Το έγκλημα του Ιωσήφ, η παράλειψή του, τον ακολουθεί στην υπόλοιπη ζωή του και οι τύψεις τον βασανίζουν: «… ο Ιωσήφ δεν κοιμάται, ή κοιμάται αλλά ξυπνάει μέσα στην αγωνία, πετάγεται σε μια πραγματικότητα που δεν τον αφήνει να ξεχάσει το όνειρο, σε σημείο να πει κανείς ότι, ξύπνιος, ονειρεύεται το όνειρο του ύπνου του, και κοιμισμένος, την ίδια στιγμή που προσπαθεί απεγνωσμένα να του ξεφύγει, ξέρει ήδη ότι θα το συναντήσει ξανά και ξανά […] Εννοείται βέβαια ότι η λέξη που ορίζει με ακρίβεια αυτό το κουβάρι λέγεται τύψη, αλλά η εμπειρία και η πρακτική της επικοινωνίας, διαμέσου των αιώνων, έρχεται να μας αποδείξει ότι η παράφραση αυτή είναι μόνο ψευδαίσθηση, είναι, αν δεν κάνουμε λάθος, μια αναπηρία της γλώσσας, δεν είναι που θες να πεις αγάπη και δεν σου φτάνει η γλώσσα, είναι που δεν έχεις γλώσσα και δεν σου φτάνει η αγάπη».

Το απόσπασμα είναι από «Το κατά Ιησούν Ευαγγέλιον» του Πορτογάλου συγγραφέα Ζοζέ Σαραμάγκου (1922-2010). Το βιβλίο έγινε η αιτία να τον αφορίσει το 1993 η Εκκλησία της χώρας του και ο ίδιος να αυτοεξοριστεί, σε ένδειξη διαμαρτυρίας, στο Λανθαρότε, ένα από τα ισπανικά Κανάρια νησιά (η σουηδική Ακαδημία, ωστόσο, είχε άλλη γνώμη και του πρόσφερε το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1998 για το σύνολο του έργου του). Η μυθιστορηματική εκδοχή του για τη ζωή του Ιησού είναι ένα εξαιρετικό έργο, για το οποίο θα έπρεπε να τον είχε τιμήσει η Εκκλησία αν δεν ήταν τόσο δογματική – αλλά Εκκλησία χωρίς δόγμα είναι σαν κόμμα χωρίς ιδεοληψίες. Το βιβλίο δεν προσφέρει κάποια νέα θεολογική πρόταση, απλώς ο «ευαγγελιστής» Σαραμάγκου, εκφράζοντας τις δικές του αμφιβολίες, θέλει να ωθήσει τον αναγνώστη να αναρωτηθεί για ορισμένα από αυτά που περιγράφονται στην Καινή Διαθήκη. 

Ποιο ήταν, όμως, το έγκλημα του Ιωσήφ; Το τμήμα του βιβλίου που αναφέρεται στη Γέννηση είναι κομβικής σημασίας για την αφήγηση: Στη Βηθλεέμ η Μαρία έχει γεννήσει και, ώσπου να περάσουν οι 40 μέρες που απαιτούνται για να εξαγνιστεί η μητέρα και να πάει με το μωρό στον Ναό, ο ξυλουργός Ιωσήφ εργάζεται στα κατασκευαστικά έργα του. Μια μέρα, σ’ ένα διάλειμμα για κολατσιό, ακούει τυχαία τρεις στρατιώτες να συζητούν για τη φρικτή νυχτερινή επιχείρηση που τους ανέθεσε ο βασιλιάς: Να σκοτώσουν όλα τα αγόρια μέχρι τριών χρόνων της Βηθλεέμ. Φεύγει αλλόφρων και ξεσηκώνει τη γυναίκα του να φύγουν, αλλά δεν του περνά απ’ το μυαλό να ειδοποιήσει τους ανθρώπους του χωριού να φυγαδεύσουν τα παιδιά τους. Στις διαμαρτυρίες της, της αποκαλύπτει τι έμαθε. Αργότερα, ένας άγγελος επιβεβαιώνει στη Μαρία αυτό που πληροφορήθηκε λίγο πριν, τη σφαγή που συμβαίνει εκείνη την ώρα και το λάθος του Ιωσήφ: «Η απονιά του Ηρώδη όπλισε τα στιλέτα, αλλά ο εγωισμός και η δειλία σας ήταν τα σχοινιά που έδεσαν τα πόδια των θυμάτων», λέει. Η Μαρία αναστατωμένη ζητά από τον άγγελο να συγχωρέσει τον άντρα της: «Είπε ο άγγελος, Δεν είμαι άγγελος της συγχώρεσης». Και λίγο μετά: «Πάνω στα κεφάλια των παιδιών πέφτει πάντα το κρίμα των γονιών, και η σκιά από το κρίμα του Ιωσήφ σκοτείνιασε ήδη το μέλλον του γιου σου»…

Να που, εκτός από παρηγοριά (το «όπιο του λαού» ως παυσίπονο, σύμφωνα με τον Μαρξ) οι θρησκείες προσφέρουν την αφορμή σε κάποια ανήσυχα πνεύματα να προβληματιστούν, να σκαλίσουν τις Γραφές και να μας δώσουν μιαν άλλη οπτική. «Στα κεφάλια των παιδιών πέφτει πάντα το κρίμα των γονιών»: Έμμεσο σχόλιο και κριτική του συγγραφέα στην Παλαιά Διαθήκη και τη συλλογική ενοχή – πώς είναι δυνατόν να είσαι ένοχος για κάτι που δεν έκανες εσύ; Κι όμως, αυτόν τον εξόφθαλμό παραλογισμό επιστρατεύουν και σήμερα κάποιοι εδώ: Ότι είμαστε συλλογικά ένοχοι για τα εγκλήματα που διέπραξαν στο παρελθόν κάποιοι από τους ομοεθνείς μας (Ε/κ και Τ/κ, προσθέτουν οι πιο συγκαταβατικοί): Το Κυπριακό ως ένα σύγχρονο προπατορικό αμάρτημα για το οποίο δικαίως τιμωρούμαστε όλοι. Μόνο που η «εξιλέωση» διαρκείας που προτείνεται είναι χειρότερη «αμαρτία» κι απ’ αυτή του Αδάμ και της Εύας… 

chrarv@phileleftheros.com

Ελεύθερα, 1.1.2022.