Το παραγωγικό μοντέλο της Κυπριακής κοινωνίας βασίζεται κυρίως στον τομέα των υπηρεσιών, με επίκεντρο τον τουρισμό, τις χρηματοοικονομικές και τις επαγγελματικές υπηρεσίες. Η οικονομία παραμένει ευάλωτη λόγω της εξάρτησης από εξωτερικούς παράγοντες, ενώ οι τομείς της γεωργίας και της μεταποίησης έχουν περιορισμένη συμβολή.
Το παραγωγικό μοντέλο της Κυπριακής κοινωνίας αποκλίνει σημαντικά από αυτό των προηγμένων κρατών της ΕΕ, καθώς χαρακτηρίζεται από περιορισμένη παραγωγική διαφοροποίηση και υψηλή εξάρτηση από τον τομέα των υπηρεσιών. Σε αντίθεση, οι προηγμένες οικονομίες επενδύουν στρατηγικά στη βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας, στην έρευνα και καινοτομία, και στην πράσινη οικονομία. Η Κύπρος στερείται ισχυρής μεταποιητικής βάσης, δυναμικής παραγωγής και επαρκών επενδύσεων σε έρευνα και ανάπτυξη.
Η αναδιάρθρωση του παραγωγικού μοντέλου της Κύπρου προς την κατεύθυνση της βιωσιμότητας και της ανθεκτικότητας προϋποθέτει την ενεργειακή μετάβαση όχι ως παράλληλη διαδικασία, αλλά ως βασικό πυλώνα του αναπτυξιακού σχεδιασμού. Η ενέργεια συνδέεται με όλους τους τομείς της οικονομίας και η ορθή αξιοποίησή της μπορεί να δημιουργήσει νέες παραγωγικές ευκαιρίες, τεχνολογική υπεραξία και κοινωνικά οφέλη. Η παραγωγική ανασυγκρότηση της Κύπρου συνδέεται άμεσα με την ικανότητά της να διαχειριστεί αποτελεσματικά τα ενεργειακά της δεδομένα. Από τη χρήση διαθέσιμων φυσικών πόρων και την ενίσχυση των υποδομών, μέχρι τη βελτίωση της δικτύωσης, τη στροφή στην καθαρή κινητικότητα, την αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας και την προώθηση της καινοτομίας, απαιτούνται συντονισμένες παρεμβάσεις. Η ενέργεια, εφόσον αντιμετωπιστεί ως μοχλός ανάπτυξης μπορεί να υποστηρίξει ουσιαστικά ένα νέο, ανθεκτικό και πιο ανταγωνιστικό παραγωγικό μοντέλο.
Η ενεργειακή μετάβαση αποκτά ουσιαστικό νόημα μόνο όταν συνδέεται με συγκεκριμένες πτυχές του παραγωγικού μετασχηματισμού της χώρας, μέσα από στοχευμένες παρεμβάσεις σε κρίσιμους τομείς.
- Η αξιοποίηση του φυσικού αερίου και των ίδιων πόρων αποτελεί μέρος μιας ρεαλιστικής στρατηγικής μετάβασης, χωρίς να παρουσιάζεται ως πανάκεια. Η ολοκλήρωση του FSRU στο Βασιλικό και η καθιέρωση σταθερού θεσμικού πλαισίου μπορούν να επιτρέψουν την εσωτερική χρήση και στοχευμένες εξαγωγές. Ως μεταβατικό καύσιμο, το φυσικό αέριο μπορεί να στηρίξει την παραγωγική βάση, υπό την προϋπόθεση ότι εντάσσεται σε ένα συνεκτικό σχέδιο απανθρακοποίησης και όχι ως μακροχρόνια εξάρτηση.
- Η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην Κύπρο έχει προχωρήσει αισθητά τα τελευταία χρόνια, ωστόσο η αξιοποίησή τους παραμένει περιορισμένη ως προς την πραγματική τους ενσωμάτωση στο παραγωγικό μοντέλο. Το βασικό πρόβλημα δεν είναι η εγκατεστημένη ισχύς, αλλά η έλλειψη αποθήκευσης, η ανεπαρκής ευελιξία των δικτύων και οι καθυστερήσεις στη ρύθμιση και αδειοδότηση. Οι ΑΠΕ μπορούν να αποτελέσουν βασικό μοχλό βιώσιμης παραγωγής, μόνο εφόσον συνδεθούν με τοπική κατανάλωση, την έξυπνη διαχείριση και τις νέες αγορές ενέργειας με θεσμική συνέχεια και τεχνική ωριμότητα.
- Η ενίσχυση των ενεργειακών υποδομών είναι απαραίτητη για να στηριχθεί η ενεργειακή μετάβαση και να καταστεί δυνατή η σύνδεσή της με την παραγωγική οικονομία. Η ηλεκτρική διασύνδεση με γειτονικά κράτη μπορεί να σταθεροποιήσει το σύστημα και να επιτρέψει μεγαλύτερη διείσδυση ΑΠΕ. Παράλληλα, απαιτούνται αποθηκευτικές λύσεις και αναβάθμιση των υφιστάμενων δικτύων, ώστε να διαχειρίζονται αποτελεσματικά την αυξανόμενη μεταβλητότητα. Η ανάπτυξη έξυπνων δικτύων θα επιτρέψει την αποκεντρωμένη παραγωγή, την ευέλικτη κατανάλωση και τη συμμετοχή πολιτών και επιχειρήσεων στην ενεργειακή αγορά.
