του Μητροπολίτη ήταν παράξενη και δεν της άρεσε, αλλά, όταν εκφράστηκε περί τούτου στην μητέρα της τής είπε ότι ο Μητροπολίτης ήταν άνθρωπος του Θεού και δεν έπρεπε να σκέφτεται οτιδήποτε άλλο. Διευθετήθηκε και πάλι, με τηλεφώνημα του Μητροπολίτη στην μητέρα της, τρίτη συνάντηση και πάλι Σάββατο απόγευμα στην Μητρόπολη.
Ο Μητροπολίτης ο οποίος καθόταν δίπλα της στον καναπέ, άγγιζε με τα χέρια του τα χέρια της και την αγκάλιαζε, λέγοντάς της ότι θα ήταν στο πλευρό της και ότι θα την βοηθούσε. Κατ’ εκείνη τη συνάντηση, της υπέδειξε φωτογραφίες με τον ίδιο σε τελεφερίκ στην Ελβετία, φορώντας πολιτικά ρούχα, αγκαλιάζοντας γυναίκες, ενώ καθόταν στο τελεφερίκ. Της ανέφερε ότι, αν συνέχιζε να τον επισκέπτεται, θα μπορούσε να την πάρει και την ίδια στα ταξίδια του και να περνάει όμορφα. Στο τέλος της τρίτης της επίσκεψης ο Μητροπολίτης της ανέφερε ότι τα χρήματα δεν ήταν έτοιμα και θα έπρεπε να ξαναπάει.
Η εν λόγω επίσκεψη επαναλήφθηκε, ακόμα μία φορά. Ακολούθησε και πέμπτη επίσκεψη, η οποία ήταν και η τελευταία…. Η Παραπονούμενη μετέβηκε εκ νέου στη Μητρόπολη. Το ακόλουθο απόσπασμα της κατάθεσής της είναι σχετικό “Πριν χτυπήσω την πόρτα, μου άνοιξε κάτω αυτός κατευθείαν και έκλεισε την πόρτα πίσω του. Κανένας δεν υπήρχε στη Μητρόπολη εκείνη την ώρα, δηλαδή γύρω στις 15:00 με 15:30, ώρες που πήγαινα κάθε φορά. Ενώ ανεβαίναμε τις σκάλες, με αγκάλιαζε και περπατούσαμε τις σκάλες και αυτός με αγκάλιαζε, ενώ εγώ ένιωθα πολύ αμήχανα και παράξενα. Πρόσεξα ότι ήταν πάντα περιποιημένος και μύριζε κολόνιες, φορώντας τα ράσα του.
Φτάσαμε στο γραφείο του, έκλεισε την πόρτα πίσω του και του είπα ότι ήρθα για τα λεφτά, που τηλεφώνησε. Μου είπε να κάτσω στον καναπέ να μιλήσουμε και με ρώτησε αν θέλω κάτι να πιώ. Απάντησα ότι δεν θέλω να πιώ κάτι και τότε αυτός έκατσε δίπλα μου και άρχισε πάλι να μου μιλά για το πού πηγαίνει στο εξωτερικό, σε ποιες χώρες ταξιδεύει και πόσο άνετη και πολυτελή ζωή ζει.
Έτσι, καθώς καθόταν δίπλα μου, με έσπρωξε με τα δύο του χέρια πάνω στους ώμους μου και έπεσα προς τα πίσω, πάνω στον καναπέ, και αυτός έπεσε από πάνω μου και έβαλε τα χείλη του πάνω στα χείλη μου και εγώ γύριζα το κεφάλι μου δεξιά και αριστερά και προσπάθησα να τον κλοτσήσω. Αυτός άρπαξε τα πόδια μου, για να μην τον κλοτσήσω, και φώναζα να με αφήσει και αυτός μου είπε “Μεν φωνάζεις.” και συνέχισε να είναι από πάνω μου. Εγώ φώναζα πάρα πολύ δυνατά, σαν υστερική, και αφού πέρασαν κάποια λεπτά, όπου εγώ φώναζα πολύ δυνατά, αναγκάστηκε να σηκωθεί από πάνω μου και, χωρίς να πει οτιδήποτε, μεταφέρθηκε στο γραφείο του.
Εγώ φώναζα να μου ανοίξει την πόρτα να φύγω και αυτός είπε “Ό,τι έγινε εδώ, να μείνει μεταξύ μας.” Και, ενώ ήταν στο γραφείο του, πάτησε ένα κουμπί και ελευθερώθηκε η πόρτα και άνοιξα την πόρτα και έφυγα».
Το απόσπασμα οφείλουν να το διαβάσουν τα μέλη της Ιεράς Συνόδου, και αν τολμούν, ας κοιτάξουν στον ουρανό. Μετά να αποφασίσουν αν μπορεί να υπάρξει άλλη απόφαση από την καθαίρεση!