- Η ψηφιοποίηση των ενεργειακών και παραγωγικών συστημάτων μπορεί να βελτιώσει την αποδοτικότητα και τη διαχείριση πόρων, ιδιαίτερα σε τομείς όπως οι έξυπνες πόλεις και τα βιομηχανικά συγκροτήματα. Η χρήση έξυπνων μετρητών, ψηφιακών πλατφορμών και συστημάτων παρακολούθησης διευκολύνει την κατανόηση της κατανάλωσης και τη μείωση απωλειών. Σε επίπεδο έξυπνων πόλεων και έξυπνων βιομηχανικών περιοχών, η πιλοτική χρήση ψηφιακών διδύμων μπορεί να προσφέρει πρακτικά οφέλη στη λειτουργία και τη συντήρηση εγκαταστάσεων. Προτεραιότητα πρέπει να δοθεί σε λύσεις χαμηλού κόστους και εύκολης υλοποίησης, που μπορούν να αξιοποιηθούν ακόμη και από μικρές βιομηχανικές μονάδες
- Η καθαρή κινητικότητα στην Κύπρο παραμένει σε πρώιμο στάδιο, κυρίως λόγω έλλειψης υποδομών φόρτισης, ακριβού κόστους απόκτησης ηλεκτρικών οχημάτων και περιορισμένων δημόσιων μεταφορών. Ωστόσο, υπάρχουν ρεαλιστικά περιθώρια βελτίωσης μέσω στοχευμένων κινήτρων για επαγγελματικούς στόλους, δημοτικές υπηρεσίες και αστικές συγκοινωνίες. Η χρήση εναλλακτικών καυσίμων μπορεί να ενισχυθεί με πιλοτικές εφαρμογές σε συγκεκριμένα πεδία, ενώ το υδρογόνο θα πρέπει από αντικείμενο τεχνικής διερεύνησης, να καθιερωθεί ως λύση για το σημερινό παραγωγικό πλαίσιο.
- Μέσα από συλλογικά σχήματα παραγωγής και κατανάλωσης, οι ενεργειακές κοινότητες μπορούν να ενισχύσουν την τοπική αυτάρκεια και η κοινωνική συμμετοχή. Το νομικό πλαίσιο υπάρχει, αλλά παραμένει δύσχρηστο. Χρειάζεται απλοποίηση των διαδικασιών, τεχνική καθοδήγηση και μικρές στοχευμένες επιδοτήσεις για να γίνει η ενεργειακή κοινότητα ρεαλιστική επιλογή για περισσότερους.
- Η έρευνα, η καινοτομία και οι νεοφυείς επιχειρήσεις στον τομέα της ενέργειας μπορούν να ενισχύσουν την τεχνογνωσία της χώρας και να δημιουργήσουν προϊόντα με εξαγωγική αξία. Στην πράξη, αυτό απαιτεί μικρές αλλά σταθερές δημόσιες επενδύσεις σε εφαρμοσμένη έρευνα, υποστήριξη συνεργασιών πανεπιστημίων με επιχειρήσεις και πρακτικούς μηχανισμούς στήριξης για start-ups. Η ενέργεια μπορεί να γίνει τομέας τεχνολογικής εξειδίκευσης της Κύπρου, εάν συνδεθεί με την παραγωγή και τις πραγματικές ανάγκες της αγοράς.
Η Κύπρος έχει ανάγκη από έναν συνεκτικό και μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχεδιασμό που θα καθοδηγεί την ενεργειακή μετάβαση της χώρας και θα τη συνδέει ουσιαστικά με τη μετάβαση προς μια βιώσιμη, αποκεντρωμένη και τεχνολογικά ώριμη παραγωγική βάση. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να τεθεί στο τραπέζι η εκπόνηση ενός Οδικού Χάρτη για την Ενσωμάτωση της Ενεργειακής Μετάβασης στο Παραγωγικό Πρότυπο της Κύπρου, με ορίζοντα το 2050. Ο Χάρτης αυτός δεν θα περιορίζεται στη συμμόρφωση με επιμέρους ευρωπαϊκές Οδηγίες, αλλά θα ενσωματώνει τις ενεργειακές επιλογές στο σύνολο της παραγωγικής και αναπτυξιακής στρατηγικής της χώρας. Ένας ενεργειακός οδικός χάρτης για την παραγωγική ανασυγκρότηση θα πρέπει να καλύπτει κρίσιμους τομείς, όπως η αξιοποίηση φυσικών πόρων, η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, η ενεργειακή ασφάλεια και οι ενεργειακές υποδομές, τα ενεργειακά δίκτυα, οι μεταφορές, η ψηφιοποίηση, η καινοτομία και η τοπική παραγωγή. Ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στον στρατηγικό προσανατολισμό των επενδύσεων, δημόσιων και ιδιωτικών, ώστε να ενισχύονται οι τομείς που προσθέτουν τεχνογνωσία, διαφοροποιούν την παραγωγή, δημιουργούν βιώσιμες θέσεις εργασίας και προσδίδουν ανθεκτικότητα στην κυπριακή οικονομία. Ο Χάρτης θα πρέπει να προκύψει μέσα από μια ευρεία, συμμετοχική διαδικασία συνδιαμόρφωσης, στην οποία θα συμβάλλουν οι παραγωγικοί φορείς, η τοπική αυτοδιοίκηση, η ακαδημαϊκή και ερευνητική κοινότητα, τεχνοκράτες και δεξαμενές σκέψης. Η θεσμική του συνέχεια πρέπει να διασφαλιστεί νομικά και πολιτικά, ώστε να εφαρμόζεται με συνέπεια ανεξαρτήτως κυβερνητικών αλλαγών. Ένας τέτοιος Οδικός Χάρτης μπορεί να αποτελέσει το σημείο αναφοράς για μια συντονισμένη, βιώσιμη και παραγωγικά ενσωματωμένη ενεργειακή μετάβαση.
*Αν. Καθηγητής Πολυτεχνική Σχολή, Πανεπιστήμιο Frederick